Οι αυτοδιοικητικές εκλογές του 2019 καταλαμβάνουν ήδη μεγάλο εμβαδόν της πολιτικής επικαιρότητας, χωρίς όμως να απασχολούν ισομερώς τους πολίτες. Οι τοπικές κοινωνίες παραμένουν ανέκφραστες, επιφυλακτικές, σιωπηλές και κυρίως υποψιασμένες. Το εκκρεμές λοιπόν υφίσταται, αλλά δεν λειτουργεί. Ο παραγόμενος δημόσιος θόρυβος εκπέμπεται, μονότονα, κοινότυπα και ανυπόφορα από τα οχλοβοούντα προσωπικά στρατηγήματα τοπικών δημογεροντιών, διαπλεκομένων με τυφλές κομματικές επιλογές και με πάσης φύσης συμφέροντα, αριθμούμενων σε αυτά και των συμφερόντων, που εκπροσωπούνται ή πρακτορεύονται από κάποια ΜΜΕ και από περιβόητα και μίσθαρνα sites.
Οι παγωμένες εικόνες των πανηγυριών του απελθόντος θέρους, τα εσχάτως παρατηρούμενα στριμωξίδια για μια δημόσια χειραψία χάριν χρήσματος, οι εκδηλώσεις αιφνίδιων ερώτων και όψιμων ρήξεων και οι δημόσιες φωτογραφίσεις επιβεβαιώνουν τις προλογικές διαπιστώσεις.
Το τοπίο όμως αυτό, δεν προσήκει στο αυτοδιοικητικό διακύβευμα του 2019 και στην καθιέρωση της απλής αναλογικής ως εκλογικού συστήματος για την ανάδειξη των τοπικών πολιτικών ηγεσιών. Η απλή αναλογική έχει πολιτικά προαπαιτούμενα, καθώς δεν είναι μόνον μια κάποια μαθηματική μηχανική για την αυθεντική μετατροπή της λαϊκής ψήφου σε πολιτική αντιπροσώπευση. Η απλή αναλογική, προϋποθέτει κριτήρια, διλλήματα, δημοκρατική συνείδηση, διαφάνεια, καθαρότητα, προγραμματική δέσμευση σε πολιτικούς στόχους, συνέπεια, ευθύνη και εμπεδωμένη ηθική διαλόγου. Η απλή αναλογική, δεν μπορεί να οδηγήσει και να παράξει συναινέσεις μετά το πέρας της εκλογικής διαδικασίας. Οι συναινέσεις αυτές πρέπει να οικοδομηθούν από πριν και εντός της κοινωνίας των πολιτών. Η ουδετερότητα των τοπικών κοινωνιών και η μουρμούρα τους, πρέπει να απελευθερωθούν, ώστε να προκύψει ο διάλογος, η σύνθεση και η κατεύθυνση. Στο πλαίσιο αυτό, η Αριστερά έχει πολιτική υποχρέωση, να ηγηθεί αυτής της διαδικασίας, κινητοποιώντας κάθε ενεργό, ριζοσπαστικό, προοδευτικό και δημοκρατικό πολίτη, καθώς και κάθε συλλογικότητα. Η πολιτική αυτή υποχρέωση της Αριστεράς, δεν αποσβένει την υποχρέωση κάθε πολίτη να τοποθετηθεί και να συμβάλλει δημόσια, καθώς ήδη σειρήνες, κύκλωπες και λαιστρυγόνες κυκλοφορούν ασκαρδαμυκτί, επιχειρώντας να πλανέψουν, να παγιδέψουν, να εγκλωβίσουν και τελικώς να υποκλέψουν την αυτοδιοικητική ψήφο. Το βάρος της ζαλιάς του ενεργού πολίτη επιτάσσει κυρίως την πρωτόλεια καταγραφή των δεδομένων, που συμπυκνώνουν την γεωγραφία των τοπικών κοινωνιών, του όμορφου και μυθικού μας νότου. Τα δεδομένα αυτά μπορούν να περιγραφούν με άτακτη σειρά ως ακολούθως :
α. Η τοπική αυτοδιοίκηση δεν μπορεί να υπηρετήσει το τοπικό συμφέρον, αν δεν είναι ριζοσπαστική, καινοτόμα, διαυγής και αυτόνομη. Το μέλλον δεν προκύπτει και δεν ταχυδρομείται. Το μέλλον είναι αγκυροβολημένο μέσα στην ψυχή και στην ανάγκη των τοπικών κοινωνιών. Το μέλλον και το τοπικό συμφέρον, επινοείται, ανακαλύπτεται, κατασκευάζεται, περιγράφεται, γοητεύει και κινητοποιεί.
β. Η τοπική αυτοδιοίκηση και οι θεσμοί της δεν είναι μηχανισμοί εξυπηρέτησης προσωπικών υστεροβουλιών, διαχείρισης της πραγματικότητας και αναπαλαίωσης των σπαραγμάτων και των ρωγμών της και κυρίως δεν είναι εργαλείο πρακτόρευσης κομματικών παιγνίων και οικονομικών συμφερόντων.
γ. Τα πολιτικά κόμματα, ως πολιτικά υποκείμενα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας έχουν προφανώς δικαιολογημένο ενδιαφέρον για τις τοπικές κοινωνίες και την πολιτική τους διοίκηση. Η εμπλοκή όμως των κομμάτων στην τοπική αυτοδιοίκηση δεν μπορεί να δικαιολογήσει ή να παραγάγει πολιτική πατρωνία, ούτε να συντηρήσει την αδράνεια των προκρίτων της. Προφανώς, δε όλα τα κόμματα δεν είναι ίδια, πλέον του ό,τι μια από τις διαφορές τους έγκειται και στο πως αντιλαμβάνονται την αυτοδιοίκηση και την λειτουργία της.
δ. Η απλή αναλογική προαπαιτεί ανυπόκριτο πολιτικό διάλογο με τις τοπικές κοινωνίες, με εγγυήσεις εντιμότητας και καθαρότητας. Προαπαιτεί επίσης, την χρήση κριτηρίων για την επιλογή των προσώπων, όπως προαπαιτεί την διαμόρφωση και την κατάφαση ενός πολιτικού σχεδίου για την άσκηση της αυτοδιοικητικής πολιτικής.
ε. Η απλή αναλογική δεν πρέπει να εκληφθεί ως ευκαιρία για την διόγκωση της υποψηφιακής βουλιμίας ή ως αφετηρία για την απελευθέρωση προσωπικών σχεδιασμών, σαρακοφαγωμένων καπριτσιών και ιδιοτελών στοχοθεσιών. Η απλή αναλογική και η εμπέδωση του πολιτικού και εν τέλει πολιτιστικού της φορτίου, οφείλει να παράξει έγκαιρα προγραμματικές δεσμεύσεις και να διαχύσει στις τοπικές κοινωνίες την πολιτική ενότητα, ενότητα που είναι απαραίτητη για την ήττα του προυχοντισμού των υφιστάμενων στην Μεσσηνία και στην Πελοπόννησο από το 2010 αυτοθαυμαζομένων αυτοδιοικητικών διοικήσεων.
στ. Στην Μεσσηνία και στην Πελοπόννησο, οι ασκούντες την διοίκηση των τοπικών υποθέσεων από το 2010, είναι γνωστοί και μη εξαιρετέοι. Γνωστός όμως, είναι και ο μακρύς κατάλογος των κατορθωμάτων τους, ο κατάλογος αυτός περιλαμβάνει ενδεικτικώς, την αποτυχία τους να επιλύσουν το ζήτημα της διαχείρισης των σκουπιδιών, την αποτυχία τους να εγγυηθούν ένα ασφαλές και λειτουργικό οδικό δίκτυο ( περιφερειακό, αστικό, αγροτικό), την αποτυχία τους να κινητοποιήσουν τις παραγωγικές δυνάμεις του τόπου, να τις κατευθύνουν και να τις πολλαπλασιάσουν, την αποτυχία τους να παράξουν μετρήσιμο κοινωνικό έργο και δράσεις, την αποτυχία τους να οργανώσουν δημόσιες τοπικές πολιτικές χάριν της νεολαίας και του πολιτισμού, σε έναν τόπο, που έχει πάψει να αναπαράγεται και βιολογικά, την αποτυχία τους να προστατέψουν τις ζωές και τις περιουσίες από τις διακινδυνεύσεις φυσικών φαινομένων κλπ. Η χαμένη αυτή περίοδος πρέπει να τελειώσει, άλλως τα επόμενα χρόνια θα προστεθούν και αυτά στα ήδη χαμένα, για τον τόπο και συγχρόνως θα προσμετρηθούν ως κερδισμένα από την έχουσα βαρύ παρελθόν δημογεροντία του, η οποία πεισμόνως επιζητεί την αναπαραγωγή της, καθότι αυτή αποτελεί εκτός των άλλων και κλασική μέθοδο του βιοπορισμού της.
ζ. Από τον κατάλογο δεν μπορεί όμως να απουσιάζει η διαπίστωση άλλοτε της υστέρησης, άλλοτε της κόπωσης, και άλλοτε της αδυναμίας των υφισταμένων αυτοδιοικητικών αντιπολιτεύσεων, να αναμετρηθούν έγκαιρα, αποτελεσματικά και δυναμικά με τους διοικούντες τους δήμους και την Περιφέρεια. Το έλλειμμα αυτό επιβάλλει την θεωρητική επεξεργασία και τον προγραμματικό λόγο, που απαιτεί η επιζητούμενη από την κοινωνία αλλαγή της σελίδας. Η χρονική κλεψύδρα έχει αρχίσει να αδειάζει, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι ο λαγός είναι πιο γρήγορος από την χελώνα.
η. Η συζήτηση για τον μνημονιακό εφιάλτη, τις αιτίες του και τις κοινωνικές και προσωπικές συνέπειές του, τώρα ανοίγει, και από αυτή δεν εξαιρούνται όσοι άσκησαν τη διοίκηση των τοπικών υποθέσεων και την διαχείριση των προϋπολογισμών τους. Η συζήτηση αυτή συμπεριλαμβάνει κυρίως τις υφιστάμενες αυτοδιοικητικές διοικήσεις από το 2010 έως και σήμερα, οι οποίες χάριν της πολιτικής τους καταγωγής και της κομματικής τους χαύνωσης, το παίζουν όχι απλώς ανίδεες, αλλά και ολότελα ανήξερες, χειροκροτώντας το είδωλό τους σε συνεστιάσεις ξενοδοχείων μετ’ εισιτηρίου ή ευχόμενες αναιδώς στην Αριστερά να πάει στον αγύριστο, τόπο που μάλλον θα έχουν γνωρίσει.
Η συνοπτική αυτή διατύπωση δεν φιλοδοξεί να συμβάλλει στην ανακάλυψη της πυρίτιδας, αφού γι αυτό φρόντισαν οι κινέζοι πριν πολλούς αιώνες. Φιλοδοξεί απλώς να περιγράψει το πολιτικό περιβάλλον και να προσδιορίσει τα λάθη, τα οποία δεν πρέπει να (ξανα)κάνουμε. Επίσης, αρθρώνεται προκειμένου να υποδηλώσει με ειλικρίνεια τους όρους και τα όρια της συμβολής των ενεργών πολιτών στην διαδικασία που θα οδηγήσει στην μαγιάτικη επιλογή των νέων τοπικών πολιτικών διοικήσεων. Ενεργός πολίτης δεν είναι ο αναλώσιμος ή ο a la carte διαθέσιμος πολίτης. Είναι απλώς ο ανήσυχος πολίτης που θα εξακολουθήσει να σηκώνει τη ζαλιά του πορευόμενος μοναχικά μέσα και δίπλα στην κοινωνία ασχέτως τίτλων και ιδιοτήτων.
Παναγιώτης Γιαννόπουλος
Δικηγόρος