«Χαμηλοί μισθοί, μια αγορά κατοικίας όπου έχει αυξηθεί κατακόρυφα ο ρυθμός αύξησης των τιμών ενοικίασης αλλά και πώλησης, πολιτικές που ενθαρρύνουν τους ξένους επενδυτές να τοποθετηθούν στην αγορά ακινήτων και μια οικονομία με πολύ υψηλή εξάρτηση από τον τουρισμό έχουν ως αποτέλεσμα τη μεγάλη δυσκολία των μόνιμων κατοίκων να αγοράσουν ή να νοικιάσουν στέγη». Τα παραπάνω χαρακτηριστικά περιγράφουν τη σημερινή κατάσταση στην Πορτογαλία, αλλά θα μπορούσαν κάλλιστα να αφορούν και την Ελλάδα, όπου τα τελευταία χρόνια η αγορά κατοικίας και το στεγαστικό πρόβλημα έχουν κάνει την εμφάνισή τους.
Το τίμημα της εξωστρέφειας
Εως ένα βαθμό, για την κατάσταση αυτή «ενοχοποιείται» η εξωστρέφεια αμφοτέρων των χωρών και το άνοιγμα των συνόρων σε αγοραστές από το εξωτερικό, όπως επίσης και σε ξένους επισκέπτες, που έχουν πολλαπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια, αξιοποιώντας τη δημοφιλία των βραχυχρόνιων μισθώσεων. Ωστόσο, όπως σημειώνουν στελέχη της αγοράς ακινήτων, τα κεφάλαια αυτά έχουν προσφέρει πολύ σημαντική ρευστότητα σε μια αγορά που έπνεε τα λοίσθια, ενώ ταυτόχρονα έχουν αναζωογονήσει ολόκληρες γειτονιές. Παράλληλα υπογραμμίζουν ότι ο βασικότερος λόγος για τον οποίο οι μόνιμοι κάτοικοι τόσο στην Πορτογαλία όσο και στην Ελλάδα αδυνατούν να αποκτήσουν πρόσβαση στην αγορά κατοικίας ή να νοικιάσουν σπίτι σε χαμηλή τιμή είναι κυρίως η σημαντική πτώση των εισοδημάτων των νοικοκυριών και η υποχώρηση της αγοραστικής τους δύναμης τα προηγούμενα χρόνια της οικονομικής κρίσης. Σύμφωνα με τον Λευτέρη Ποταμιάνο, πρόεδρο του Συλλόγου Μεσιτών Αθηνών – Αττικής, «η Πορτογαλία έχει μια πολύ σημαντική δομική διαφορά από την ελληνική αγορά κατοικίας. Συγκεκριμένα, η πολεοδόμηση των μεγάλων αστικών κέντρων είναι πολύ πιο αυστηρή από τη δική μας, μην επιτρέποντας τη μείξη διαφορετικών χρήσεων στην ίδια περιοχή, όπως συμβαίνει στα καθ’ ημάς, όπου βλέπουμε διάφορες περιοχές να συγκεντρώνουν κατοικίες, γραφεία, καταστήματα, ακόμη και βιομηχανικά ακίνητα στο ίδιο σημείο». Κατά τον ίδιο, αυτή η ευελιξία (έστω και κατά λάθος) είναι που έχει επιτρέψει τη μετατροπή παλιών βιομηχανικών κτιρίων και παρωχημένων κτιρίων γραφείων σε συγκροτήματα κατοικιών, όπου πλέον έχουν πολλαπλασιαστεί οι ανάγκες και η ζήτηση. «Βλέπουμε ότι η ανακατασκευή και η αλλαγή χρήσης σε πρώην επαγγελματικά ακίνητα, ώστε να λειτουργήσουν κατοικίες, έχει αποκτήσει σημαντικό ρεύμα στην αγορά, ακριβώς για να αυξηθεί η προσφορά κατοικιών, όπου υπάρχει μεγάλη ζήτηση», σημειώνει ο κ. Ποταμιάνος. Αυτό δεν είναι εύκολο να συμβεί στην Πορτογαλία, όπου οι γειτονιές στις μεγάλες πόλεις έχουν πιο σαφή και ξεκάθαρο χαρακτήρα, μην επιτρέποντας τη μετατροπή π.χ. ενός εμπορικού κέντρου σε συγκρότημα κατοικιών.
Στο πλαίσιο αυτό, την Πέμπτη η κυβέρνηση της Πορτογαλίας ανακοίνωσε ένα ευρύ πακέτο μέτρων για να αντιμετωπίσει την κρίση στέγης, αρχής γενομένης από την κατάργηση του ιδιαίτερα επιτυχημένου προγράμματος «χρυσή βίζα», το οποίο από το 2012, όταν ξεκίνησε να εφαρμόζεται, έχει αποφέρει συνολικά έσοδα της τάξεως των 6,8 δισ. ευρώ. Αντιστοίχως το ελληνικό πρόγραμμα, που ξεκίνησε από τα μέσα του 2014, αλλά οι πρώτοι επενδυτές άρχισαν να πραγματοποιούν αγορές το 2015, υπολογίζεται ότι έχει προσελκύσει συνολικές επενδύσεις της τάξεως των 2,5 δισ. ευρώ μέσω των 9.802 αδειών που είχαν εκδοθεί έως το τέλος του 2022. Αλλη μια ειδοποιός διαφορά του πορτογαλικού προγράμματος συγκριτικά με το ελληνικό ήταν η δυνατότητα αίτησης και για ιθαγένεια, δηλαδή για διαβατήριο, μετά το πέρας των πρώτων πέντε ετών ισχύος της άδειας παραμονής.
Πρώτα οι μόνιμοι κάτοικοι
Αλλο ένα μέτρο που ανακοίνωσε η πορτογαλική κυβέρνηση αφορά την παροχή κινήτρων στους ιδιοκτήτες για τη μετατροπή τουριστικών καταλυμάτων σε κατοικίες που θα εκμισθωθούν σε μόνιμους κατοίκους. Επίσης, θα περιοριστούν οι νέες άδειες για τη λειτουργία καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Ανάλογο πακέτο μέτρων έχει αρχίσει να εφαρμόζεται πλέον και στην ελληνική αγορά, αν και όχι με τέτοια έκταση απαγορεύσεων. Για παράδειγμα, από την 1η Μαΐου οι ξένοι επενδυτές που ενδιαφέρονται να αποκτήσουν άδεια παραμονής θα πρέπει να πληρώσουν διπλάσιο ποσό (500.000 ευρώ αντί για 250.000 ευρώ) στο κέντρο της Αθήνας, στα νότια και στα βόρεια προάστια, στη Μύκονο και στη Σαντορίνη, αλλά και στον Δήμο Θεσσαλονίκης. Αυτό γίνεται προκειμένου να στραφούν σε άλλες περιοχές, αφήνοντας «ζωτικό χώρο» στους μόνιμους κατοίκους, ώστε να μην αυξάνονται με τέτοιο ρυθμό οι τιμές πώλησης. Παράλληλα έχουν ανακοινωθεί και οδεύουν προς το στάδιο της εφαρμογής μια σειρά από πρωτοβουλίες, όπως η επιδότηση έως 10.000 ευρώ σε ιδιοκτήτες για την ανακαίνιση και εκμίσθωση παλιών ακινήτων, αποκλειστικά με συμφωνίες μακροχρόνιας ενοικίασης (από τρία έως πέντε έτη). Μεγαλύτερη προσφορά ενοικιαζόμενων κατοικιών προσδοκά να εξασφαλίσει η κυβέρνηση και μέσω της εφαρμογής του θεσμού της κοινωνικής αντιπαροχής. Με το εργαλείο αυτό θα αξιοποιηθούν κενά δημόσια ακίνητα, τα οποία θα διατεθούν σε ιδιώτες για την εκμετάλλευσή τους. Ταυτόχρονα έχει ξεκινήσει και το πρόγραμμα επιδότησης επιτοκίου για αγορά κατοικίας από νέους ηλικίας έως 39 ετών.
Πηγή: kathimerini.gr