Παρασκευή
9
Μάιος
TOP

Η Μεσσηνία στο σταυροδρόμι της κλιματικής κρίσης και της ερημοποίησης

του Γιάννη Πάζιου

Διευθυντή Αγροτικού Συνεταιρισμού “Ένωση Μεσσηνίας”

Η κλιματική αλλαγή δεν είναι πλέον ένα θεωρητικό σενάριο για το μέλλον. Είναι παρούσα και επηρεάζει ήδη τη σταθερότητα της ελαιοκαλλιέργειας, πυλώνα της αγροτικής μας οικονομίας και ταυτότητας.

Η Ένωση Μεσσηνίας, σε συνεργασία με το Επιμελητήριο Μεσσηνίας και υπό την αιγίδα του Ιδρύματος Καπετάν Βασίλη & Κάρμεν Κωνσταντακόπουλου, χρηματοδοτήσαμε στοχευμένη επιστημονική μελέτη για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στον μεσσηνιακό ελαιώνα.

Η μελέτη εκπονήθηκε από τον Τομέα Μετεωρολογίας και Κλιματολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και είναι δημόσια διαθέσιμη για όλους.

Σύμφωνα με τα ευρήματά της, μέχρι το 2035:

  • Η μέση θερμοκρασία θα αυξηθεί κατά 1,5°C έως 2°C.
  • Οι ημέρες καύσωνα θα αυξηθούν κατά 30%-40%, προκαλώντας θερμικό στρες.
  • Η ανθοφορία θα μετατοπιστεί νωρίτερα κατά 10–15 ημέρες, με κινδύνους για την καρπόδεση.
  • Η ετήσια βροχόπτωση θα μειωθεί έως 15%, επιβαρύνοντας το ήδη οριακό υδατικό ισοζύγιο.
  • Από το 2040 και μετά, οι προσβολές από δάκο, ανθράκωση και κυκλοκόνιο εκτιμάται ότι θα αυξηθούν έως και 50%.

Οι επιπτώσεις αυτές δεν είναι ομοιόμορφες σε όλο τον νομό.

Η μελέτη αναδεικνύει και έναν ξεκάθαρο γεωγραφικό διαχωρισμό επιπτώσεων:

Στις δυτικές παραθαλάσσιες περιοχές, η υψηλή υγρασία και οι ήπιες θερμοκρασίες ευνοούν κυρίως εντομολογικές και μυκητολογικές προσβολές.

Στις ανατολικές και πιο ηπειρωτικές ζώνες, η άνοδος της θερμοκρασίας και η μείωση του ψύχους ευνοούν την εγκατάσταση εχθρών που παλαιότερα δεν επιβίωναν εκεί.

Αυτές οι διαφοροποιήσεις απαιτούν γεωγραφικά στοχευμένη στρατηγική προσαρμογής.

Το διάστημα 2025–2035 είναι η κρίσιμη δεκαετία. Είναι το μοναδικό παράθυρο ευκαιρίας για συντονισμένη προσαρμογή.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι πρώτες αναγκαίες παρεμβάσεις είναι:

  • Η βελτιστοποίηση της ποικιλιακής σύνθεσης με επιλογή ανθεκτικότερων ή πιο κατάλληλων κλώνων και υποκειμένων, με σεβασμό στην παραδοσιακή Κορωνέικη και την ποικιλία Καλαμών, όπου αυτό τεκμηριώνεται γεωτεχνικά.
  • Η έξυπνη διαχείριση του νερού, με συλλογή, αποθήκευση και αξιοποίηση βρόχινων πόρων.
  • Η ενίσχυση της φυτοπροστασίας προσαρμοσμένη στις νέες συνθήκες.
  • Η εκπαίδευση και στήριξη των παραγωγών, ώστε να αξιοποιούν νέα εργαλεία και τεχνογνωσία.
  • Δημόσιες πολιτικές με χωρική εξειδίκευση, γιατί το πρόβλημα δεν είναι οριζόντιο.

Η μελέτη δεν είναι απλώς μια αποτύπωση κινδύνων. Είναι εργαλείο προγραμματισμού. Μας δείχνει πού, πότε και πώς να κινηθούμε με τεκμηρίωση και όχι με εικασίες.

Θα προχωρήσουμε το επόμενο διάστημα σε ανοιχτές παρουσιάσεις, ενημερωτικές εκδηλώσεις και διαβούλευση με όλους τους εμπλεκόμενους. Είμαστε εδώ για να ενεργοποιήσουμε συνεργασίες – όχι για να παρατηρούμε εξελίξεις.

Παράλληλα, δεν μπορούμε να απομονώνουμε την κλιματική κρίση από τα υπόλοιπα προβλήματα της υπαίθρου.

Το αυξανόμενο κόστος παραγωγής, η έλλειψη εργατικών χεριών, το δημογραφικό αδιέξοδο, η εγκατάλειψη καλλιεργούμενων εκτάσεων και χωριών δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα.

Το έτος 2035 ίσως μοιάζει μακρινό, όμως αν δεν μεριμνήσουμε για μέτρα στήριξης του αγροτικού εισοδήματος και προσέλκυσης πληθυσμού στην ύπαιθρο, η εγκατάλειψη της παραγωγής και της γης μπορεί να προηγηθεί της ίδιας της κλιματικής κρίσης.

Χρειαζόμαστε ολιστικές πολιτικές, με συνοχή, συνέπεια και ταχύτητα.

Βάζουμε το πρώτο λιθαράκι με αυτή τη μελέτη.

Τώρα είναι η ώρα όλων μας – παραγωγών, συνεταιρισμών, θεσμικών φορέων και Πολιτείας – να δράσουμε.

Γιατί το μέλλον του μεσσηνιακού ελαιώνα είναι και μέλλον της ίδιας της Μεσσηνίας.

Η μελέτη είναι ελεύθερα προσβάσιμη στον σύνδεσμο: