Ο μέσος Έλληνας αναγνώστης διαβάζει πέντε βιβλία τον χρόνο, προτιμά λογοτεχνία, επιδιώκει τόσο την πληροφόρηση και την απόλαυση.
Όσο για τα e-books, έχουν και αυτά το μερίδιό τους -μικρό- και απευθύνονται κυρίως σε νέες ηλικίες.
Έρευνα της Metron Analysis για το βιβλίο
Πρόκειται για την πρώτη έρευνα που πραγματοποιείται δώδεκα χρόνια μετά την αντίστοιχη έρευνα του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ) και η οποία αποτυπώνει την κατάσταση όπως διαμορφώθηκε μετά την οικονομική και την υγειονομική κρίση που μεσολάβησαν, αλλάζοντας άρδην το εκδοτικό τοπίο.
Την ποσοτική έρευνα ανέλαβαν ο Στράτος Φαναράς και η Metron Analysis, η οποία είχε πραγματοποιήσει και την έρευνα του ΕΚΕΒΙ το 2010. Επιπροσθέτως, η έρευνα δεν περιορίστηκε στην καταγραφή των ποσοτικών στοιχείων, αλλά αναζήτησε απαντήσεις σε καίρια ερωτήματα, όπως «Πώς καταλήγει κάποιος να είναι συστηματικός ή μέτριος αναγνώστης; Για ποιους λόγους, τελικά, κάποιος ή κάποια δεν γίνεται αναγνώστης ή αναγνώστρια;».
Τα ευρήματα της έρευνας αναδεικνύουν και τεκμηριώνουν την αιτιώδη σχέση της ανάγνωσης με την προσωπική, επαγγελματική και κοινωνική εξέλιξη. Επίσης, η μελέτη συνοδεύεται από συμπεράσματα, προτάσεις και ένα επίμετρο για το μεγάλο ζήτημα που αναδεικνύεται από την έρευνα, το ότι οι αναγνωστικές ανισότητες παράγουν κοινωνικές και πολιτισμικές ανισότητες.
Βασικά συμπεράσματα της έρευνας για το βιβλίο
Ο πληθυσμός τριχοτομείται σε μη αναγνώστες, μη εντατικούς αναγνώστες και εντατικούς αναγνώστες. Το μέσο πλήθος βιβλίων που έχουν διαβαστεί από τον γενικό πληθυσμό είναι τα 5 βιβλία (διάμεσος: μόλις 2 βιβλία).
Η έλλειψη χρόνου είναι ο κύριος λόγος για τον οποίο δεν διαβάζουν βιβλία οι περισσότεροι πολίτες. Για τους μη αναγνώστες είναι η μη ελκυστικότητα του διαβάσματος. Περισσότερος ελεύθερος χρόνος θα χρειαζόταν για να αυξήσουν οι αναγνώστες τις ώρες ανάγνωσης.
Σε ποσοστό μεγαλύτερο του 80% τα βιβλία που διαβάστηκαν ήταν έντυπης μορφής, ενώ e-books διάβασαν κυρίως άνδρες νεαρής ηλικίας.
Η λογοτεχνία βρίσκεται στην πρώτη θέση των αναγνωστικών προτιμήσεων, ακολουθούν η Ιστορία και η αστυνομική λογοτεχνία – διαφοροποιήσεις εντοπίζονται ανάλογα με το φύλο των ερωτώμενων.
Με την ανάγνωση των βιβλίων επιδιώκεται τόσο η πληροφόρηση και η απόλαυση της τέχνης του λόγου όσο και η φυγή από την καθημερινότητα. Κάποιοι αναγνώστες διαβάζουν βιβλία την περίοδο των διακοπών ή των αργιών (ιδιαίτερα οι νέοι) και άλλοι όποτε βρουν την ευκαιρία (ιδιαίτερα οι μεγαλύτερης ηλικίας).
Σημαντικός παράγοντας στην αγορά ενός βιβλίου είναι η διάδοσή του από στόμα σε στόμα, χωρίς να παύει η ανάγκη να το πιάσει ο αναγνώστης στα χέρια του πηγαίνοντας στα βιβλιοπωλεία – σημαντικός ο ρόλος του Διαδικτύου, ιδιαίτερα για τους νέους αναγνώστες.
Όσο υψηλότερο είναι το εκπαιδευτικό επίπεδο των ερωτώμενων τόσο αυξάνονται οι τιμές στον δείκτη ανάγνωσης βιβλίων. Ειδικότερα, οι ερωτώμενοι ανώτερου εκπαιδευτικού επιπέδου έχουν μέση τιμή στον δείκτη 8,1 έναντι 3,5 των ερωτώμενων κατώτερου εκπαιδευτικού επιπέδου.
Όσο υψηλότερου επιπέδου είναι τα επαγγέλματα του πατέρα, της μητέρας, του πατρογονικού και του μητρογονικού παππού των ερωτώμενων, τόσο υψηλότερος είναι ο δείκτης ανάγνωσης βιβλίων.
Όσο αυξάνονται τα βιβλία που υπάρχουν στο νοικοκυριό ή που υπήρχαν στην παιδική βιβλιοθήκη των ερωτώμενων, τόσο αυξάνεται και ο δείκτης ανάγνωσης κατά το τελευταίο έτος.
πηγη: iefimerida.gr