Παρασκευή
22
Νοέμβριος
TOP

Ο θρίαμβος της μεταπολιτικής

Γράφει ο Πέτρος Τατσόπουλος

για το www.thetoc.gr

Η αείμνηστη Ελένη Βλάχου, περιώνυμη για τα βιτριολικά της αποφθέγματα, είχε δηλώσει κάποτε ότι πιθανότατα θα ήταν εντελώς διαφορετική η ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας εάν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε τη φυσιογνωμία και το παράστημα του Σπυρίδωνος Μαρκεζίνη –όπως και τούμπαλιν. Θα μπορούσαμε να εκλάβουμε αυτή τη δήλωση ως προανάκρουσμα της μεταπολιτικής σε μια εποχή που και η έννοια ακόμη της μεταπολιτικής ήταν άγνωστη.

Επισήμως πάντως, σε διεθνές επίπεδο, ληξιαρχική πράξη της μεταπολιτικής θεωρείται το πρώτο ντιμπέιτ σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση ανάμεσα στον Τζον Κένεντι και στον Ρίτσαρντ Νίξον, παραμονές προεδρικών εκλογών, το όχι και τόσο μακρινό 1960. Από τη στιγμή που μεταδόθηκε το ντιμπέιτ έως την ημέρα που οι Αμερικανοί έριξαν τη ψήφο τους στην κάλπη, ελάχιστοι είχαν συγκρατήσει στη μνήμη τους τι ακριβώς είχαν πει οι δύο υποψήφιοι, αλλά οι περισσότεροι θυμόνταν ξεκάθαρα ότι ο Νίξον ήταν εμφανώς αξύριστος, ιδρωμένος και κακοφωτισμένος.

Σε μια αναμέτρηση που κρίθηκε από μια ασήμαντη διαφορά ψήφων –λίγες χιλιάδες- αυτό το “μεταπολιτικό” μειονέκτημα του Νίξον στάθηκε και το μοιραίο.

Επιστρέφοντας στα καθ’ ημάς, η πιο παράτολμη και φιλόδοξη απόπειρα να επικρατήσει η μεταπολιτική της πολιτικής ήταν την περίοδο 2012-2013, πριν από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Αρκετοί από εμάς δεν έχουν ξεχάσει τη συντονισμένη απόπειρα ορισμένων λάιφ στάιλ εκπομπών εκείνων των ημερών, καθώς και αναλόγων εντύπων, να σερβιριστούν οι Χρυσαυγίτες με “ανθρώπινο πρόσωπο”, ως εύπεπτο προϊόν προς βρώσιν και πόσιν: τι συμπαθητικός υπέρβαρος που ήταν εκείνος ο Παναγιώταρος, για να μην πούμε τι ψυχούλα κατά βάθος ήταν
εκείνος ο παραπλανητικά αγριωπός Γερμενής, πιο γνωστός ως Καιάδας…

Βεβαίως, η δύσκολα συγκαλυπτόμενη ναζιστική τους ιδεολογία και, κυρίως, η καθημερινή τους επιθετική τακτική στους δρόμους –από τις λαϊκές αγορές έως τα στέκια των μεταναστών- ερχόταν σε τόσο έντονο κοντράστ με κάθε προσπάθεια να απευθυνθούν πειστικά σε ένα μεγαλύτερο τηλεοπτικό (άρα κι εκλογικό) ακροατήριο, ώστε αρκούσε ένας νεκρός με την εθνική μας ταυτότητα για να καταλήξουν τα καλλωπιστικά εγχειρήματα στον κάλαθο των αχρήστων.

Μολαταύτα, η μεταπολιτική μάς άφησε κληρονομιά τον Ηλία Κασιδιάρη, έστω κι έγκλειστο στις φυλακές Δομοκού, ως εκείνον που, από όλους τους Χρυσαυγίτες, πληρούσε τις δικές της προϋποθέσεις. Εάν η περίπτωση Κασιδιάρη είναι μια “ζημία εν αναμονή”, μένει να το διαπιστώσουμε στο εγγύς μέλλον.

Ο Στέφανος Κασσελάκης ήταν ευθύς εξ αρχής αλλουνού παπά ευαγγέλιο –και όχι μόνο επειδή παραμένει μέχρι σήμερα ο μόνος πολιτικός που ευθαρσώς συμπεριέλαβε στην ατζέντα του τον χωρισμό Εκκλησίας και Κράτους (απομένει να δούμε εάν θα… ξαναθυμηθεί τον χωρισμό και την επομένη της εκλογής του στην αρχηγία του ΣΥΡΙΖΑ). Ο Κασσελάκης εμφανίστηκε σαν κομήτης στον έναστρο πολιτικό μας ουρανό κι εκμεταλλεύτηκε συνειδητά τόσο τον εντυπωσιασμό όσο και τον αιφνιδιασμό που παραδοσιακά προκαλεί κάθε πυροτέχνημα.

Εξαπέλυσε έναν επικοινωνιακό blitzkrieg (κεραυνοβόλο πόλεμο) τριών εβδομάδων που δεν άφησε κανένα περιθώριο στους εν δυνάμει ψηφοφόρους του ώστε να αντιληφθούν τις πιθανές αντιφάσεις σε όσα έλεγε και, πρωτίστως, στην ετερόκλητη, αν όχι τραγελαφική σύνθεση των υψηλών κομματικών στελεχών που ανέλαβαν να υποστηρίξουν την υποψηφιότητά του για την προεδρία. Όταν βλέπεις τα Σφακιά να ψηφίζουν Κασσελάκη μονοκούκι, δύο τινά μπορεί να συμβαίνουν: είτε οι συμπατριώτες μου οι Κρητικοί (είμαι γέννημα Ρεθυμνιώτης, αν και όχι θρέμμα) έχουν όλα αυτά τα χρόνια υιοθετήσει αθόρυβα και με εντυπωσιακή εχεμύθεια την ατζέντα των “δικαιωματιστών” ή ψηφίζουν όποιον τους υπαγορεύσει ο κομματάρχης τους (λέγε με και Πολάκη) χωρίς “μα” και “μου”.

Με κίνδυνο να φανώ προκατειλημμένος γέρνω προς τη δεύτερη εκδοχή. Ο Κασσελάκης επέδειξε ασυνήθιστη προεκλογική ευφυία τόσο με όσα επιδίωξε ο ίδιος να πλασάρει στους ψηφοφόρους όσο και με όσα απέφυγε εξίσου επιδέξια. Με το outing για τον σεξουαλικό του προσανατολισμό και τις δικαστικές περιπέτειες της οικογένειάς του πήρε κυριολεκτικά τη μπουκιά από το στόμα των δημοσιογράφων (ιδίως εκείνων που σταδιοδρομούν στο “αποκαλυπτικό” ρεπορτάζ) κι έστρεψε τον προβολέα προς την κατεύθυνση που εκείνος επιθυμούσε: την “εικόνα” του. Την εικόνα ενός άγουρου αλλά κι ακομπλεξάριστου νέου πολιτικού που δεν αποφεύγει τις πολιτικές γκάφες (και μάλλον πάτησε σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα περισσότερες μπανανόφλουδες από όσες προέβλεπε ότι θα πατήσει και ο πιο απαισιόδοξος οπαδός του) μα ούτε και καταφεύγει στον απεχθή “ξύλινο λόγο” των πολιτικών προκειμένου να τις δικαιολογήσει.

Απέκρουσε επίμονα την ιδέα ενός ντιμπέιτ με την Έφη Αχτσιόγλου, όπου γνώριζε προκαταβολικά ότι δύσκολα θα απέκρυπτε την πολιτική του ρηχότητα και θα της έδινε την ανέλπιστη ευκαιρία να τον ρίξει στο καναβάτσο, ενώ ταυτόχρονα αντιπρότεινε κοινή περιοδεία μαζί της, όπου και σαφώς θα υπερίσχυε με τις “μπαλκονάτες” κοινοτοπίες του. Αναμφίβολα ο θρίαμβος του Κασσελάκη είναι ο πρώτος αψεγάδιαστος, ο πρώτος γνήσιος θρίαμβος της μεταπολιτικής στην πατρίδα μας. Άντε, βρε, με το καλό: ο επόμενος αρχηγός κόμματος να ξεπηδήσει από οντισιόν του “Bachelor”.