Παρασκευή
5
Σεπτέμβριος
TOP

Κ. Πιερρακάκης: «Η στήριξη της μεσαίας τάξης ταυτίζεται με τη στήριξη της οικογένειας και συνδυάζεται με την πολιτική αντιμετώπισης του δημογραφικού προβλήματος»

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ 

Είναι ιδιαίτερη χαρά που βρίσκομαι σήμερα στη Θεσσαλονίκη, στην κορυφαία σας εκδήλωση της «Ημερησίας». O τίτλος της εκδήλωσης είναι εκείνος ο οποίος οριοθετεί πάρα πολύ σωστά το διακύβευμα, οριοθετεί πάρα πολύ σωστά το ζητούμενο.

Η βιώσιμη ανάπτυξη, όντως —εγώ θα συμφωνήσω μαζί σας— σε μία εποχή πολλαπλών κρίσεων σε διεθνές επίπεδο, ακόμη και εάν δει κανείς το τι συνέβη τα τελευταία έξι χρόνια, διεθνώς, η πυκνότητα των αλλαγών, η πυκνότητα αυτών των κρίσεων, όπως συνέβαιναν μπροστά μας, πραγματικά έπαιξε καθοριστικό ρόλο στον τρόπο με τον οποίο σχεδιάσαμε και ασκήσαμε πολιτική.

Να συγχαρώ, λοιπόν, στο πλαίσιο του συνεδρίου, όσους εργάζονται σε καθημερινή βάση στον όμιλό σας —δημοσιογράφους, υπαλλήλους, τεχνικό προσωπικό— για να είναι σταθερά η «Ημερησία» ένα μέσο πρώτης γραμμής.

Κυρίες και κύριοι,

Πάντα η ΔΕΘ, πάντα η Θεσσαλονίκη, προσφέρουν μια ευκαιρία και για αναστοχασμό και για προορατικότητα. Να έχεις μία αίσθηση από πού έρχεσαι και μία ακόμη πιο σαφή αίσθηση πού θέλεις να πας τη χώρα, πού θέλεις να πας την οικονομία. Η Ελλάδα έχει διασχίσει έναν δύσκολο δρόμο, αλλά βγήκε από μια ιστορική περίοδο μεγάλης δυσκολίας πιο ισχυρή και πιο ώριμη.

Τα τελευταία χρόνια η χώρα μας, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη πρωθυπουργό:

  • Ανέκτησε την αξιοπιστία της στις διεθνείς αγορές με την κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας,
  • Βελτίωσε αισθητά τους δείκτες ανάπτυξης,
  • Προσέλκυσε νέες επενδύσεις και μειώθηκε δραστικά η ανεργία – που είναι πλέον στο 7,9%. Πλέον τα νούμερα της ανεργίας είναι συγκρίσιμα με τα προ-κρίσης επίπεδα. Μισό εκατομμύριο θέσεις εργασίας έχουν δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια.
  • Η χώρα έχει πετύχει οικονομική ανάπτυξη που είναι πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (στο 2,3%) ενώ το χρέος —παρότι υψηλό— ακολουθεί μια πορεία πάρα πολύ γρήγορης αποκλιμάκωσης. Εγώ σας καλώ να δείτε αυτή τη στιγμή ποιες είναι οι αποτιμήσεις των δεκαετών ομολόγων της Ελλάδας, της Γαλλίας και της Ιταλίας. Και να τις βάλετε δίπλα. Και αυτό αντανακλά και τις προοπτικές του ελληνικού χρέους και τη βούληση μίας γενιάς να μην κάνει αυτό που έκαναν οι προηγούμενες: να περάσουν στις επόμενες τον λογαριασμό.

Αυτές οι αλλαγές έχουν γίνει, αλλά -επιτρέψτε μου να πω- ως Υπουργός Οικονομικών πρέπει να μιλάω με στοιχεία. Νομίζω ότι το πιο ενδιαφέρον στοιχείο είναι ποιοτικό. Τα τελευταία χρόνια η χώρα ανέκτησε την αυτοπεποίθησή της. Απέκτησε την αίσθηση ότι πάρα πολλά πράγματα στα οποία είχε εγκλωβιστεί η χαμένη δεκαετία μπορούσαν να πραγματωθούν, να γίνουν εφικτά: από την ψηφιακή επανάσταση, μέχρι αλλαγές όπως το να αποκτήσουμε στη χώρα μας, για πρώτη φορά, μη κρατικά Πανεπιστήμια.

Εκείνο που κάνει τη διαφορά με το χτες είναι ότι σήμερα έχουμε μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, συνολικά, στην προσπάθεια για να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα που έρχονται μπροστά μας. Και αυτά τα οποία είναι διαχρονικά και τα ξέρουμε, και εκείνα στο πλαίσιο που είπατε στην αρχή, τα οποία συνιστούν απροσδόκητα, πράγματα τα οποία δεν μπορούσες να φανταστείς ότι θα γίνουν: μια παγκόσμια πανδημία, κρίσεις, πόλεμος στα ευρωπαϊκά σύνορα.

Και σε όλα αυτά θα έλεγα ότι με τις νέες δυνατότητες που αποκτήσαμε τα προηγούμενα 4+2 χρόνια μπορούμε να προχωρήσουμε μπροστά στα επόμενα 2+4 χρόνια για να δημιουργήσουμε μια οικονομία με υψηλότερη παραγωγικότητα —γιατί αυτό είναι μεγάλο διακύβευμα— περισσότερες ευκαιρίες και καλύτερες απολαβές για όλους. Μια οικονομία με ανάπτυξη, με εξωστρέφεια και με επενδύσεις.

 

Κυρίες και κύριοι,

Δεν αρκεί η οικονομία να αναπτύσσεται. Πρέπει η ανάπτυξη να διαχέεται και να διαχέεται δίκαια σε ολόκληρη την κοινωνία. Η μεσαία τάξη χτυπήθηκε από την κρίση και στη συνέχεια σήκωσε το βάρος της οικονομικής εξυγίανσης που ήταν αντικειμενικά απαραίτητη για να γυρίσουμε στην κανονικότητα. Και η οποία είναι ζητούμενο αυτή τη στιγμή για πάρα πολλές άλλες χώρες που δεν θα περιμέναμε να είναι και σε ευρωπαϊκό και σε διεθνές επίπεδο. Η προσπάθεια αυτή έφερε καρπούς και οι καρποί πρέπει να μοιραστούν δίκαια σε εκείνους που έβαλαν πλάτη.

Η στήριξη της μεσαίας τάξης ταυτίζεται με τη στήριξη της οικογένειας και συνδυάζεται με την πολιτική αντιμετώπισης του δημογραφικού προβλήματος. Μας χωρίζουν λίγες ώρες από την ομιλία του Πρωθυπουργού, ο οποίος θα ανακοινώσει τις στρατηγικές κατευθύνσεις, καθώς και τα συγκεκριμένα μέτρα τα οποία έχουν αποφασιστεί και θα εφαρμοστούν άμεσα. Και εγώ απλώς θα πω ότι όλα αυτά θα αποτελούν ένα ενιαίο και συνεκτικό αφήγημα, μια πολιτική, κομμάτια της οποίας θα αποτελεί το κάθε μέτρο. Δεν πρόκειται, δηλαδή, για μια λίστα παροχών, αλλά για ένα νέο κεφάλαιο στην οικονομική αρχιτεκτονική της χώρας μας. Ο καθένας και η καθεμία θα δουν τον εαυτό τους μέσα στο «κάδρο» των μέτρων και των παραμέτρων που συγκροτούν αυτό το νέο κεφάλαιο, αλλά αντικειμενικά εκείνοι που θα ωφεληθούν περισσότερο θα είναι οι οικογένειες με παιδιά.

Η φορολογική ελάφρυνση και δικαιοσύνη ώστε το διαθέσιμο εισόδημα να αυξηθεί είναι ένα μόνο σκέλος της πολιτικής μας. Συμπληρώνεται από τη σταθερή βελτίωση των υποδομών και των υπηρεσιών στην παιδεία, στην υγεία και στις μεταφορές.

Κυρίες και κύριοι,

Η ανάπτυξη δεν είναι μια αφηρημένη έννοια. Είναι αποτέλεσμα. Είναι το αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς πολλών ανθρώπων. Και είναι το αποτέλεσμα μιας κοινής πορείας του κρατικού με τον ιδιωτικό τομέα.

Η στατιστική μετράει την ανάπτυξη, αλλά η ανάπτυξη δεν είναι στατιστική. Ανάπτυξη σημαίνει καλύτερες δουλειές για τους νέους και περισσότερη σιγουριά για τις οικογένειες. Ανάπτυξη σημαίνει βιώσιμα δημόσια οικονομικά που επιτρέπουν στο κράτος να επενδύει στην παιδεία, στην υγεία, στις υποδομές.

Για εμένα προσωπικά ανάπτυξη σημαίνει και κάτι άλλο: ανάπτυξη είναι η άρση των εμποδίων. Είναι η καθημερινή αναμέτρηση με την αρνητική νοοτροπία του κυνισμού, της αδράνειας και της πεποίθησης ότι για κάθε λύση υπάρχει ένα πρόβλημα —και όχι το ανάποδο. Είναι η επιμονή να πηγαίνουμε κάθε μέρα στη δουλειά μας και να βγάζουμε το «δεν» από το «δεν γίνεται».

Δεν πρέπει να δεχόμαστε το «δεν γίνεται» και —επιτρέψτε μου να πω— προσωπικά δεν το δέχομαι κι εγώ.

Πάντα υπάρχει τρόπος για να γίνει εκείνο που «δεν γίνεται». Από την Υπεύθυνη Δήλωση μέσω του gov.gr το 2019, ως τα μη κρατικά Πανεπιστήμια του 2023 και του 2024 και την κατάργηση των διατραπεζικών χρεώσεων στα ΑΤΜ του 2025, βγάλαμε πολλά «δεν» από τα «δεν γίνεται». Και υπάρχουν ακόμα πολλά «δεν γίνεται» που περιμένουν να βγάλουμε το «δεν» από μπροστά τους. Δεν θα διστάσουμε. Κι αυτό το «δεν θα διστάσουμε» είναι το μόνο από το οποίο δεν θα βγει το «δεν».

Κυρίες και κύριοι,

Η εξωστρέφεια είναι ο δρόμος για μια Ελλάδα που κερδίζει. Οι εξαγωγές ως ποσοστό του ΑΕΠ έχουν διπλασιαστεί σε σχέση με τα χρόνια πριν από την κρίση. Γιατί, εάν δει κανείς την Ελλάδα σε ένα «μακροεπίπεδο», η Ελλάδα έχει πετύχει μια πάρα πολύ σημαντική δημοσιονομική εξισορρόπηση, με κέντρο βάρους την πάταξη της φοροδιαφυγής, την ποιότητα της δουλειάς της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ). Αλλά, ταυτόχρονα, ενώ έχουμε πετύχει αυτή την πάρα πολύ σημαντική δημοσιονομική κατάκτηση που μας αναγνωρίζουν πλέον διεθνώς οι εταίροι μας, έχουμε ένα αναπτυξιακό διακύβευμα. Και το αναπτυξιακό αυτό διακύβευμα περιλαμβάνει την αλλαγή αυτού που λέμε παραγωγικού μοντέλου, και αυτό στον πυρήνα του έχει τις επενδύσεις και τις εξαγωγές, ανάμεσα σε άλλα. Και μάλιστα τις ξένες επενδύσεις, πέραν από τις επενδύσεις.

Στις εξαγωγές σήμερα είμαστε στο 42% του ΑΕΠ. Πριν την κρίση, ήμασταν κάπου στο 20% το 2008. Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 51%. Δεν έχουμε καλύψει δηλαδή όλη την απόσταση. Την καλύπτουμε, βελτιώνοντας συνεχώς τις επιδόσεις μας, είμαστε δηλαδή στο μήκος μιας διαδρομής. Θα ισχυριστώ κάτι παραπάνω, ότι ο στόχος μας πρέπει να είναι το 60%, όχι απλώς το 51% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος, με δεδομένα τα χαρακτηριστικά της χώρας μας.

Θα προσθέσω επίσης και ένα δεύτερο σημείο που είναι οι επενδύσεις, που επίσης δείχνουν την αντανάκλαση αυτής της διαδρομής. Όταν ανέλαβε ο Κυριάκος Μητσοτάκης Πρωθυπουργός, οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ ήταν στο 11% το 2019. Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ήταν 21%. Σήμερα, είμαστε στο 15,3%: μία βελτίωση, μία διαδρομή. Άρα, με δεδομένο ότι κινούμαστε με ανάπτυξη της τάξης του 2,3% που παραμένει πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, θα πρέπει διαρκώς  να πιστέψουμε στον εαυτό μας ως χώρα και να δούμε ότι μπορούμε να είμαστε ακόμα περισσότερο φιλόδοξοι, να κάνουμε ακόμη περισσότερες αλλαγές, να φέρουμε ακόμη περισσότερες επενδύσεις, να ανοίξουμε τη χώρα διεθνώς και εθνικά σε σχέση με τις δυνατότητες του κάθε τόπου, όπως αυτός εδώ.

Μιλάμε στην Ευρώπη, αυτή τη στιγμή, πολύ χαρακτηριστικά για την άρση των εμποδίων, για την Έκθεση Ντράγκι και την Έκθεση Λέτα. Στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης που συνέβαινε με τις ΗΠΑ και την ΕΕ, πολλοί εταίροι μας, συνάδελφοί μου στο Eurogroup και στο ECOFIN ανέφεραν χαρακτηριστικά ότι: «εδώ έχουμε εμπόδια μεταξύ μας, μεταξύ των χωρών». Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, (υπάρχουν εμπόδια που αποτελούν) ισοδύναμο του να έχεις έναν δασμό 110%, στη μεταποίηση 45%. Αυτά τα εμπόδια πρέπει να τα αφαιρέσουμε. Το λέμε, αλλά είμαστε διστακτικοί στο να το κάνουμε πράξη. Η Ελλάδα εδώ είναι εξαίρεση: θα αναφέρω δυο κινήσεις που έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα. Αφενός, την εξαγορά του Χρηματιστηρίου Αθηνών από την Euronext και αφετέρου την αύξηση της συμμετοχής της Unicredit στην Alphabank, – κάτι αντίστοιχο όταν πήγε να γίνει σε άλλες χώρες δεν αγκαλιάστηκε με τον ίδιο τρόπο από τις αντίστοιχες κυβερνήσεις. Και τα δυο αυτά, όμως, είναι στο πλαίσιο της ένωσης των κεφαλαιαγορών, το να μπορέσουμε να έχουμε περισσότερες συγχωνεύσεις και εξαγορές διασυνοριακά στην Ευρώπη. Στο να κατακτήσουμε περισσότερους Ευρωπαίους επενδυτές. Να σκεφτούμε σαν Ευρωπαίοι. Και αυτό είναι πεποίθηση του Πρωθυπουργού, είναι πεποίθηση της κυβέρνησης, είναι πεποίθηση δική μου. Η Ελλάδα έχει να κερδίσει πολλά παραπάνω κάνοντάς το. Μπορούμε, να έχουμε ακόμη μεγαλύτερη ανάπτυξη, αναπτυξιακή επίδοση σε αυτό το πλαίσιο. Και έτσι, υπάρχουν πεδία δράσης μπροστά μας στα οποία πραγματικά έχουμε κάθε λόγο, αν αδράξουμε την ευκαιρία, να είμαστε αισιόδοξοι για το μέλλον. Έτσι, τονίζοντας ειδικά τη διάσταση της εξωστρέφειας, θα έλεγα ότι η πραγματική σύγκλιση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι ο «Βορράς» στην πυξίδα μας, το διαρκές διακύβευμα, όπου διαρκώς βελτιώνουμε την επίδοσή μας για να το κατακτήσουμε, περνάει μέσα από την εξωστρέφεια, αλλά η εξωστρέφεια δεν είναι μόνο μια οικονομική επιλογή. Είναι μία στρατηγική για την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους και την εμβάθυνση της κοινωνικής συνοχής. Είναι παράλληλα μία στρατηγική ισχύος απέναντι σε κάθε επιβολή. Η πραγματική σύγκλιση είναι μία στρατηγική για την ενίσχυση της εθνικής ασφάλειας. Η εθνική ασφάλεια περνάει μέσα από την οικονομία.

 

Κυρίες και κύριοι,

Η Ευρώπη σφράγισε την Μεταπολίτευση, οι μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα, όλες αυτές τις δεκαετίες και ιδιαίτερα από το Μάαστριχτ και μετά είναι σε αντιστοίχιση με την πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η σύγκλιση ήταν και παραμένει πυξίδα μας. Αλλά, η σύγκλιση έχει πολλά πρόσωπα. Δίπλα από την οικονομική σύγκλιση, βρίσκεται η θεσμική και κοινωνική σύγκλιση. Σήμερα, υπάρχουν πολλές συζητήσεις για το αν η Ευρώπη κινείται επαρκώς γρήγορα – κάποιοι λένε ότι περνάει την δική της κρίση. Η Ευρώπη και η Δύση, ήταν, είναι και θα είναι ο προσανατολισμός της Ελλάδας. Μια Ελλάδα, ισχυρή στην Ευρώπη είναι πάντα μια Ελλάδα με ασφάλεια και προοπτική. Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Ευρώπη θα βρει τις λύσεις, αυτές που θα οδηγήσουν σε μία πιο ώριμη Ευρωπαϊκή Ένωση. Όπως όμως δεν υπάρχει οικονομία χωρίς εξωστρέφεια, έτσι δεν υπάρχει και οικονομία χωρίς επενδύσεις, όπως ανέφερα πριν. Προσελκύουμε λοιπόν επενδύσεις από κορυφαίες εταιρείες της τεχνολογίας, της βιομηχανίας, της ενέργειας. Και απαραίτητη προϋπόθεση για τις επενδύσεις είναι η σταθερότητα. Η πολιτική της διασφάλισης της οικονομικής σταθερότητας «μεταφράστηκε» και «μεταφράζεται» όλο και περισσότερο σε ανάπτυξη, σε μείωση ανεργίας, σε «brain gain», σε κοινωνική συνοχή.

Κυρίες και κύριοι,

Κλείνοντας, η πορεία που ακολουθήσαμε μέχρι τώρα μας διδάσκει πολλά, πάρα πολλά. Κυρίως, όμως μας διδάσκει ότι η Ελλάδα μπορεί. Μπορεί, αρκεί να υπάρχει ηγεσία με σχέδιο και συνέπεια. Μπορεί, αρκεί να μην εγκλωβιζόμαστε σε ατελέσφορες, διχαστικές συγκρούσεις. Μπορεί, αρκεί να κοιτάζουμε μπροστά και όχι πίσω. Πολύ συχνά θα μπορούσαν πολλοί από εμάς -κι εγώ προσωπικά- να επιλέξουμε τον δρόμο της σύγκρουσης στη διαρκή πολιτική αντιπαράθεση χωρίς νόημα. Θα έλεγα ότι και προσωπικά, προσπαθώ να το αποφεύγω συνειδητά. Ο διχασμός έχει διαιρέσει και έχει αφαιρέσει σε αυτή τη χώρα. Διαιρεί τις εθνικές μας δυνατότητες και αφαιρεί από το μέλλον μας. Γι’ αυτό και πιστεύω ότι σήμερα στην πολιτική δεν κρινόμαστε μόνο για τις θέσεις και τις αποφάσεις μας. Κρινόμαστε και από το αν μπορούμε να διαφυλάξουμε μια κοινή βάση συνεννόησης: είναι η ελάχιστη προϋπόθεση για την πρόοδο της κοινωνίας, για ένα μέλλον δικαιοσύνης και αλληλεγγύης, για ένα μέλλον χωρίς αποκλεισμούς.

Με αυτή τη συναίνεση στα θεμελιώδη πρέπει να συνεχίσουμε και στο μέλλον. Αν στα τελευταία 4+2 χρόνια κάναμε την κρίση παρελθόν, στα επόμενα 2+4 χρόνια μπορούμε να ανεβάσουμε τον πήχη και όχι να τον κατεβάσουμε. Αρκεί να αποφασίσουμε ότι το σήμερα είναι αφετηρία και όχι αφορμή για επιστροφή στο χθες.

Καλούμαστε να αξιοποιήσουμε τις δυνατότητες που συγκεντρώσαμε μέχρι σήμερα και να τις μετατρέψουμε σε κατακτήσεις του αύριο. Η Ελλάδα του 2030 μπορεί και πρέπει να είναι μια πιο ισχυρή Ελλάδα με μια πιο σύγχρονη οικονομία, με μια πιο δίκαιη κοινωνία. Και σας διαβεβαιώ: μπορούμε.