«Ενα ποτηράκι είναι, δεν πειράζει», «Είμαι καλά, δεν με πιάνει το ποτό», «Δεν γίνονται αλκοτέστ, δεν θα με πιάσουν» είναι μερικές από τις φράσεις που έχουμε ακούσει οι περισσότεροι κατά τη διάρκεια βραδινής εξόδου. Μπορεί να αποτελεί δυστυχώς διαδεδομένη πεποίθηση ότι το αλκοόλ μπορεί να συνδυαστεί με το τιμόνι, ωστόσο τα δεδομένα διαψεύδουν κατηγορηματικά κάτι τέτοιο.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η συζήτηση για την περαιτέρω μείωση του ανώτερου ορίου αλκοόλ στο αίμα κατά την οδήγηση έχει ανάψει, με ορισμένες από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης να έχουν προχωρήσει σε μηδενισμό του ορίου. Η μείωση μάλιστα του ορίου έχει οδηγήσει σε σημαντική βελτίωση της οδικής ασφάλειας στις χώρες που επέλεξαν πιο αυστηρά κριτήρια, ωστόσο, όπως επισημαίνει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Οδικής Ασφάλειας (ETSC – European Transport Safety Council), είναι επιβεβλημένη η συστηματική αστυνόμευση που θα διασφαλίσει την αποτελεσματικότητα του μέτρου.
Συνολικά είκοσι χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης έχουν καθιερώσει το ανώτερο επιτρεπόμενο όριο αλκοόλ στο αίμα στα 0,5 g/L. Μεταξύ αυτών είναι και η Ελλάδα, η οποία εξακολουθεί να καταγράφει ιδιαίτερα ανησυχητικές επιδόσεις ως προς την οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ. Η πλειονότητα βέβαια των χωρών που διατηρεί το όριο του αλκοόλ στα 0,5 g/L φαίνεται ότι επεξεργάζεται σοβαρά το ενδεχόμενο μηδενισμού του ορίου.
Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι όταν περιορίζεις τη νόμιμη ποσότητα κατανάλωσης αλκοόλ σε έναν οδηγό, ο ίδιος συμμορφώνεται ευκολότερα. Προϋπόθεση βέβαια είναι η βεβαιότητα του ελέγχου από την Τροχαία. Εσθονία, Νορβηγία, Πολωνία και Σουηδία είναι οι χώρες που αποφάσισαν πρόσφατα τη μείωση του ορίου στα 0,2 g/L και διαπίστωσαν ταχύτατα σημαντική βελτίωση των δεικτών οδικής ασφάλειας. Η Τσεχία, η Ουγγαρία, η Ρουμανία και η Σλοβακία από την άλλη προχώρησαν σε πιο δραστικά μέτρα μηδενίζοντας εντελώς το επιτρεπόμενο όριο αλκοόλ κατά την οδήγηση.
Ενδεικτικά των ανησυχητικών επιδόσεων στη χώρα μας είναι τα συγκριτικά στοιχεία του συνολικού αριθμού παραβατών αλκοτέστ που θέλουν τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης να μετράει 6.669 άτομα να οδηγούν υπό την επήρεια οινοπνεύματος έναντι 19.096 οδηγών στην Ελλάδα (2020). Η προηγούμενη χρονιά (2019) βρίσκει τη χώρα μας με 31.557 παραβάτες έναντι 7.152 στην Ε.Ε. (μέσος όρος). Η μείωση που καταγράφηκε το 2020 σε σχέση με το 2019 αποδίδεται αποκλειστικά στα μέτρα περιορισμού των μετακινήσεων, γεγονός το οποίο επισημαίνεται και από τον ETSC.
«Η μείωση του όγκου της κυκλοφορίας, ως αποτέλεσμα της πανδημίας COVID-19, είχε σαφή αντίκτυπο, αν και μη μετρήσιμο, στον αριθμό των θανάτων από τροχαία δυστυχήματα», αναφέρει χαρακτηριστικά το ETSC σε σχετική έκθεσή του.
Ενα «έξυπνο» σύστημα
Αρκετές χώρες της Ε.Ε. (Φινλανδία, Σουηδία, Δανία, Λιθουανία, Πολωνία, Ολλανδία, Βέλγιο, Αυστρία, Γαλλία, Ιταλία) επέλεξαν την υποχρεωτική χρήση συστήματος μέτρησης αλκοόλ (alcohol interlock system) στα οχήματα των παραβατών για την επανένταξή τους στους δρόμους αντί της στέρησης του διπλώματος οδήγησης. Πρόκειται για ένα σύστημα που ενσωματώνεται στο όχημα και διενεργεί αλκοτέστ στον οδηγό πριν ξεκινήσει. Σε περίπτωση που το αλκοτέστ «δείξει» ότι ο οδηγός έχει καταναλώσει αλκοόλ, το όχημα κλειδώνει τη μηχανή του και δεν μπορεί να οδηγήσει. Εμπειρικά διαπιστώθηκε ότι η παρουσία τέτοιων συστημάτων οδηγεί σε ασφαλέστερη επανένταξη του παραβάτη στους δρόμους απ’ ό,τι η στέρηση του διπλώματος οδήγησης για ένα διάστημα.
Υπάρχουν φωνές που θέλουν την υποχρεωτική τοποθέτηση του εν λόγω συστήματος σε όλα τα επαγγελματικά οχήματα, με έμφαση τα βαρέα φορτηγά, με κυρίαρχο εμπόδιο το υψηλό κόστος. Ανασταλτικός παράγοντας, όπως περιγράφεται από το ETSC, είναι το γεγονός ότι δεν μοιράζονται όλες οι χώρες της Ε.Ε. το ίδιο όριο αλκοόλ για τους επαγγελματίες οδηγούς. Ετσι καθίσταται ιδιαίτερα δύσκολη η χρήση του συγκεκριμένου συστήματος από τους επαγγελματίες οι οποίοι μετακινούνται από χώρα σε χώρα.
Από την άλλη, για τους νέους οδηγούς (άτομα που κατέχουν δίπλωμα οδήγησης για λιγότερο από ένα χρόνο) η σχετική μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το όφελος από την αποτροπή ατυχημάτων είναι σημαντικά υψηλότερο από το κόστος τοποθέτησης του εν λόγω συστήματος.
Θα γίνει τελικά πιο αυστηρός ο ΚΟΚ;
Η όποια αλλαγή στη νομοθεσία δεν μπορεί να επιβληθεί συνολικά στην Ευρωπαϊκή Ενωση αλλά σε επίπεδο κράτους-μέλους, όπως υποστηρίζουν οι φορείς της Ενωσης, τονίζοντας ταυτόχρονα την επιτακτική ανάγκη λήψης μέτρων που θα προάγουν την οδική ασφάλεια. Κατά συνέπεια, δεν φαίνεται στον ορίζοντα η θέσπιση ενιαίων επιτρεπόμενων ορίων αλκοόλ στο αίμα για τους οδηγούς, ούτε όμως μπορεί να αποφασιστεί η υποχρέωση χρήσης του συστήματος μέτρησης αλκοόλ στο όχημα που «κλειδώνει» τη μηχανή (alcohol interlock system), καθώς απαιτεί πόρους τους οποίους δεν διαθέτουν όλα τα κράτη-μέλη.
Στη χώρα μας επίκειται αλλαγή του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, με την κατεύθυνσή του να θέλει αυστηροποίηση ορισμένων προβλέψεων. Στο επίκεντρο της συζήτησης της Επιτροπής Οδικής Ασφάλειας του υπουργείου Υποδομών, που μελετά τις αλλαγές στον ΚΟΚ, βρίσκονται τα όρια ταχύτητας κυκλοφορίας στους δρόμους αλλά και τα επιτρεπόμενα όρια αλκοόλ. Πληροφορίες αναφέρουν ότι υπάρχουν διαφωνίες ως προς το ενδεχόμενο μείωσης του ορίου κάτω από τα 0,5g/L που ισχύουν σήμερα, με κύρια αιτία τη δυσκολία που παρατηρείται στους ελέγχους της Τροχαίας. Οπως επισημαίνουν και οι ερευνητές του ETSC, τίθεται υπό αμφισβήτηση η αποτελεσματικότητα πιθανής μείωσης ορίου αλκοόλ στην περίπτωση που δεν διασφαλίζεται η συστηματική αστυνόμευση. Ωστόσο υπάρχουν απόψεις που υποστηρίζουν ότι ένα χαμηλότερο όριο συγκρατεί τον οδηγό από το να πιει το ένα ποτηράκι παραπάνω. Στην παρούσα φάση δεν έχουν ληφθεί οριστικές αποφάσεις, ωστόσο η συζήτηση παραμένει ενεργή. Το βέβαιο είναι ότι η φιλοσοφία του νέου ΚΟΚ θέλει την ψηφιοποίηση της πλειονότητας των διαδικασιών, όπως είναι ο καταλογισμός των προστίμων, οι βαθμοί στο point system αλλά και η δυνατότητα πληρωμής του προστίμου ηλεκτρονικά. Πρόκειται να καθιερωθεί ηλεκτρονική διαδικασία για την παρακολούθηση των παραβάσεων του ΚΟΚ, ώστε να μπορεί η Τροχαία να γνωρίζει την οδηγική συμπεριφορά των οδηγών. Η ηλεκτρονική καταγραφή των δεδομένων επιτρέπει τη συλλογή στατιστικών στοιχείων για το είδος και τη συχνότητα της παραβατικότητας των Ελλήνων οδηγών, που στη συνέχεια θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη λήψη ανάλογων μέτρων.
πηγή: www.kathimerini.gr