Παρασκευή
3
Μάιος
TOP

Κυκλοφορούσαν πολλά στις Βρυξέλλες, αλλά…

του Μανώλη Καψή

Θα προσπαθήσω να είμαι δίκαιος με τον ΣΥΡΙΖΑ, αν και ορισμένες φορές ομολογώ δυσκολεύομαι… Δεν πιστεύω ότι θέλησαν να κουκουλώσουν την υπόθεση Γεωργούλη. Αν ήξεραν τι είχε συμβεί θα είχαν τη στοιχειώδη νοημοσύνη να πάρουν αμέσως αποστάσεις. Κάτι είχαν ακούσει βέβαια, γιατί κυκλοφορούσαν πολλά στις Βρυξέλλες, αλλά ακριβείς πληροφορίες πιθανότατα δεν υπήρχαν. Αλλωστε το θύμα είχε κρατήσει την καταγγελία της μυστική και δεν είχε μοιραστεί τις πληροφορίες ούτε με την οικογένειά της, ούτε με το κόμμα της. Και ναι, υποθέτω ότι δεν είναι εύκολο για ένα κόμμα να κάνει αστυνομική έρευνα, όταν ο καταγγελθείς το αρνείται κατηγορηματικά. Αλλά προφανώς υποτίμησαν το γεγονός, έδειξαν αμέλεια, δεν το έψαξαν περισσότερο.

Δεν ξέρω αν όντως όπως λένε στο ΠΑΣΟΚ, από κύκλους του ΣΥΡΙΖΑ κυκλοφόρησε το όνομα της Ελενας Χρονοπούλου. Ακόμα και αν συνέβη όμως, δεν πολυπιστεύω ότι θέλησαν έτσι να δώσουν πολιτική χροιά στην υπόθεση. Ότι είναι μια καταγγελία από πολιτικό πρόσωπο, από πολιτικό αντίπαλο, για να πληγεί ο ΣΥΡΙΖΑ πρεοκλογικά, όπως αφήνει να εννοηθεί ο καταγγελλόμενος και όπως πιστεύουν ορισμένοι φανατικοί οπαδοί. Παρά είναι χοντροκομμένο. Μάλλον από κουτσομπολίστικη διάθεση έγινε, αν έγινε ό,τι έγινε. (Και σε κάθε περίπτωση και εμείς οι δημοσιογράφοι έχουμε τις δικές μας ευθύνες για τη δημοσιοποίηση των στοιχείων της. Δεν αρκεί η δικαιολογία του ανταγωνισμού ανάμεσα στα Μέσα…)

Δεν θέλω επίσης να ρίξω ευθύνες στον ΣΥΡΙΖΑ και την ηγεσία του για τα όσα βρωμερά ανήρτησαν στα social media διάφορα στελέχη και υποψήφιοι βουλευτές. Άλλος/η ποστάροντας υπερηφάνως το Μακελειό, άλλος/η αφήνοντας υπονοούμενα για τη σχέση της κ. Χρονοπούλου με τον Ανδρουλάκη και άλλες βρωμερές αηδίες. Πώς να το κοντρολάρεις αυτό; Πώς να το αντιμετωπίσεις, πώς να το εμποδίσεις; Αλλά βέβαια αν ο ένας διεγράφη και πολύ καλώς διεγράφη, αναρωτιέσαι γιατί η άλλη είναι ακόμα υποψήφια βουλευτής. Γιατί δεν την απέσυραν; Εκανε σχολή ο Νίκος Παππάς;

Σε κάθε περίπτωση, η υπόθεση Γεωργούλη δεν μας λέει κάτι για τον ΣΥΡΙΖΑ και την ηθική του. Δεν μπορείς να κατηγορήσεις, είναι άδικο, ένα κόμμα για την προσωπική συμπεριφορά ενός στελέχους του. Αν ο Αλέξης Γεωργούλης αποδειχθεί βιαστής και κακοποιητής δεν θα οφείλεται στην πολιτική του ένταξη, δεν ερμηνεύεται η συμπεριφορά του από την κομματική του ένταξη. Ούτε πρέπει να χρεωθεί στον ΣΥΡΙΖΑ η κακοποιητική συμπεριφορά του στελέχους του. Ακόμα και αν ο Αλέξης Τσίπρας περιέφερε περιχαρής τη μεγάλη του μεταγραφή, που θα έδινε αέρα νίκης στο ψηφοδέλτιό του. Ακόμα και αν είναι αυτός που τον διόρισε υποψήφιο. Ο εκλεκτός του, που θα έλεγε κάποιος κακεντρεχής.

Τέλος της ιστορίας; Όχι ακριβώς. Γιατί υπάρχει παρελθόν. Όταν έσκασε η άλλη θλιβερή ιστορία με πρωταγωνιστή τον Λιγνάδη- ο οποίος σημειώστε παραιτήθηκε στη βάση δημοσιογραφικών πληροφορίων και όχι όταν έφθασε πιά η υπόθεση στη Δικαιοσύνη, όπως συνέβη με τον Γεωργούλη- ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας ανέλαβε την αξιοποίηση της υπόθεσης. Ανέλαβε να χρωματίσει πολιτικά τις πράξεις του σκηνοθέτη.

Δυο φορές πήρε τον λόγο ο ίδιος στη Βουλή παρακαλώ, για να κατηγορήσει την κυβέρνηση και προσωπικά τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ότι όχι μόνο θέλησε τη συγκάλυψη της υπόθεσης, αλλά ότι έτσι “έδωσε τη δυνατότητα στον κύριο Λιγνάδη να λάβει όλα τα μέτρα ούτως ώστε να εξαφανιστούν πιθανές αποδείξεις της δράσης του”. Υποθέτω το υπονοούμενο ήταν ότι αν ανακάλυπταν τι έχει στους ηλεκτρονικούς του υπολογιστές ο Λιγνάδης, θα καίγονταν και άλλοι μεγαλόσχημοι. Kάτι τέτοιο εννοούσε ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, δίνοντας στην υπόθεση διαστάσεις συνωμοσίας. Ο οποίος Λιγνάδης φυσικά, είχε διοριστεί προσωπικά από τον πρωθυπουργό και όχι από την υπουργό Πολιτισμού, ήταν ο “εκλεκτός” του, όπως έλεγε ο κ. Τσίπρας.

Ποιος τελικά τον διόρισε τον κ. Λιγνάδη; ρωτούσε δήθεν αθώα ο κ. Τσίπρας από τη Βουλή, ενώ επανήλθε και μετά την απόφαση του δικαστηρίου να δώσει αναστολή της ποινής στον Λιγνάδη, για να συμπεράνει:

“Οταν είσαι άνθρωπος της εξουσίας, είσαι φίλος υπουργών και καναλαρχών, περιβάλλεσαι από ασυλία. Ακόμη και αν έχεις διαπράξει το απεχθέστερο έγκλημα. Ακόμη και αν είσαι βιαστής ανηλίκων, όπως ο εκλεκτός σας κος Λιγνάδης.”

Με άλλα λόγια ταύτιζε τη Νέα Δημοκρατία, την κυβέρνηση και τον Μητσοτάκη με τη δράση του Δημήτρη Λιγνάδη, αφήνοντας ταυτόχρονα φρικώδη υπονοούμενα για το τι κρύβεται πίσω από την ιστορία. Και όσο και αν θέλησε δήθεν να πάρει αποστάσεις, αυτός και τα στελέχη του δημιούργησαν- με τον θόρυβο που προκάλεσαν, με τις κραυγές που εκτόξευσαν, με τα υπονοούμενα που διατύπωσαν- τα άλλα θλιβερά φαινόμενα στα social media, με το γνωστό hashtag νδ- παιδοβιαστές. Τώρα τα λούζονται.

Είναι μια ευκαιρία λοιπόν, τώρα που καίγονται με την υπόθεση Γεωργούλη, για μια αυτονόητη και απαραίτητη αυτοκριτική. Είναι η κατάλληλη ώρα να συνειδητοποιήσουν ότι τέτοιες θλιβερές υποθέσεις δεν προσφέρονται για αντιπολίτευση, ούτε είναι υλικό για κομματική αντιπαράθεση. Ότι οι προσωπικές συμπεριφορές των ανθρώπων, δεν χρωματίζουν τα κόμματα στα οποία ανήκουν, ούτε χρεώνονται στις ηγεσίες τους. Θα το καταφέρουν; Δεν το νομίζω.

Ακουσα προ ημερών τη δήλωση της Πόπης Τσαπανίδου. Αφού κατηγόρησε τα γαλάζια στελέχη ότι χυδαιολογούν και αφού υπερασπίστηκε τον τρόπο αντίδρασης του ΣΥΡΙΖΑ στην υπόθεση, έριξε πάλι τη κομματική χολή της: “Είμαστε με τα θύματα”, είπε. “Αραγε μπορεί να πει το ίδιο και η Νέα Δημοκρατία με παρελθόν στη συγκάλυψη;”

Δηλαδή η Νέα Δημοκρατία δεν είναι με τα θύματα, είναι με τους θύτες και τη βαραίνει πάντα η επιχείρηση συγκάλυψης δήθεν, της υπόθεσης Λιγνάδη…Όπως δεν αλλάζουν οι άνθρωποι, έτσι και τα κόμματα δύσκολα αλλάζουν. Ο ΣΥΡΙΖΑ δίνει την εντύπωση ότι δεν θα αλλάξει ποτέ.

ΠΗΓΗ capital.gr