Ο ηθοποιός σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του μιλάει για το πώς είναι η ζωή του τα τελευταία χρόνια μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας
Η ζωή του είναι ένας διαρκής αγώνας δρόμου. Ζει μεταξύ Κίνας και Κυπαρισσίας όπου έχει βρει την ηρεμία του. Σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις που παραχωρεί μίλησε στην εφημερίδα «Espresso» για τα παιδικά του χρόνια, τους σημαντικότερους σταθμούς της καριέρας του αλλά και το πώς έφτασε να ζει στην πέτρινη σπηλιά στην Κυπαρισσία η οποία πλέον είναι το καταφύγιό του.
Το κείμενο της συνέντευξης
Προσπάθησα αρκετά να βρω στοιχεία για τα παιδικά σας χρόνια, αλλά δεν βρήκα πουθενά, κύριε Μανιάτη…
Γεννήθηκα στην Αθήνα. Σε μια υπέροχη Αθήνα, μιας άλλης εποχής…
Και πώς προέκυψε το γεγονός ότι πλέον «μεταναστεύσατε» στην Κυπαρισσία, αφού οι ρίζες σας δεν είναι από εκεί;
Εδώ και χρόνια με τα μέλη της οικογένειάς μου είχαμε την επιθυμία να πάρουμε ένα μεγάλο κομμάτι γης και να ζούμε όλοι μαζί και καθένας να έχει το σπίτι του μέσα σε αυτό. Βρήκαμε λοιπόν το ιδανικό μέρος εδώ στην Κυπαρισσία, που συνδύαζε όλα τα κριτήρια που είχαμε θέσει: βουνό και θάλασσα, Πελοπόννησο (να είναι δηλαδή κοντά στην Αθήνα) και να έχει αρχαιότητες. Και όταν βρήκαμε αυτόν τον ελαιώνα λίγο έξω από την Κυπαρισσία, κοντά στο χωριό Βρύσες, το αγοράσαμε.
Πόσα αδέλφια έχετε;
Ήμασταν έξι αδέλφια. Τα τρία ζούμε και τα άλλα τρία έχουν πεθάνει.
Τα παιδικά σας χρόνια πως ήταν;
Μαγικά. Εγώ μεγάλωσα σε μια Αθήνα που ακόμα ήταν μια πανέμορφη πόλη, ενώ τώρα δεν έχει εξελιχθεί όπως άλλες πρωτεύουσες του κόσμου. Ευτυχώς που έχει έναν καλό δήμαρχο που κάνει τεράστιες προσπάθειες. Όμως δεν είναι η Αθήνα όπου μεγάλωσα εγώ τότε που ήταν μια πόλη με ταυτότητα. Τότε υπήρχαν σπίτια με αυλές, νεοκλασικά. Όμορφες εικόνες. Μεγάλωσα στα πέριξ του Λυκαβηττού και ο μπαμπάς μου είχε θερινούς κινηματογράφους και κινηματοθέατρα στη λεωφόρο Αλεξάνδρας. Γεννήθηκα μετά τον Εμφύλιο και οι γονείς μου για ασφάλεια έμεναν μέσα στον κινηματογράφο μας, τον Βερντέν, ο οποίος είχε 2.000 θέσεις μέσα σε τέσσερα στρέμματα οικόπεδο, όπου παντού υπήρχαν κληματαριές και αγιοκλήματα τα οποία μοσχοβολούσαν.
Κατάγεστε από εύπορη οικογένεια, όπως αντιλαμβάνομαι…
Η λέξη «εύπορη» είναι σχετική, γιατί οι γονείς μου ήταν επιχειρηματίες και ζούσαν με τις διακυμάνσεις των επιχειρήσεών τους. Εγώ γεννήθηκα το ’52 που ήταν μια εποχή ανασύνταξης της Ελλάδας. Ο πατέρας μου λοιπόν μόνο κάθε Σαββατοκύριακο έκοβε 8.000 εισιτήρια. Επίσης, επειδή μεγάλωσα με δύο γονείς που ήταν πολύ ανοιχτά μυαλά, «αναρχικά» μυαλά, δεν είχαμε την αίσθηση αν ήμασταν φτωχοί ή πλούσιοι. Είτε είχαμε χρήματα είτε δεν είχαμε. Ποτέ δεν είχαμε τη νοοτροπία των νεόπλουτων.
Το ότι μεγαλώσατε σε ένα τέτοιο οικογενειακό περιβάλλον μήπως έπαιξε ρόλο και στο επάγγελμα του ηθοποιού που ακολουθήσατε;
Καμία σχέση. Οι σπουδές μου ήταν στον τομέα της οικονομίας, της μουσικής, της ψυχολογίας και της κοινωνιολογίας. Δεν μου είχε περάσει από το μυαλό ότι θα ασχοληθώ με τις τέχνες. Μετά τον θάνατο του πατέρα μου έπρεπε να δουλέψω γιατί οι γονείς μου δεν ήταν βιομήχανοι για να υπάρχει πίσω μας οικονομική ευμάρεια. Αλλά και τότε που ζούσε ο πατέρας μου εγώ πάντα δούλευα. Είχα δουλέψει και ως μοντέλο, ως ο πρώτος Έλληνας που μπήκε στη «Vogue», και έβγαζα πολλά χρήματα. Αλλά όταν πέθανε ο πατέρας μου το ’74, ξεκίνησα στον τομέα των media, γιατί ήταν το πιο κοντινό με τις σπουδές μου. Και τότε ο Χατζιδάκις βρήκε νέα ταλέντα με εικοσάρηδες για το Τρίτο Πρόγραμμα. Και ένας από αυτούς τους εικοσάρηδες ήμουν και εγώ! Έτσι άρχισα να δουλεύω ως παραγωγός σε παραγωγές που έφτιαχνα. Και αμέσως μετά ως παραγωγός στην τηλεόραση, και στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό.
Προτάσεις σας γίνονται πλέον για θέατρο ή κινηματογράφο;
Όχι, ποτέ.
Γιατί αυτό;
Νομίζω με… φοβούνται. Ίσως δεν μπορούν να με βάλουν σε ένα καλούπι. Σκέψου ότι δεν με έχουν φωνάξει ποτέ σε κάστινγκ. Ίσως δεν ξέρουν πώς να με «χρησιμοποιήσουν».
Τα χρόνια περνάνε. Έχετε συμβιβαστεί με την εικόνα σας και αυτό που βλέπετε στον καθρέφτη σας;
Ποιον καθρέφτη; Αν έρθεις εδώ όπου μένω, στη σπηλιά με ένα υπαίθριο μπάνιο και μια υπαίθρια κουζίνα, θα δεις ότι δεν έχω κανέναν καθρέφτη. Δεν με αφορά η εικόνα μου. Μου αρέσει η εσωτερική μου εικόνα. Με αγαπάω!
Η Κίνα και η επιχειρηματική σας ενασχόληση εκεί πώς προέκυψαν;
Όπως προέκυψε και ο «Άγγελος», αλλά και τόσες άλλες ενασχολήσεις μου με διάφορα πράγματα. Από τύχη. Μην ξεχνάς ότι λατρεύω να μαγειρεύω, μου αρέσει ο τουρισμός και γενικά είμαι ένας πολύ εργατικός άνθρωπος. Άμα δουλεύεις, δημιουργείς. Η Κίνα λοιπόν προέκυψε στην κορύφωση της οικονομικής κρίσης. Επειδή δεν είχα τίποτα να κάνω στην Ελλάδα, φίλοι με προσκάλεσαν να πάω εκεί, χωρίς κάποιο συγκεκριμένο project. Όταν πήγα και είδα ότι στην Κίνα η ελληνική κουζίνα είναι άγνωστη και τα ελληνικά προϊόντα δύσκολα τα αγοράζουν, το πήρα πατριωτικά και αποφάσισα να μιλάω παντού για την Ελλάδα και τα προϊόντα της. Και έτσι βρήκα κάτι πολύ ενδιαφέρον να κάνω!
Μένετε πλέον στην Κυπαρισσία. Σας αρέσει η αγροτική ζωή;
Τη λατρεύω. Επειδή δεν είχα χωριό όταν ήμουν παιδί, ακόμα και στο σπίτι μας στη Δεινοκράτους που είχε ένα μικρό κηπάκι εγώ φύτευα φασολιές και παρατηρούσα πώς μεγάλωναν τα φασόλια και τα έκοβαν οι γειτόνισσες.
Αν βάζατε τίτλο στη ζωή σας, ποιος θα ήταν;
Έκανα πάντα αυτό που έπρεπε να γίνει!
πηγη