του Νίκου Φελέκη από το www.protothema.gr
Αυτές τις μέρες βλέπουν το φως της δημοσιότητας οι τελευταίες, πριν τα μπάνια του λαού, δημοσκοπήσεις. Νέες μετρήσεις θα έχουμε παραμονές της ΔΕΘ. Εάν δεν υπάρξουν δραματικά γεγονότα ή απρόβλεπτες εξελίξεις, τα ευρήματα των τελευταίων έξι μηνών θα επαναληφθούν και τον Σεπτέμβριο.
Αυτό που απασχολεί τις πολιτικές ηγεσίες δεν είναι τα ποσοστά που καταγράφονται. Γνωρίζουν ότι απρόβλεπτα γεγονότα (π.χ. φυσική καταστροφή, ελληνοτουρκικό επεισόδιο κ.ά.) μπορούν να φέρουν μεγάλες ανατροπές. Οι διαφορές μεταξύ των κομμάτων σίγουρα παίζουν σημαντικό ρόλο στην ψυχολογία των στελεχών της κυβερνήσεως και της αντιπολιτεύσεως, όμως οι συζητήσεις και οι έριδες γι’ αυτές -και μάλιστα τρία χρόνια πριν από τις εκλογές- είναι πρωτίστως υλικό για τους οπαδούς τους στους ανά την επικράτεια καφενέδες. Η δημοσκοπική υπεροχή της Ν.Δ. και του πρωθυπουργού έναντι του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλέξη Τσίπρα είναι καταφανής και αδιαμφισβήτητη. Τα στοιχεία όμως στα οποία επικεντρώνεται η προσοχή των αναλυτών είναι τα ποιοτικά, και κυρίως οι απαντήσεις που δίνουν οι πολίτες στα θέματα που τους απασχολούν και σε αυτά τα οποία θεωρούν σημαντικά όχι μόνο για τους ίδιους, αλλά και για τη χώρα. Οι εντυπώσεις από το έργο της κυβέρνησης ανά ηλικία, επάγγελμα, μόρφωση, περιοχή, πολιτική αυτοτοποθέτηση είναι αυτά που μπαίνουν στην πολιτική ζυγαριά, και ανάλογα με τη βαρύτητα καθορίζονται οι εξαγγελίες, οι τακτικές και η στρατηγική των κομμάτων. Από τα ευρήματα των μετρήσεων και τις συναφείς συζητήσεις με δημοσκόπους, αναλυτές και τους συνεργάτες των αρχηγών που ασχολούνται επισταμένως με τα θέματα της επικοινωνίας προκύπτουν πολύ σημαντικά συμπεράσματα. Ας τα δούμε ένα-ένα.
1 Το ποσοστό της Ν.Δ. βρίσκεται στην περιοχή του 40%. Ιδιο με αυτό της κάλπης της 7ης Ιουλίου 2019. Για ένα χρόνο μετά τις εκλογές, ακόμη κι αν σε σημαντικό βαθμό οφείλεται στην πετυχημένη, υγειονομικά, αντιμετώπιση της πανδημίας του COVID-19, είναι γεγονός αξιοσημείωτο. Και στα μεταπολιτευτικά χρονικά συμβαίνει για πρώτη φορά να ανεβαίνουν μετεκλογικά τα ποσοστά της κυβερνήσεως και να υποχωρούν της αντιπολιτεύσεως. Μάλιστα, η πρόβλεψη των δημοσκόπων είναι ότι με την αναγωγή επί των αναποφασίστων το ποσοστό της Ν.Δ. φτάνει στο 42%, χωρίς να αποκλείεται να σκαρφαλώσει ακόμη και στο 44%-45%. Η διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ φτάνει να είναι ακόμη και 20 μονάδες, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις έχουν καταγραφεί και νταμπλ σκορ. Η εκτίμηση που υπάρχει είναι ότι η Ν.Δ. κινείται πάνω από το 40% και ο ΣΥΡΙΖΑ κάτω από 25%. Το ΚΙΝ.ΑΛ. εμφανίζεται κολλημένο στο 5%-6%, υπολειπόμενο του 8,1% που είχε λάβει στις τελευταίες εκλογές. Το ΚΚΕ είναι κοντά στο εκλογικό του ποσοστό (5,3%), το ίδιο και η Ελληνική Λύση (3,7%), ενώ το ΜΕΡΑ25 καταγράφεται κάτω από το όριο εισόδου (3%) στη Βουλή. Οι περί τα εκλογικά ειδήμονες υποστηρίζουν ότι με βάση τα δημοσκοπικά ευρήματα υπάρχει σοβαρή πιθανότητα στις επόμενες εκλογές, που θα γίνουν με απλή αναλογική, να οδηγηθούμε σε «κολοβό δικομματισμό» και σε γερμανικό σύστημα διακυβέρνησης, με ένα ισχυρό πρώτο κόμμα, το δεύτερο να υπολείπεται σημαντικά του πρώτου και όλα τα άλλα να μη συγκεντρώνουν διψήφια ποσοστά.
2 Οι μετρήσεις δείχνουν ότι το προφίλ του πρωθυπουργού είναι καλύτερο ακόμη και από αυτό της προεκλογικής περιόδου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει βελτιώσει σημαντικά την ηγετική του εικόνα μέσω της αποφασιστικής στάσης που επέδειξε στα θέματα του κορωνοϊού και των μεταναστών στον Εβρο. Από «διαχειριστής» και «γόνος Μητσοτάκη» έγινε «αρχηγός με ικανότητες, που λαμβάνει γρήγορα αποφάσεις και μπορείς να τον εμπιστευτείς». Η αποφασιστικότητα στη λήψη αποφάσεων και η επιλογή συνεργατών και συμβούλων με βασικό κριτήριο την πολιτική και τεχνοκρατική επάρκεια και όχι την κομματική αφοσίωση είναι αυτά, υποστηρίζουν οι αναλυτές, που κάνουν τη διαφορά σε σχέση με τον βασικό του αντίπαλο, τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος εμφανίζεται να επιμένει στα κομματικά τοτέμ και να μη λαμβάνει αποστάσεις από συνεργάτες του που εμπλέκονται σε σκοτεινές και δύσοσμες υποθέσεις.
3 Η υπεροχή της κυβερνήσεως εδράζεται σε σημαντικό βαθμό και στην αποδοχή που έχουν οι επιλογές της στους ψηφοφόρους των άλλων κομμάτων. Για παράδειγμα, οι χειρισμοί της πανδημίας του COVID-19, σύμφωνα με (συνδρομητική) έρευνα της Metron Analysis, κρίνονται θετικά από το 86% των δεξιών ψηφοφόρων, από το 95% των κεντροδεξιών, το 85% των κεντρώων, το 84% των κεντροαριστερών και το 65% των αριστερών. Εξίσου υψηλά είναι τα ποσοστά αποδοχής ως προς τον ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους (δεξιοί 84%, κεντροδεξιοί 84%, κεντρώοι 81%, κεντροαριστεροί 65%, αριστεροί 59%), ενώ υψηλά ποσοστά αποδοχής στους αριστερούς ψηφοφόρους έχουμε και σε άλλα θέματα. Το 32% των αριστερών και το 45% των κεντροαριστερών συμφωνούν με τον τρόπο που αντιμετωπίζεται η εγκληματικότητα. Ως προς τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, το περιβάλλον, τον πολιτισμό, τις υποδομές, ένας στους τέσσερις αριστερούς και ένας στους τρεις κεντροαριστερούς ψηφοφόρους εμφανίζονται με θετική προδιάθεση στις ασκούμενες κυβερνητικές πολιτικές.
4 Τα προηγούμενα εξηγούν και το υψηλό ποσοστό συσπείρωσης (85%) του κυβερνώντος κόμματος έναν χρόνο μετά τις εκλογές, αλλά και το χαμηλό (60%) της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αυτός είναι και ο λόγος που η Ν.Δ. εμφανίζεται, στη δημοσκόπηση της Marc, να κερδίζει τέσσερις μονάδες απευθείας από τον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είναι βέβαια ο μόνος, αφού, σύμφωνα με τους αναλυτές, η διαρροή των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ οφείλεται και στην κακή -κομματικά και επικοινωνιακά- εικόνα που εμφανίζει η αξιωματική αντιπολίτευση, στα «έργα και ημέρες» των Παπαδημούλη και Παππά και στην ολική ανατροπή που σημειώθηκε στην υπόθεση Novartis με την (βασίμως πιθανολογούμενη) παραπομπή του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου στο Ειδικό Δικαστήριο και όχι των 10 πολιτικών που είχε ψηφίσει η Βουλή επί ΣΥΡΙΖΑ. Ρόλο στην αρνητική εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ έχει παίξει και το ναυάγιο, ουσιαστικά, της ανασυγκρότησης της Κεντροαριστεράς. Πλέον, οι προσδοκίες για ένα συνέδριο αναδιοργάνωσης του προοδευτικού χώρου υπό την ηγεμονία του Τσίπρα είναι μικρές. Οι αποκαλύψεις για Καλογρίτσα, Μιωνή, αλλά και η «Παπαδημούπολη» έχουν παγώσει τους σοβαρούς ανθρώπους της Κεντροαριστεράς, στους οποίους ήλπιζε ο Τσίπρας για να διεμβολίσει το ΚΙΝ.ΑΛ. Το κυριότερο, όμως, είναι ότι κονιορτοποίησε το λεγόμενο ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς.
5 Την υπόθεση της Κεντροαριστεράς όμως δεν φαίνεται, σύμφωνα με τα δημοσκοπικά ευρήματα, να μπορεί να την κερδίσει ούτε και το ΚΙΝ.ΑΛ. Δεν είναι τυχαίο ότι από τις διαρροές της Κουμουνδούρου δεν επωφελείται η Χαριλάου Τρικούπη, αλλά η Πειραιώς. Οι (κατά βάσιν) πρώην ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ, που είχαν πάει στον ΣΥΡΙΖΑ και τώρα φεύγουν, προτιμούν να πάνε στη Ν.Δ. παρά να επιστρέψουν οίκαδε. Οι περί τα εκλογικά ειδήμονες υποστηρίζουν ότι η επιλογή τους αυτή συναρτάται και με την αντιπολίτευση που ασκεί το ΚΙΝ.ΑΛ., η οποία έχει ως αποτέλεσμα περισσότεροι από τα 2/3 των ψηφοφόρων του να προτιμούν συνεργασία με τη δεξιά Ν.Δ. και όχι με τον αριστερό ΣΥΡΙΖΑ.
η φωφη και οι μικροι
Η δημοσκοπική «δίαιτα» της Χαριλάου Τρικούπη είναι, για τους αναλυτές, φυσιολογική. Οχι μόνο επειδή δίνεται η εντύπωση ότι βασικός της αντίπαλος είναι η προηγούμενη κυβέρνηση και όχι η υπάρχουσα, αλλά γιατί οι ψηφοφόροι του ΚΙΝ.ΑΛ. είναι κυρίως ηλικιωμένοι (65+ ετών) που ζουν με τις αναμνήσεις του ΠΑΣΟΚ. Στις νεαρές ηλικίες (17-34) το ακροατήριό του είναι περιορισμένο, ενώ μικρή είναι και η απήχηση του λόγου του στους «παραγωγικούς» πολίτες, τους κάτω των 50 ετών. «Η νεολαία σχεδόν δεν ακούει τη Φώφη Γεννηματά, ενώ οι τεχνοκράτες και οι κοσμοπολίτες έχουν ανοιχτά τα αυτιά τους στον Κυριάκο Μητσοτάκη», είναι το γενικό συμπέρασμα των δημοσκόπων.
6 Ενα ακόμη συμπέρασμα των ποιοτικών ερευνών είναι ότι η Ν.Δ. υπό την ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη αποκτά χαρακτηριστικά που μέχρι και πριν λίγα χρόνια ήταν είτε εκτός των προτεραιοτήτων της, είτε αποτελούσαν προνόμιο της Κεντροαριστεράς. Πλέον στα θέματα του περιβάλλοντος και των δικαιωμάτων των μειονοτήτων (π.χ. ΛΟΑΤΚΙ) ελάχιστα διαφέρουν οι θέσεις από αυτές της Κεντροαριστεράς, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις, όπως η απολιγνιτοποίηση, εμφανίζονται και πιο προωθημένες σε σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ. Το έργο του Τσίπρα να αντιπαρατεθεί στον Μητσοτάκη γίνεται έτι δυσκολότερο από τη στιγμή που ο πρωθυπουργός εμφανίζεται να αλλάζει απόψεις και σε θέματα όπως αυτά που αφορούν τον δημόσιο χαρακτήρα της υγείας και την προστασία της εργασίας. «Η ετοιμότητα του Κυριάκου να αποκηρύξει στην περίοδο της κρίσης νεοφιλελεύθερες ιδέες και να εμφανιστεί υπέρμαχος κεϊνσιανών πολιτικών στερεί από τον Τσίπρα το επιχείρημα περί κυνικού και νεοφιλελεύθερου πολιτικού, που δεν τον ενδιαφέρουν οι εργαζόμενοι και οι πολίτες, αλλά οι επιχειρηματίες και οι ελίτ», μας λέει στενός συνεργάτης του πρωθυπουργού που είναι επιφορτισμένος με τη μελέτη των (φανερών και μυστικών) δημοσκοπήσεων. Η μετατόπιση της Ν.Δ. προς το Κέντρο διευκολύνεται και από το γεγονός ότι μετά από πολλά χρόνια δεν υπάρχει σοβαρή απειλή εκ δεξιών της. Η Χρυσή Αυγή διαλύθηκε, ενώ το κόμμα του Κυριάκου Βελόπουλου το πιθανότερο είναι να έχει την τύχη του ΛΑΟΣ του Γιώργου Καρατζαφέρη.
7 Τέλος, για τους περισσότερους εκ των δημοσκόπων-αναλυτών, το σημαντικότερο εύρημα που επικαθορίζει τις εξελίξεις είναι η απάντηση ότι «ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ θα τα έκαναν χειρότερα», ιδιαίτερα στην αντιμετώπιση της πανδημίας του COVID-19, αλλά και στη διαχείριση των τρεχουσών κυβερνητικών και κρατικών υποθέσεων. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η δημοσκοπική υπεροχή της κυβέρνησης θα δοκιμαστεί σε περίπτωση που ο κορωνοϊός επιστρέψει δριμύτερος και οι επιπτώσεις στην οικονομία και την απασχόληση δεν καταστεί δυνατόν να ελεγχθούν. Το πρόσθετο πλεονέκτημα για την κυβέρνηση είναι ότι οι πολίτες ελπίζουν περισσότερο στον Μητσοτάκη και τη Ν.Δ. παρά στον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ για να διαχειριστούν το ευρωπαϊκό πακέτο βοήθειας. Ο άλλος, μετά τον κορωνοϊό, απρόβλεπτος παράγων είναι ο Ερντογάν. Εάν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις επιβαρυνθούν και με πράξεις που αμφισβητούν ευθέως και καταφανώς τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας, τότε τα πάντα μπορεί να αλλάξουν. Αυτά όμως δεν μπορούν να τα προβλέψουν οι δημοσκοπήσεις, ούτε αυτοί που μελετούν τις στιγμιαίες φωτογραφίες…