Παρασκευή
27
Δεκέμβριος
TOP

Μπορεί να εργαστεί κάποιος νόμιμα σε δύο εργοδότες για 16 ώρες ημερησίως;

Οι εξαγγελίες του υπουργού Εργασίας προκάλεσαν σύγχυση γιατί προσπέρασαν περιορισμούς που υπάρχουν στη διάρκεια του χρόνου εργασίας και που δύσκολα μπορούν να καταργηθούν

«Παραδείγματος χάρη, θεσπίζουμε τη δυνατότητα ενός εργαζομένου να δουλεύει σε πολλαπλούς εργοδότες. Δηλαδή, μπορεί κάποιος να δουλεύει δύο 8ωρα σε δύο διαφορετικούς εργοδότες και αυτό είναι απολύτως νόμιμο, δηλωμένο και στα εισοδήματά του.» Με αυτόν τον τρόπο παρουσίασε ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Άδωνις Γεωργιάδης, μία από τις προβλέψεις σχεδίου νόμου που ετοιμάζει το υπουργείο του και το οποίο θα κατατεθεί σύντομα προς διαβούλευση, με σκοπό την ενσωμάτωση και εφαρμογή της «Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1152 της 20ής Ιουνίου 2019 για διαφανείς και προβλέψιμους όρους εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση». Η συγκεκριμένη οδηγία αποπειράται να βάλει κάποια τάξη στο τωρινό τοπίο της εργασίας στην Ευρώπη, όπου τα κράτη-μέλη έχουν προχωρήσει σε αλλεπάλληλα κύματα ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων, από την επέκταση της μερικής απασχόλησης, την εφαρμογή της ευέλικτης διευθέτησης του χρόνου εργασίας έως τα συμβόλαια «μηδενικών ορών»

Όπως ήταν επόμενο η δήλωση αυτή προκάλεσε μεγάλες και έντονες αντιδράσεις, γιατί φαινόταν ως να μεθοδεύεται η δυνατότητα εργασίας ακόμη και 16 ώρες την ημέρα. Ο ίδιος ο υπουργός θα αναγκαστεί να κάνει διευκρινιστική δήλωση, σύμφωνα με την οποία «σε καμία όμως περίπτωση δεν σταματά να εφαρμόζεται το ΠΔ88/1999 περί των ελαχίστων περιόδων ανάπαυσης που αποτελεί υπερεθνικό δίκαιο και όπου εκεί ορίζεται ρητώς ότι, για κάθε περίοδο 24 ωρών, η ελάχιστη ανάπαυση δεν μπορεί να είναι κατώτερη των 11 συνεχών ωρών, το οποίο συνεχίζει να ισχύει για κάθε εργοδότη στον οποίο εργάζεται ο εργαζόμενος».

Τι, όμως, τελικά ισχύει;

Τι προβλέπει η Ευρωπαϊκή Οδηγία για την εργασία σε περισσότερους εργοδότες

Καταρχάς να διευκρινίσουμε ότι η κείμενη νομοθεσία δεν απαγορεύει κάποιος να είναι μισθωτός σε περισσότερους από έναν εργοδότες, για τον ιδιωτικό τομέα. Και αυτό ισχύει και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ταυτόχρονα, όμως, υπάρχουν διάφοροι σχετικοί περιορισμοί ή απαιτήσεις «αποκλειστικότητας» σε διάφορους κλάδους, είτε με τυπική μορφή είτε με άτυπη. Η συγκεκριμένη οδηγία έρχεται να αποσαφηνίσει ότι δεν μπορεί ένας εργοδότης να απαγορεύσει σε εργαζόμενο να έχει εργασία και σε άλλο εργοδότη, εκτός ωραρίου εργασίας ή να τον μεταχειρίζεται δυσμενώς γι’ αυτόν τον λόγο. Ωστόσο η συγκεκριμένη οδηγία παραδέχεται ότι για διάφορους λόγους από την ακεραιότητα του δημόσιου τομέα (δηλαδή την ισχύουσα και στην Ελλάδα απαγόρευση των δημοσίων υπαλλήλων να εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα) μέχρι το επιχειρηματικό απόρρητο:

2) Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν προϋποθέσεις για τη χρήση των περιορισμών περί ασυμβίβαστου από εργοδότες για αντικειμενικούς λόγους, όπως η υγεία και η ασφάλεια, η προστασία του επιχειρηματικού απορρήτου, η ακεραιότητα του δημοσίου τομέα ή η αποφυγή της σύγκρουσης συμφερόντων.»

Επομένως, γίνεται σαφές ότι η Ευρωπαϊκή Οδηγία δεν υποστηρίζει ότι μπορεί κάποιος να εργαστεί δύο οκτάωρα σε δύο εργοδότες. Λέει ότι δεν μπορεί να του απαγορευτεί η απασχόληση εκτός ωραρίου κα ταυτόχρονα αποδέχεται ότι μπορούν να μπουν περιορισμοί (που προφανώς περιλαμβάνουν και τα ζητήματα υγιεινής και ασφάλειας που είναι βασικοί παράμετροι για τα όρια στις ώρες εργασίας ημερησίως). 

Και όμως υπάρχουν όρια στη διάρκεια του χρόνου εργασίας

Η διευκρινιστική δήλωση του υπουργού σε σχέση με την τήρηση του κανόνα των 11 ωρών ελάχιστης ημερήσιας ανάπαυσης ήρθε να θυμίσει δεν υπάρχει μια απεριόριστη δυνατότητα εργασίας.

Να το πούμε απλά: όχι, δεν μπορεί κάποιος να εργάζεται δύο οκτάωρα την ημέρα με όρους πλήρους απασχόλησης.

Και αυτό γιατί μπορεί να μην υπάρχει ούτως ή άλλως περιορισμός στη δυνατότητα απασχόλησης σε περισσότερους από έναν εργοδότες, όμως εξακολουθούν περιορισμοί στο συνολικό χρόνο εργασίας που μπορεί να απασχοληθεί κάποιος.

Ήδη από το άρθρο 16 του ΠΔ 4-7-1932/1932 προβλέπεται ότι «Ο εργοδότης δεν επιτρέπεται ν`απασχολήση κατά την αυτήν ημέραν εργασίας εργάτας ή υπαλλήλους εργασθέντας εις έτερον εργοστάσιον ή έτερον τόπον εργασίας, καθ`όλον τον νόμιμον χρόνον ημερησίας εργασίας. Δύναται μόνον ν`απασχολήση εργάτας εργασθέντας κατά την αυτήν ημέραν παρ`άλλοις εργοδόταις, ολιγωτέρας των υπό του παρόντος καθοριζομένων ωρών, αλλά μόνον δια τον χρόνον τον απαιτούμενον προς συμπλήρωσιν του νομίμου ανωτάτου ορίου ημερησίας εργασίας.»

Η συγκεκριμένη πρόβλεψη, που δεν έχει καταργηθεί, σημαίνει μέχρι τώρα ότι δεν μπορεί να απασχοληθεί κάποιος ο οποίος έχει ήδη εκείνη την ημέρα συμπληρώσει το ανώτατο προβλεπόμενο χρόνο εργασίας. Μπορεί μόνο να συμπληρώσει αυτόν τον χρόνο, εάν μία στη μία απασχόλησή του εργάζεται για μικρότερο χρόνο του ανώτερου ημερήσιου. Δηλαδή, κανείς μπορεί να εργάζεται σε περισσότερους του ενός εργοδότες, ακόμη και την ίδια μέρα, αλλά δεν θα ξεπερνά το ανώτατο όριο της νόμιμης εργασίας.

Ποιος είναι σήμερα το νόμιμο ημερήσιο ωράριο; Όπως αναφέρει το ίδιο το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης στην ιστοσελίδα του: «Με το άρθρο 58 του ν. 4808/2021 (ΦΕΚ Α’ 101), όπως αυτό τροποποίησε το άρθρο 4 του ν.2874/2000 το νόμιμο εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας καθορίστηκε σε 45 ώρες επί πενθήμερου και 48 ώρες επί εξαήμερου συστήματος εβδομαδιαίας εργασίας. Μετά την ισχύ δε του πενθήμερου, το νόμιμο ημερήσιο ωράριο καθορίσθηκε σε 9 ώρες, ενώ επί εξαημέρου παρέμεινε σε 8 ώρες [άρθρο 6 της από 26-2-1975 ΕΓΣΣΕ, Ν. 2269/1920, (αρ. 18 του Π.Δ./8-4-32) Απόφαση Αρ. Πάγου 119/97, Εγκύκλιος αριθμ.οικ.64597/03-09-2021 επί του άρθρου 58 του ν. 4808/2021].»

Σε αυτή τη βάση μπορεί να προστεθεί υπερωριακός χρόνος, αλλά πάντα με περιορισμούς: «Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 58 του ν. 4808/2021, το ανώτατο όριο πραγματοποίησης υπερωριακής απασχόλησης σε όλες τις επιχειρήσεις και για όλους τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα διαμορφώνεται σε εκατόν πενήντα (150) ώρες ετησίως και μέχρι τρεις (3) ώρες ημερησίως.

Μισθωτοί απασχολούμενοι υπερωριακώς, κατά τα ανωτέρω, δικαιούνται για κάθε ώρα νόμιμης υπερωρίας, έως τρεις (3) ώρες ημερησίως και μέχρι τη συμπλήρωση εκατόν πενήντα (150) ωρών ετησίως, αμοιβή ίση με το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά σαράντα τοις εκατό (40%).», αναφέρει πάλι η ιστοσελίδα του υπουργείου Εργασίας.

Για όλες αυτές τις προβλέψεις υπάρχει η δυνατότητα συνολικής διευθέτησης του χρόνου εργασίας, που σημαίνει ακόμη και 10 ώρες απασχόλησης ημερησίως για ένα διάστημα, υπό την προϋπόθεση ότι εν συνεχεία θα υπάρχουν και περίοδοι μειωμένης απασχόλησης: «Ειδικότερα, με τη διάταξη αυτή παρέχεται η δυνατότητα σε επιχειρήσεις στις οποίες εφαρμόζεται συμβατικό ωράριο εργασίας έως σαράντα (40) ώρες εβδομαδιαίως, να εφαρμόζουν για μία χρονική περίοδο, σύστημα αυξημένης απασχόλησης (δύο ώρες την ημέρα  επιπλέον των οκτώ ωρών), υπό την προϋπόθεση ότι οι επιπλέον των σαράντα, ή του μικρότερου συμβατικού ωραρίου, ώρες εργασίας την εβδομάδα να αφαιρούνται από τις ώρες εργασίας μιας άλλης χρονικής περιόδου, περίοδο μειωμένης απασχόλησης. Το χρονικό διάστημα των περιόδων αυξημένης και μειωμένης απασχόλησης δεν μπορεί να υπερβαίνει συνολικά τους έξι (6) μήνες σε διάστημα δώδεκα (12) μηνών (περίοδος αναφοράς).

Περαιτέρω, στις ως άνω επιχειρήσεις, αντί της κατά την προηγούμενη παράγραφο διευθέτησης, δύναται μέχρι διακόσιες πενήντα έξι (256) ώρες εργασίας από το συνολικό χρόνο απασχόλησης εντός ενός (1) ημερολογιακού έτους, να κατανέμονται με αυξημένο αριθμό ωρών σε ορισμένες χρονικές περιόδους, που δεν μπορούν να υπερβαίνουν τις τριάντα δύο (32) εβδομάδες ετησίως και με αντιστοίχως μειωμένο αριθμό  ωρών κατά το λοιπό διάστημα του ημερολογιακού έτους.

Η διευθέτηση του χρόνου εργασίας υιοθετείται με επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή με συμφωνίες του εργοδότη και του επιχειρησιακού σωματείου ή του εργοδότη και του συμβουλίου των εργαζομένων ή του εργοδότη και των ενώσεων.»

Ο συνδυασμός όλων των προβλέψεων για τη μέγιστη ημερήσια διάρκεια της εργασίας με τη ρητή πρόβλεψη ότι ακόμη και εάν κανείς εργάζεται σε περισσότερους εργοδότες ο συνολικός του χρόνος ημερήσιας απασχόλησής του δεν μπορεί να υπερβεί τη μέγιστη νόμιμη προβλεπόμενη διάρκεια της εργασίας που παραμένει στις 9 ώρες ως γενικός κανόνας και μόνο για μικρά διαστήματα στις 10 ώρες (και οριακά, σε περίπτωση πραγματοποίησης υπερωρίας, τις 11 ώρες). 

Ο υποχρεωτικός χρόνος ανάπαυσης

Σε όλα αυτά προστίθεται και η πρόβλεψη για υποχρεωτικό ελάχιστο χρόνο ημερήσιας ανάπαυσης, δηλαδή, στην πράξη, τον ελάχιστο χρόνο στον οποίο δεν μπορεί να δουλεύει ένας άνθρωπος μέσα σε ένα 24ωρο.

Με το ΠΔ 88/1999, ο ελάχιστος χρόνος ανάπαυσης ορίστηκε στις 12 ώρες.

Το 2012, με τον νόμο 4093, έναν από τους μνημονιακούς νόμους, ο ελάχιστος χρόνος ανάπαυσης περιορίστηκε στις 11 ώρες ημερησίως.

Το 24ωρο σε όλες τις περιπτώσεις υπολογίζεται ως το διάστημα από 00:01 έως 24:00.

Αυτό σημαίνει ότι πέραν του ανώτατου νόμιμου χρόνου εργασίας υπάρχει και υποχρεωτικό διάστημα 11 ωρών ανάμεσα στο τέλος της τελευταίας απασχόλησης τη μία μέρα και την εκ νέου απασχόληση την επόμενη.

Να σημειώσουμε εδώ ότι τα ανώτατα όρια ημερήσιας απασχόλησης και τα ελάχιστα όρια ημερήσιας ανάπαυσης, έχουν να κάνουν και με θέματα υγιεινής και ασφάλειας στην εργασίας, καθώς η υπέρβασή τους σημαίνει υπερβολική καταπόνηση και σημαίνει και αυξημένο κίνδυνο ατυχημάτων. Ένας κλάδος όπου αυτό είναι προφανές είναι αυτός των μεταφορών, όπου για παράδειγμα είναι πολύ συχνοί οι έλεγχοι για το εάν οι οδηγοί φορτηγών τηρούν απαρέγκλιτα τα όρια.

Η εργασία στην εποχή της ελαστικότητας

Με βάση τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι αυτή τη στιγμή δεν μπορεί κανείς να εργαστεί 16 ώρες σε δύο εργοδότες σε μία μέρα, ακόμη και εάν εφαρμοστεί η ευρωπαϊκή οδηγία.

Ακόμη και με τις αλλεπάλληλες προβλέψεις που έχουν υπάρξει για να γίνει πιο ελαστική η διευθέτηση του χρόνου εργασίας και να «σπάει» το 8ωρο (ή ακόμη και το 9ωρο) για ένα περιορισμένο διάστημα, είναι σαφές εξακολουθεί να υπάρχει μια ισχυρή έννοια ανώτατου ημερήσιου χρόνου εργασίας.

Με αυτή την έννοια τυχόν πρόβλεψη για διπλή πλήρη απασχόληση δύσκολα μπορεί να προωθηθεί. Και το εμπόδιο δεν είναι μόνο η υποχρεωτική 11ωρη ανάπαυση αλλά και οι ρυθμίσεις για τον χρόνο εργασίας.

Εάν τώρα υπάρχει οποιαδήποτε κυβερνητική πρόθεση αυτό να αναιρεθεί, είναι κάτι που θα το δούμε όταν το σχετικό σχέδιο νόμου τεθεί σε διαβούλευση.

Πηγή: in.gr