Σκεφθείτε για μια στιγμή έναν άνθρωπο αυτοδημιούργητο, ο οποίος διάβασε και δούλεψε πολύ για να φθάσει ψηλά. Χωρίς ιδιαίτερες διασυνδέσεις, κατάφερε κάτι σπάνιο σε αυτόν τον τόπο: να αναγνωρισθεί γι’ αυτό που είναι, όχι γι’ αυτούς που ξέρει ή επειδή είχε «πλάτες».
Κάποια στιγμή που η πατρίδα τον χρειάστηκε τα έδωσε όλα. Δούλευε νύχτα-μέρα, σταμάτησε το κομμάτι της εργασίας του από το οποίο μπορούσε να ζήσει και αφοσιώθηκε στο καθήκον του. Η συντριπτική πλειονότητα των συμπολιτών του τον αποδέχθηκε σαν έναν άριστο, έναν ειδικό στον οποίο μπορούσε να βασιστεί τις δύσκολες ώρες μιας πρωτόγνωρης κρίσης. Τους κέρδισαν το απλό στυλ του, η γνώση και η ευαισθησία του.
Κάθε κοινωνία έχει, όμως, και ένα σκοτεινό κομμάτι. Ειδικά στην εποχή μας. Το μίσος, η συνωμοσιολογία, η ανάγκη να γκρεμίσεις ό,τι στέκεται όρθιο στον τόπο είναι δυνάμεις ισχυρές, με τις οποίες δύσκολα παλεύει κάποιος. Ξαφνικά, ένας άνθρωπος που είχε μάθει να ζει με την οικογένειά του, την επιστήμη του και την πίστη του βρέθηκε αντιμέτωπος με το «κτήνος». Αρχισαν οι απειλές, ακόμη και για τη ζωή του. Οι βρώμικες επιθέσεις έδιναν κι έπαιρναν μαζί με αγωγές διαφόρων. Είναι πολύ δύσκολο να μπει κανείς στη θέση του. Από την «ησυχία» σου να βρίσκεσαι στο μάτι ενός κυκλώνα. Μιλάμε για έναν άνθρωπο που δεν έχει, ευτυχώς, αποκτήσει τη χοντρή «πέτσα» πολιτικών, δημοσιογράφων κ.ά. που έχουν ψηθεί στο αφόρητο ελληνικό καμίνι της δημόσιας ζωής. Δεν έχει συνηθίσει τις υπεργολαβικές επιθέσεις, τη δολοφονία χαρακτήρα με τόνους λάσπης, τις μεταμεσονύχτιες κατάρες ψεκασμένων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Προφανώς νιώθει ευάλωτος και ίσως να αναρωτιέται μέσα του «γιατί έμπλεξα;». Διότι χρήματα δεν έβγαλε· μάλλον έχασε.
Αυτή είναι μία από τις μεγαλύτερες κατάρες του τόπου σήμερα. Οι καλοί, οι σοβαροί, οι σεμνοί φοβούνται να ασχοληθούν με τον δημόσιο βίο, για να μην «μπλέξουν». Αν δεν υπάρξει μια «συνωμοσία του καλού» από όλες τις υπεύθυνες πολιτικές δυνάμεις και τους σοβαρούς Ελληνες για να προστατευθούν τέτοιοι άνθρωποι και να μπορεί η ελληνική πολιτεία να τους ανταμείψει επαρκώς, θα περάσουμε πολύ δύσκολα. Γιατί στην επόμενη πανδημία, κρίση ή ό,τι άλλο βρούμε στον δρόμο μας ως χώρα, θα ψάχνουμε να βρούμε ανθρώπους να προσφέρουν κι εκείνοι θα κρύβονται.
του Αλέξη Παπαχελά από τo www.kathimerini.gr