Τρίτη
5
Νοέμβριος
TOP

Η ακρίβεια απαιτεί παρεμβάσεις και λύσεις

Άρθρο του τομεάρχη Ανάπτυξης και Επενδύσεων της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ  και βουλευτή Μεσσηνίας, Αλέξη Χαρίτση, στην ιστοσελίδα ieidiseis.gr 

«Η ακρίβεια απαιτεί παρεμβάσεις και λύσεις – Οι νεοφιλελεύθερες εμμονές κοστίζουν ακριβά»

Το 2008 όταν οι πρώτες ανησυχητικές ειδήσεις έκαναν την εμφάνισή τους για μια παγκόσμια οικονομική κρίση, η τότε ελληνική κυβέρνηση -της Νέας Δημοκρατίας- υποστήριζε ότι δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας. Τα αποτελέσματα από αυτήν την συνειδητή άρνηση της πραγματικότητας τα πληρώσαμε με τον γνωστό, εξαιρετικά επώδυνο, τρόπο. Η Νέα Δημοκρατία ακολουθεί την ίδια συνταγή και σήμερα, τη στιγμή που η παγκόσμια οικονομία ασχολείται με ένα και μόνο θέμα: την επώδυνη μετάβαση από τις συνθήκες της πανδημίας σε μια δυστοπική πραγματικότητα πρωτοφανών ελλείψεων και εκρηκτικών ανατιμήσεων σε βασικά καταναλωτικά αγαθά, εκτόξευσης της τιμής της ενέργειας και γενικευμένου στασιμοπληθωρισμού. Δεν είναι μια θεωρητική συζήτηση. Ήδη στη χώρα μας ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή της ΕΛΣΤΑΤ καταγράφει μεγάλες αυξήσεις στις τιμές βασικών ειδών διατροφής, στο κόστος των πρώτων υλών και φυσικά στα τιμολόγια της ενέργειας.

Η απάντηση της κυβέρνησης περιορίζεται σε γενικόλογες διαπιστώσεις για την παγκόσμια συγκυρία και καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις για τι εγχώριες συνέπειες. Για μία ακόμη φορά επιδιώκει την υποτίμηση της κρίσιμης κατάστασης. Το είδαμε στην πανδημία με το περίφημο “τελευταίο μίλι”, το βλέπουμε ξανά τώρα. Η κυβέρνηση αρνείται την πραγματικότητα. Μια ματιά στο προσχέδιο του Προϋπολογισμού που κατατέθηκε μόλις προχθές φανερώνει το μέγεθος του προβλήματος: η υγειονομική πρόκληση και η ενεργειακή κρίση που αντιμετωπίζουμε απουσιάζουν, ενώ αντίθετα διατυπώνονται εκ νέου υπεραισιόδοξες προβλέψεις. Η κρίση των ανατιμήσεων εκλαμβάνεται περισσότερο ως ευκαιρία αύξησης των φορολογικών εσόδων, παρά ως εξέλιξη διάρρηξης της κοινωνικής συνοχής και υπονόμευσης της αναπτυξιακής προσπάθειας.

Η κατάσταση στην πραγματική οικονομία είναι όμως εξαιρετικά ανησυχητική: η έκρηξη του κόστους στις μεταφορές, στις πρώτες ύλες και βεβαίως στην ενέργεια επικάθονται σε μια οικονομία ήδη πολλαπλά επιβαρυμένη από την πανδημία αλλά και από τις δομικές συνέπειες της δεκαετούς κρίσης που προηγήθηκε.

Σε αυτήν την κρίσιμη συνθήκη, η κυβέρνηση πορεύεται στο γνώριμο -και μοναχικό πλέον σε διεθνές επίπεδο- μονοπάτι της πίστης στην αυτορρύθμιση της αγοράς και στην άρνηση του δικαιώματος και της υποχρέωσης του Κράτους να παρεμβαίνει για τη ρύθμιση της οικονομικής δραστηριότητας και την προστασία του δημόσιου συμφέροντος. Το παράδειγμα της ενέργειας είναι το πλέον χαρακτηριστικό. Η χονδρεμπορική τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος κατατάσσει τη χώρα μας στην κορυφή της Ευρώπης. Μία κυβέρνηση με κοινωνικό πρόσημο θα έπρεπε ήδη να έχει παρέμβει αποφασιστικά για να αντιμετωπίσει τις στρεβλώσεις και να καταπολεμήσει την κερδοσκοπία. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, πιστή στην νεοφιλελεύθερη, αντικοινωνική της ατζέντα, δεν το κάνει. Ή ακριβέστερα, κάνει ακριβώς το αντίθετο: επιλέγει να εκποιήσει το βασικό εργαλείο άσκησης ενεργειακής πολιτικής, την ΔΕΗ, και τα φυσικά μονοπώλια των δικτύων ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου. Η πολιτική αυτή δεν μπορεί να έχει άλλο αποτέλεσμα εκτός από την παγίωση -σε μόνιμη συνθήκη- της ακρίβειας και της συνακόλουθης αναπτυξιακής καθήλωσης της ελληνικής οικονομίας.

Οι κρίσεις αναδεικνύουν την αξία της πολιτικής. Η χώρα μας βρίσκεται σε ένα μεταίχμιο: μια χώρα επιβαρυμένη από μία δεκαετή κρίση που με μεγάλο κόπο αφήσαμε πίσω μας το 2018, ζορισμένη από μια πανδημία που άλλαξε τα πάντα, φοβισμένη μπροστά στο φάσμα της ακρίβειας και της επιστροφής της ανασφάλειας. Είναι η ώρα να αλλάξουν τα πράγματα. Δεν ξεχνάμε άλλωστε ότι οι ανατιμήσεις δεν πλήττουν όλους το ίδιο. Ροκανίζουν το διαθέσιμο εισόδημα των ασθενέστερων και των μεσαίων στρωμάτων, υπονομεύουν τις δυνατότητες των πιο παραγωγικών δυνάμεων (βιομηχανία, μεταποίηση), εκτινάσσουν τα βάρη για τις ήδη πολλαπλά επιβαρυμένες μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει συγκεκριμένα μέτρα: αποφασιστική ρυθμιστική παρέμβαση στη χονδρεμπορική αγορά του ηλεκτρισμού, αξιοποίηση της ΔΕΗ για συγκράτηση των τιμολογίων σε ολόκληρη την ενεργειακή αγορά, προσωρινή μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα ενεργειακά προϊόντα στα κατώτατα ευρωπαϊκά επίπεδα, στήριξη των ευάλωτων νοικοκυριών και των ενεργοβόρων επιχειρήσεων με ειδικά προγράμματα ενίσχυσης. Και βεβαίως, όπως κάνουν αυτό το διάστημα Γαλλία και Ισπανία, ουσιαστική αύξηση του κατώτατου μισθού για την στήριξη των εισοδημάτων και της κατανάλωσης. Τα μέτρα αυτά συγκροτούν ένα αποτελεσματικό πλέγμα κοινωνικής θωράκισης και την ίδια στιγμή υπογραμμίζουν την δυνατότητα μίας πολιτικής που δεν παρατηρεί την πραγματικότητα, αλλά παρεμβαίνει ριζοσπαστικά για να την καθορίσει. Δεν μπορούμε να αφήσουμε την Νέα Δημοκρατία να μας οδηγήσει ξανά στα πρόθυρα της κοινωνικής και παραγωγικής χρεοκοπίας. Η χώρα χρειάζεται μια νέα αρχή για μία νέα εποχή αυτοπεποίθησης, ασφάλειας και δίκαιης ανάπτυξης.