Πέμπτη
12
Δεκέμβριος
TOP

Ελλειψη εργαζοµένων απειλεί επενδύσεις 52 δισ. ευρώ στις κατασκευές

Κεφάλαια που εκτιμάται ότι θα ξεπεράσουν τα 52 δισ. ευρώ πρόκειται να κινητοποιηθούν στον ευρύτερο κατασκευαστικό κλάδο (δημόσια και ιδιωτικά έργα, οικοδομικά έργα) την περίοδο 20242026, καταδεικνύοντας τη δυναμική που έχει αναπτυχθεί χάρη στο Ταμείο Ανάκαμψης, στο ΕΣΠΑ της περιόδου 2021-2027, αλλά και στις ιδιωτικές επενδύσεις (περιλαμβανομένων και αυτών σε κατοικίες), όπως επίσης και στην τραπεζική χρηματοδότηση. Τα παραπάνω αποτελούν μερικά από τα συμπεράσματα της τελευταίας έρευνας του ΙΟΒΕ για τον κατασκευαστικό κλάδο, η οποία πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό του ΤΜΕΔΕ.

Μόνο το 2023 δημοπρατήθηκαν 1.218 δημόσια έργα, συνολικού προϋπολογισμού 6,91 δισ. ευρώ, τα οποία πρόκειται να προστεθούν σταδιακά στο υφιστάμενο ανεκτέλεστο των μεγάλων κατασκευαστικών ομίλων. Ηδη το ανεκτέλεστο υπόλοιπο (με βάση τα στοιχεία του εννεαμήνου του 2023) διαμορφώνεται σε 15,35 δισ. ευρώ, έχοντας αυξηθεί κατά 63% σε ετήσια βάση, ενώ πλέον είναι τριπλάσιο σε σχέση με τον μέσο όρο της περιόδου 2018-2020.

Η μεγάλη πρόκληση ασφαλώς αφορά τους ανθρώπους που θα κληθούν να υλοποιήσουν αυτά τα έργα. Οπως φαίνεται, παρά την αύξηση του κατασκευαστικού αντικειμένου, ο αριθμός των εργαζομένων στον κλάδο είχε παραμείνει ουσιαστικά αμετάβλητος σε συνολικά 197.000 το 2022.

Αντίστοιχα, στις δραστηριότητες των αρχιτεκτόνων και των μηχανικών απασχολούνταν το 2022 περίπου 74.000 άνθρωποι, αριθμός που επίσης δεν παρουσιάζει ιδιαίτερη μεταβολή από το 2017. Σε αυτό το πλαίσιο, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, μόνο κατά την περίοδο 2024-2026 υπολογίζεται ότι ο αριθμός των εργαζομένων θα πρέπει να αυξηθεί κατά περίπου 51.000-55.000, αγγίζοντας τις 250.000 συνολικά, προκειμένου να υπάρξει επάρκεια εργαζομένων. Μια πιθανή έλλειψη αναμένεται να προκαλέσει καθυστερήσεις, που με τη σειρά τους θα οδηγήσουν σε αύξηση του προϋπολογισμού των έργων και ασφαλώς σε μη τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων.

Επιπλέον, η προοπτική περαιτέρω ανάπτυξης των κατασκευαστικών έργων τα επόμενα χρόνια δημιουργεί ανάγκες πρόσθετης χρηματοδότησης, περιλαμβανομένων των εγγυήσεων για τη συμμετοχή και την καλή εκτέλεση των έργων, και απαιτεί μείωση των καθυστερήσεων πληρωμών των κατασκευαστικών επιχειρήσεων. Οι δυσκολίες στη χρηματοδότηση και στο χρηματοδοτικό κενό μπορεί να περιοριστούν με τη χρήση διαφόρων χρηματοδοτικών εργαλείων (π.χ. εγγυητικά κεφάλαια, επιδότηση επιτοκίου κ.ά.).

Είναι χαρακτηριστικό ότι η χρηματοδότηση του κλάδου από τις εγχώριες τράπεζες αυξήθηκε σημαντικά το 2022, σε 602 εκατ. ευρώ έναντι 289 εκατ. ευρώ νέων δανείων το 2021 (και 273 εκατ. ευρώ το 2020). Ωστόσο το 2023, παρά τη μεγάλη άνοδο της κατασκευαστικής δραστηριότητας, τα νέα δάνεια περιορίστηκαν σε μόλις 280 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω της μεγάλης αύξησης των επιτοκίων. Την περίοδο 2020-2023 οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις του κλάδου έλαβαν κατά μέσον όρο το 72% των νέων δανείων και οι μεγάλες το υπόλοιπο 28%.

Πάντως, παρότι τα τελευταία χρόνια καταγράφεται σημαντική ανάκαμψη σε ό,τι αφορά το οικονομικό αποτύπωμα του κλάδου, εντούτοις η απόσταση σε σχέση με τα προηγούμενα υψηλά, που είχαν σημειωθεί κατά τη διάρκεια της περιόδου 2006-2007, παραμένει αξιοσημείωτη. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, το 2023 η αξία παραγωγής του κλάδου άγγιξε τα 12,8 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 84% σε σχέση με το 2017. Ωστόσο το 2006, όταν είχε σημειωθεί το προηγούμενο υψηλό του κλάδου, η αξία παραγωγής είχε ξεπεράσει τα 43 δισ. ευρώ, όντας σχεδόν τέσσερις φορές υψηλότερη. Αντίστοιχα, οι επενδύσεις σε κατασκευές αντιστοιχούσαν στο 4,8% του ΑΕΠ το 2022, όταν το 2007 είχαν φτάσει στο 14,7% του ΑΕΠ. Το 2022 ο μέσος όρος στην Ε.Ε. διαμορφώθηκε σε 6,7%.

Διαβάστε περισσότερα εδώ

πηγη moneyreview.gr