Κυριακή
15
Δεκέμβριος
TOP

«Μακραίνει» ο λογαριασμός των καυσώνων για τη διεθνή οικονομία

Άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις έχουν οι υψηλές θερμοκρασίες στην παγκόσμια οικονομία, καθώς οι επικίνδυνες καιρικές συνθήκες υποχρεώνουν τους εργαζομένους να μείνουν στα σπίτια τους ή να μειώσουν τα ωράριά τους, καθώς και τις επιχειρήσεις να κατεβάσουν ρολά, έστω προσωρινά.

Σε κάθε περίπτωση, ο «λογαριασμός» των καυσώνων φαίνεται πως είναι πολύ μεγαλύτερος σε σχέση με παλαιότερες εκτιμήσεις. «Πολλές έρευνες έχουν αξιολογήσει τον αντίκτυπο της ακραίας ζέστης στην υγεία και τον κίνδυνο θανάτου, όπως και στην παραγωγικότητα των εργαζομένων σε συγκεκριμένους τομείς, για παράδειγμα στη γεωργία και τις κατασκευές», δήλωσε στο Business Insider, ο Justin Mankin, επίκουρος καθηγητής γεωγραφίας στο Dartmouth. Τα νέα οικονομικά δεδομένα και τα πιο ανεπτυγμένα κλιματικά μοντέλα διευκολύνουν πλέον τη μέτρηση του αποτυπώματος που αφήνουν οι καύσωνες στη διεθνή οικονομία.

Ειδικότερα, μεταξύ του 1992 και του 2013, ο κόσμος «έχασε» 16 τρισ. δολάρια κατά μέσον όρο λόγω των υψηλών θερμοκρασιών, σύμφωνα με έρευνα, η οποία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Science Advances. Η οικονομική ζημία ήταν πολύ μεγαλύτερη στις φτωχές τροπικές χώρες, φτάνοντας στις περιοχές αυτές έως και στο 6,7% του κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Το οικονομικό πλήγμα για τις πλουσιότερες ώρες ανήλθε στο 1,5% του ΑΕΠ.

Η συγκεκριμένη έρευνα καταδεικνύει τα άνισα βάρη της κλιματικής κρίσης, ιδίως διότι οι πλούσιες χώρες είναι και περισσότερο ρυπογόνες, δήλωσε ο Mankin. Οι οικονομίες με χαμηλό κατά κεφαλήν εισόδημα τείνουν να είναι πιο ευάλωτες στους καύσωνες και άλλου είδους καταστροφές, διότι κατά κανόνα βασίζονται στη γεωργία, ένα μεγάλο μερίδιο του εργατικού δυναμικού δουλεύει σε εξωτερικούς χώρους και οι ενεργειακές υποδομές δεν είναι ανθεκτικές σε ακραίες καιρικές συνθήκες.

Η ίδια έρευνα ανέδειξε το κόστος της αδράνειας. «Το κόστος της ακραίας ζέστης δεν περιλαμβάνει το σύνολο της οικονομικής επιβάρυνσης της κλιματικής αλλαγής», δήλωσε ο Mankin. «Συνεπώς, αυτό δείχνει ότι η οικονομία μας, όπως η ποιότητα ζωής που διασφαλίζουμε μέσω αυτής, είναι πολύ πιο ευαίσθητη στο κλίμα απ’ ό,τι πιστεύαμε παλαιότερα», συμπλήρωσε.

Οι ειδήσεις από ολόκληρο τον κόσμο το τελευταίο διάστημα απέδειξαν αυτή την ευαισθησία, καθώς ο Ιούλιος εκτιμάται πως ήταν ο θερμότερος μήνας στην ιστορία. Στις ΗΠΑ, οι ερευνητές κατέληξαν ότι μόνο η μείωση της παραγωγικότητας των εργαζομένων όσο επικρατούσαν υψηλές θερμοκρασίες κοστίζει στη χώρα 100 δισ. κάθε χρόνο. Το ποσό αυτό ενδέχεται να διπλασιαστεί μέχρι το 2030 και να φτάσει σε περίπου 0,5% του ΑΕΠ. Το κόστος βέβαια ανεβαίνει εάν συνυπολογίσει κανείς τη συρρίκνωση της σοδειάς και τα προβλήματα υγείας που προκαλούνται.

Και βέβαια, το τελευταίο διάστημα οι καύσωνες σάρωσαν τη Νότια Ευρώπη και τη Βόρεια Αφρική, ενδεχομένως επιβαρύνοντας την τουριστική βιομηχανία.

Σύμφωνα με την ευρωπαϊκή αρχή περιβάλλοντος, η Ε.Ε. έχασε τουλάχιστον 600 τρισ. δολάρια μεταξύ 1980 και 2021 λόγω ακραίων καιρικών φαινομένων. Ο Mankin μάλιστα σχολίασε στο Business Insider πως το κόστος ενδέχεται να αποδειχθεί ακόμη υψηλότερο. «Η μέση θερμοκρασία ανεβαίνει, επομένως στατιστικά θα έχουμε περισσότερες ημέρες ακραίας ζέστης σε περισσότερα μέρη. Αξιοσημείωτος είναι ο αριθμός των ανθρώπων που επηρεάζει. Διαρκεί περισσότερο και επεκτείνεται σε μεγαλύτερες περιοχές», τόνισε.

πηγη moneyreview.gr με πληροφορίες από Business Insider