Του Θανάση Κ.
Μπορεί να βρεθεί διπλωματική λύση στο Παλαιστινιακό πρόβλημα;
Η απάντηση αυτή τη στιγμή είναι, όχι!
Έτσι απλά και “ξερά”: Όχι!
* Μια διπλωματική λύση – δηλαδή χωρίς να μεσολαβήσει νέα πολεμική σύγκρουση – προϋποθέτει ότι οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές βρίσκουν έναν αμοιβαία αποδεκτό συμβιβασμό ανάμεσά τους…
Όμως σήμερα οι Παλαιστίνιοι ΔΕΝ είναι έτοιμοι να αναγνωρίσουν την ύπαρξη του κράτους του Ισραήλ. Κι ενώ δεν μπορούν να το νικήσουν – όσες φορές πολέμησαν μαζί του, έχασαν – εξακολουθούν να επιδιώκουν την… “καταστροφή” του.
Ακριβέστερα μετά την ιστορική συνάντηση Αράβων-Ισραήλ στη Μαδρίτη το 1991 και τις Συμφωνίες του Όσλο το 1993 (και στην Τάμπα της Αιγύπτου το 1995), το Ισραήλ αναγνώρισε την Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO), ως μοναδικό εκπρόσωπο του Παλαιστινιακού λαού, ενώ οι Παλαιστίνιοι συμφώνησαν να παραιτηθούν από τη χρήση βίας και να αναγνωρίσουν το δικαίωμα ύπαρξης του κράτους του Ισραήλ.
Παρ’ όλα αυτά στη Συνάντηση Κορυφής του 2000, στο Καμπ Ντέιβιντ των ΗΠΑ μεταξύ του Ισραηλινού Πρωθυπουργού Ehud Barak και του Παλαιστίνιου ηγέτη Γιασέρ Αραφάτ, η τελική συμφωνία που είχε προετοιμαστεί τα προηγούμενα χρόνια, ΔΕΝ επιτεύχθηκε.
Ο λόγος ήταν ότι οι Παλαιστίνιοι δεν δέχονταν να παραιτηθούν από κάθε άλλη διεκδίκηση σε βάρος του Ισραήλ. Μάλιστα, όταν ο Αραφάτ πιέστηκε να καταργήσει από το Καταστατικό Χάρτη της PLO τη βασική επιδίωξη “καταστροφής” του Κράτους του Ισραήλ, αντιπρότεινε ότι μπορούσε να το… αναστείλει για 10 χρόνια! Αλλά όχι να το καταργήσει…
Δηλαδή το Ισραήλ καλούνταν να υποχωρήσει απ’ όλα τα εδάφη που είχε κατακτήσει το 1967 – μετά από Πόλεμο που ΔΕΝ ξεκίνησε το Ισραήλ, τον είχαν ξεκινήσει τότε οι Άραβες εναντίον του – με μόνο αντάλλαγμα να επιτύχει τη σταθερή Ειρήνη από τους ως τότε “εχθρούς” του. Αλλά οι Παλαιστίνιοι ΔΕΝ δέχονταν να παραιτηθούν οριστικά από την διεκδίκηση εδαφών του Ισραήλ, ούτε – πολύ περισσότερο – από τον διακηρυγμένο στόχο τους, να εξαλείψουν το Ισραήλ από τον χάρτη!
Να σημειωθεί ότι οι Συμφωνίες του Όσλο και η Συνάντηση Κορυφής του Κάμπ Ντέιβιντ φέρουν τη σφραγίδα δύο σπουδαίων πρωθυπουργών του Ισραήλ:
Του Υιtzhak Rabin και του Εhud Barak. Και οι δύο από το (Κεντροαριστερό) Εργατικό Κόμμα του Ισραήλ (που ουσιαστικά δεν υπάρχει πια).
Και οι δύο διακεκριμένοι μάχιμοι αξιωματικοί, ο πρώτος υπασπιστής του θρυλικού Στρατάρχη Μοσέ Νταγιάν και ο δεύτερος ο πιο παρασημοφορημένος (κι ίσως ο πιο μορφωμένος) ανώτατος Ισραηλινός αξιωματικός.
Ταυτόχρονα και οι δύο θεωρούνταν από τους πιο μετριοπαθείς και “ειρηνόφιλους” Ισραηλινούς ηγέτες. Ο Rabin μάλιστα πήρε το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης μαζί με τον Αραφάτ για τη Συμφωνία του 1994. Ενώ δολοφονήθηκε από ακραίο Ισραηλινό εθνικιστή την επόμενη χρονιά, το 1995.
Δηλαδή δύο σπουδαίοι πολιτικοί και στρατιωτικοί ηγέτες, που πήραν σοβαρά ρίσκα για να εδραιώσουν την σταθερότητα και την Ειρήνη με τους Παλαιστίνιους, δεν τα κατάφεραν. Σε μια περίοδο, τότε, ιδιαίτερα ευνοϊκή γι’ αυτό.
Και δεν τα κατάφεραν, γιατί από την πλευρά των Παλαιστινίων – παρά το γεγονός ότι είχαν γίνει κι από αυτούς σημαντικά βήματα – δεν έγινε το τελευταίο και πιο σημαντικό:
Να παραιτηθούν οριστικά από την καταστροφή του Ισραήλ!
Εννοείται ότι τις Συμφωνίες του Όσλο τις πολεμούσαν όχι μόνο οι ακραίοι εθνικιστές μέσα στο Ισραήλ αλλά και η Χαμάς μέσα στους Παλαιστινίους.
* Τι έγινε μετά απ’ αυτό;
Όταν απέτυχαν οι συνομιλίες στο Κάμπ Ντέιβιντ, αυτό είχε ως αποτέλεσμα να εκτοξευθεί η δημοτικότητα του Αραφάτ μεταξύ των Παλαιστινίων (στη Δυτική Όχθη και στη Γάζα), από το 39% στο 46%! Αντίθετα, στο Ισραήλ, η δημοτικότητα του Ehud Barak έπεσε. Το 58% των Ισραηλινών πίστευαν ότι “είχε δώσει παρά πολλά” (με εξαίρεση τα θέματα ασφαλείας, όπου πάτησε πόδι). Την επόμενη χρονιά ο Barak έχασε τις εκλογές από τον “σκληροπυρηνικό” Αριέλ Σαρόν.
Η μεγάλη ευκαιρία χάθηκε τότε, το 2002, στο Κάμπ Ντέιβιντ. Ο ηγέτης του Ισραήλ έκανε περισσότερα απ’ όσα μπορούσε να αντέξει η κοινωνία – κι όμως δεν ήταν αρκετά.
Ο Αραφάτ δεν έκανε περισσότερο απ’ όσα μπορούσε να αντέξει η δική του κοινωνία. Και Συμφωνία δεν επιτεύχθηκε.
* Και γιατί δεν μπόρεσε να συνεχιστεί η Ειρηνευτική διαδικασία που ξεκίνησε με τις Συμφωνίες του Όσλο μετά την αποτυχία του Καμπ Ντέιβιντ το 2000;
Γιατί μέσα στους Παλαιστίνιους, επικράτησαν πλήρως όσοι θέλουν τη συνέχιση της σύγκρουσης με το Ισραήλ!
Η Παλαιστινιακή Αρχή, μετά το θάνατο του Αραφάτ, το Νοέμβριο του 2004, διεξήγε εκλογές στις οποίες κέρδισε η Χαμάς και σχημάτισε κυβέρνηση στη Δυτική όχθη και τη Γάζα (από την οποία, στο μεταξύ, είχαν αποσυρθεί οι Ισραηλινές δυνάμεις ήδη από το 2005, επί Πρωθυπουργίας του “σκληρού” Σαρόν).
Το λεγόμενο “Κουαρτέτο”, δηλαδή οι “επιτηρητές” της διεθνούς κοινότητας – όπου συμμετείχαν Αμερικανοί, Ρώσοι, Ευρωπαϊκή Ένωση και Ηνωμένα Έθνη – ζήτησαν επισήμως από την νέα Παλαιστινιακή κυβέρνηση (της Χαμάς) να αποκηρύξει τη βία κατά του Ισραήλ, εφαρμόζοντας τα ως τότε συμφωνηθέντα.
Η Παλαιστινιακή κυβέρνηση της Χαμάς απέρριψε το διάβημα τονίζοντας:
— Ποτέ δεν θα αναγνωρίσουμε τους σφετεριστές της Σιωνιστικής Κυβέρνησης και θα συνεχίσουμε τον Ιερό Πόλεμο (Jihad) μέχρι να απελευθερώσουμε την Ιερουσαλήμ.
Αυτές οι δραματικές εξελίξεις έγιναν το Δεκέμβριο του 2006.
Η ρήξη με το “Κουαρτέτο” ήταν άμεση και οριστική. Αμέσως μετά η κυβέρνηση της Χαμάς παραιτήθηκε και ο Πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής Μαχμούτ Αμπάς συμφώνησε με την Χαμάς να δημιουργηθεί κυβέρνηση Χαμάς-Φατάχ (δηλαδή αυτών που είχαν κερδίσει με αυτούς που είχαν χάσει τις πρόσφατες εκλογές).
Αντί αυτό να σηματοδοτήσει την “εθνική ενότητα” των Παλαιστινίων, ξέσπασαν αμέσως εμφύλιες συγκρούσεις που έμειναν στην Ιστορία ως “αδελφικός Πόλεμος” (Brother’s War).
Λίγο αργότερα η Χαμάς κατέλαβε πλήρως τη Λωρίδα της Γάζας, και η κυβέρνηση “εθνικής σωτηρίας” παύθηκε. Η νέα Κυβέρνηση των Παλαιστινίων, χωρίς τη Χαμάς, που ελέγχει πλέον μόνο τη Δυτική όχθη, αναγνωρίστηκε διεθνώς από όλους – συμπεριλαμβανομένων των αραβικών κρατών, των ΗΠΑ, της ΕΕ και της Ρωσίας – ενώ η “κυβέρνηση” της Χαμάς στη Γάζα παραμένει διεθνώς απομονωμένη.
Στο μεταξύ από τότε μέχρι και σήμερα οι θέσεις της Χαμάς είναι πλειοψηφικές και στην Δυτική όχθη – παρ’ ό,τι εκεί η Χαμάς παραμένει ουσιαστικά εκτός νόμου εκεί.
Ακόμα και πολύ πρόσφατα μετά την δολοφονική επίθεση της Χαμάς στο νότιο Ισραήλ, η πλειονότητα των κατοίκων της Δυτικής όχθης συμφωνεί με την δολοφονική επίθεση, ενώ τις αντιρρήσεις της επίσημης Παλαιστινιακής αρχής της συμμερίζεται ένα ποσοστό γύρω στο 15% των κατοίκων της Δυτικής όχθης.
Και οι Ισραηλινοί έκτοτε αρνούνται να διαπραγματευθούν με την Παλαιστινιακή αρχή, διότι δεν θεωρούν ότι είναι σε θέση να “δεσμευτεί” στο παραμικρό, αφού δεν εκπροσωπεί την πλειοψηφία του Παλαιστινιακού λαού.
* Για να ξεπεραστεί το εμπόδιο αυτό έγιναν κάποιες προσπάθειες “συμφιλίωσης” μεταξύ Παλαιστινιακής Αρχής και Χαμάς. Υπογράφηκαν μάλιστα και συμφωνίες στο Κάϊρο το 2011. Παρά τις “συμφωνίες”, τίποτα δεν τηρήθηκε. Και η κατάσταση παραμένει αδιέξοδη ανάμεσα τους.
Κι αφού ούτε μεταξύ τους δεν μπορούν να συνεννοηθούν ή να δεσμευτούν, πώς μπορούν να διαπραγματευθούν με τους Ισραηλινούς;
* Ύστερα υπάρχει η γεωγραφική διάσταση:
Για να καταλάβετε, ολόκληρο το Ισραήλ σήμερα είναι σε έκταση όσο περίπου η Πελοπόννησος. Η αν προτιμάτε, όσο δύο φορές η Κύπρος!
Η Δυτική όχθη μαζί με τη Γάζα (που δεν συνδέονται εδαφικά) είναι περίπου όσο το ένα τρίτο το Ισραήλ, η αν θέλετε όσο τα δύο τρίτα της Κύπρου!
Σε μια περιοχή λοιπόν που όλη μαζί – Ισραήλ ΚΑΙ Δυτική όχθη ΚΑΙ Λωρίδα της Γάζας – είναι όσο η Πελοπόννησος και η Αττικοβοιωτία μαζί, υπάρχει ένα κράτος (το Ισραήλ), ένα “επίδοξο κράτος” (των Παλαιστινίων στη Δυτική όχθη) κι ένα “υπόλοιπο κράτους” (των Παλαιστινίων, στη Γάζα, ελεγχόμενο από μια τρομοκρατική οργάνωση!)
Τα οποία ανά δύο μισούνται θανάσιμα μεταξύ τους…
Η πιθανότητα να “συμβιβαστούν” τόσο αντιθετικά συμφέροντα και επιδιώξεις – και τόσο έντονα πάθη – μέσα σε μια τόσο μικρή γεωγραφική έκταση είναι περίπου μηδενική.
Πολύ περισσότερο που υπάρχουν και οι “εξωτερικές επεμβάσεις”…
Έξω από την περιοχή υπάρχουν ισχυρά – και αντιθετικά μεταξύ τους – γεωπολιτικά συμφέροντα που ενθαρρύνουν την αδιαλλαξία και ενισχύουν τους αδιάλλακτους, πυροδοτώντας νέες συγκρούσεις και χρηματοδοτώντας ή εξοπλίζοντας όσους θέλουν να συνεχίσουν τη σύγκρουση μέχρι τέλους.
Παλαιότερα ήταν η Σοβιετική Ένωση που ενίσχυε τους Παλαιστίνιους, ενώ εξόπλιζε και τους περισσότερους Άραβες.
Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου η σοβιετική εξωτερική επέμβαση δεν υπήρχε πια. Κι ήταν τότε που δημιουργήθηκαν οι ευνοϊκές συνθήκες για την ειρήνευση στη Μέση Ανατολή, με τις Συμφωνίες του Όσλο. Οι οποίος, ωστόσο, δεν οδήγησαν, σε τελική συμφωνία, το 2000.
Γι’ αυτό τότε ήταν “μοναδική ευκαιρία” από διεθνή γεωπολιτική άποψη να υπάρξει Ειρήνη. Γιατί τότε ΔΕΝ υπήρχαν εξωτερικές επεμβάσεις για την διαιώνιση της σύγκρουσης. Κι όμως, αυτό δεν κατέστη εφικτό, ούτε τότε.
Τώρα που γεωπολιτικά έχουν αλλάξει τα πάντα, ό,τι δεν επιτεύχθηκε το 2000, είναι σήμερα χίλιες φορές πιο δύσκολο.
Γιατί τώρα οι Άραβες έχουν συσπειρωθεί στον Ευρωασιατισμό, γύρω από τη Ρωσία και την Κίνα, ταυτόχρονα, ακόμα και πιο μετριοπαθή αραβικά καθεστώτα, που βρίσκονταν σε διαμάχη με το Ιράν, τώρα προσεγγίζουν το Ιράν και τη Ρωσία και την Κίνα. Κι όλοι αυτοί προσπαθούν να περιορίσουν τη διεθνή επιρροή των ΗΠΑ, και χρησιμοποιούν το Παλαιστινιακό ως “εργαλείο” για να το επιτύχουν.
Γιατί τώρα και η Τουρκία, που μέχρι το 2007 είχε πολύ φιλικές σχέσεις με το Ισραήλ, έχει προσχωρήσει κι αυτή στον Ευρωασιατισμό, προσεγγίζει τη Ρωσία και την Κίνα και τον Ιράν, ενώ αναλαμβάνει πλέον ρόλο διεθνούς “προστάτη” της Χαμάς.
Άρα το μέτωπο της αδιαλλαξίας τροφοδοτείται και ενισχύεται από παντού.
Τώρα περισσότερο από κάθε άλλη φορά…
Τη “λύση” την έδωσε – κατά κάποιο τρόπο – ο Γάλλος Πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν πριν λίγες μέρες:
— Να φτιαχτεί ένα διεθνές μέτωπο να εξουδετερώσει τη Χαμάς, όπως αυτό που είχε δημιουργηθεί για να εξοντώσει το ΙΣΙΣ στη Συρία.
Άλλωστε η Χαμάς είναι “αδελφή οργάνωση” του ΙΣΙΣ.
Μόνο που ούτε αυτό μπορεί να γίνει τώρα. Γιατί το ΙΣΙΣ το στήριζε, μόνον εμμέσως η Τουρκία – και το πολεμούσε το Ιράν, οι δυτικοί, και όλοι οι Άραβες!
Τώρα τη Χαμάς τη στηρίζουν όλοι όσοι πολέμησαν το ΙΣΙΣ πριν 7 χρόνια!
Κι απ’ όσους πολέμησαν το ΙΣΙΣ τότε, σήμερα κανείς δεν είναι διατεθειμένος να πολεμήσει ευθέως τη Χαμάς.
Δυστυχώς σε αυτό τον Πόλεμο, το Ισραήλ είναι μόνο του.
Με άλλα λόγια:
Σε μια πολύ μικρή γεωγραφική περιοχή, προσπαθούν να συμβιβάσουν τρείς αλληλομισούμενες “κρατικές οντότητες”, οι δύο εκ των οποίων μισούν την τρίτη – δηλαδή το Ισραήλ, το μόνο δημοκρατικό κράτος της περιοχής – και αλληλομισούνται μεταξύ τους, ενώ όλοι οι μεγάλοι διεθνείς ανταγωνισμοί παρεμβαίνουν και τους αποσταθεροποιούν ακόμα περισσότερο.
ΥΓ. Φανταστείτε. Το Ισραήλ κέρδισε τρείς πολέμους, έναντι των Αράβων και επέστρεψε το μεγαλύτερο μέρος των εδαφών που κατέκτησε, ζητώντας μόνον οι αντίπαλοί του να παραιτηθούν από το στόχο να το καταστρέψουν!
— Έδωσε πίσω τα εδάφη στη Χερσόνησο του Σινά που κατέκτησε το 1956.
— Έδωσε πίσω ολόκληρη τη Χερσόνησο του Σινά που κατέκτησε – ξανά- το 1967.
— Απεχώρησε μονομερώς από το νότιο Λίβανο.
— Απεχώρησε μονομερώς και από τη Γάζα.
Κι ακόμα δεν κατάφερε να πείσει τους πολλαπλώς ηττημένους Παλαιστινίους να μην επιδιώκουν την…καταστροφή του!
Εμείς δεν καταφέραμε να πείσουμε την Τουρκία να φύγει από την Κύπρο.
Και θεωρούμε ότι μπορούμε να τα βρούμε με την Τουρκία, την ώρα που η Τουρκία ανοιχτά απειλεί να επιτεθεί στην Ελλάδα και πάλι!
Κατά τα άλλα θεωρούμε το Ισραήλ… “φιλοπόλεμο” και την Τουρκία “σύμμαχο”.
Είμαστε πολύ μακριά νυχτωμένοι! Έτσι;