Κρατώντας «γερές ομπρέλες», όπως μεταφέρουν χαρακτηριστικά γνώστες της αγοράς, διανύει τη νέα χρηματοπιστωτική καταιγίδα το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Κυβέρνηση, υπουργείο Οικονομικών, Τράπεζα της Ελλάδος και σωρεία διεθνών αναλυτών καθησυχάζουν για την ασφάλεια των ελληνικών τραπεζών, την εμπιστοσύνη των επενδυτών και διαβεβαιώνουν για τη χαμηλή έκθεση σε κίνδυνο.
«Δεν βλέπουμε επιπτώσεις από την SVB στις τράπεζες της ευρωζώνης, και φυσικά τις ελληνικές. Η SVB αποτελεί μια ιδιάζουσα περίπτωση. Το μοντέλο λειτουργίας της δεν συναντάται στην Ευρώπη», δήλωσε στα «ΝΕΑ» στις αρχές της εβδομάδας, όταν είχε ξεσπάσει η θύελλα με την κατάρρευση της αμερικανικής Silicon Valley Bank, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας.
Αν και είναι αβέβαιη η πορεία, η Ελλάδα δεν είναι στην ίδια θέση με παλαιότερα. Οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών, επίσης, δεν ανησυχούν από τις εξελίξεις στις ΗΠΑ, καθώς ο κλάδος δεν συνδέεται με τα αμερικανικά πιστωτικά ιδρύματα.
Ωστόσο, οι αγορές δέχονται ένα ακόμα σοκ, το τρίτο κατά σειρά. Πριν ακόμα συνέλθει η παγκόσμια οικονομία από την πανδημία, την ενεργειακή κρίση και τον πόλεμο, οι μετοχές και οι τράπεζες δοκιμάζονται πάλι. Συνομιλώντας με στελέχη και διεθνείς οικονομικούς παράγοντες, αναγνωρίζεται ότι η Ελλάδα είναι σε καλύτερη θέση.
Οι τράπεζες έχουν θωρακιστεί τόσο σε ρευστότητα όσο και ως προς την ποιότητα του ενεργητικού. Σύμφωνα με στοιχεία του οίκου S&P, η Ελλάδα βρίσκεται στην 11η καλύτερη θέση, μεταξύ των ευρωπαϊκών τραπεζών, όσον αφορά τη ρευστότητα. Ο λόγος των καταθέσεων προς τα δάνεια στις ελληνικές τράπεζες είναι από τους υψηλότερους στην Ευρώπη. Οι ελληνικές τράπεζες πλέον έχουν:
- εξυγιάνει τους ισολογισμούς και διαθέτουν μονοψήφιους δείκτες μη εξυπηρετούμενων δανείων (8,7% τον Δεκέμβριο του 2022),
- ενισχύσει σημαντικά τη ρευστότητα, μέσω της αύξησης των καταθέσεων κατά 30% ή 50 δισ. ευρώ την τετραετία,
- επανακτήσει την πρόσβαση στις διεθνείς αγορές, με εκδόσεις τίτλων και κεφαλαιακών μέσων ύψους περίπου 12,5 δισ. ευρώ,
- δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας αρκετά άνω του ελάχιστου ορίου, που φτάνει το 17,5% τον Δεκέμβριο του 2022,
- επανέλθει σε κερδοφορία, έπειτα από σειρά ζημιογόνων χρήσεων.