Άλμα σχεδόν κατά 30% έχει κάνει η τιμή του πετρελαίου μπρεντ από τη στιγμή που ο Πούτιν κήρυξε την έναρξη στρατιωτικής επιχείρησης στην Ουκρανία, στις 24 Φεβρουαρίου, φθάνοντας την Παρασκευή στα 118 δολ./βαρέλι. Αναλυτές προειδοποιούν, όμως, ότι θα μπορούσε να εκτιναχθεί και πάνω από τα 200 δολ. το επόμενο διάστημα, εάν η Ουάσιγκτον επιβάλει στη Ρωσία αποκλεισμό κατά τα πρότυπα των αντίστοιχων κυρώσεων στο Ιράν. Σε αυτή την περίπτωση, η τιμή της αμόλυβδης στην Ελλάδα θα πλησίαζε τα 2,5 ευρώ!
Οι οικονομικές κυρώσεις που έχουν ήδη επιβληθεί στη Ρωσία και είναι πολύ βαρύτερες από τις αντίστοιχες που είχαν επιβληθεί για την προσάρτηση της Κριμαίας έχουν δημιουργήσει μια πρωτοφανή κατάσταση στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου. Λίγοι πλησιάζουν το ρωσικό αργό, καθώς υπάρχει υψηλός κίνδυνος να μην εκτελεσθούν τα συμβόλαια εξαιτίας κυρώσεων που ήδη έχουν επιβληθεί ή ενδέχεται να επιβληθούν στο μέλλον. Όσοι θέλουν να πουλήσουν ρωσικό αργό υποχρεώνονται να το κάνουν με πρωτοφανείς στην ιστορία εκπτώσεις έναντι του μπρεντ: μεγάλο φορτίο πουλήθηκε στη Shell με έκπτωση 28,5 δολ. το βαρέλι. Όπως λένε αναλυτές, μπορεί να μην υπάρχει εμπάργκο από τη Δύση στο ρωσικό πετρέλαιο, υπάρχει όμως ένα αναγκαστικό μποϊκοτάζ από τους συναλλασσόμενους, που ανατρέπει την παγκόσμια ισορροπία προσφοράς/ζήτησης και ωθεί σε συνεχή άνοδο τις τιμές. Η JPMorgan εκτιμά ότι περισσότερα από 4 εκατ. βαρέλια την ημέρα ρωσικού πετρελαίου έχουν ουσιαστικά τεθεί εκτός αγοράς.
Το «πολεμικό» ράλι του μπρεντ
Όμως, η κρίση αυτή δεν φαίνεται ότι θα τελειώσει γρήγορα. Ακόμη και αν τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία με νίκη της Ρωσίας (κάτι που, σύμφωνα με στρατιωτικούς αναλυτές, θα πρέπει να γίνει με τεράστιες καταστροφές σε αστικές περιοχές και, κυρίως, στο Κίεβο) οι διεθνείς κυρώσεις δεν θα αρθούν. Ήδη, στη Δύση βρίσκεται σε εξέλιξη συζήτηση για την άμεση κλιμάκωσή τους με άμεσο στόχο, αυτή την φορά, την ενεργειακή βιομηχανία της Ρωσίας. Στις ΗΠΑ, ο πρόεδρος Μπάιντεν πιέζεται πολιτικά να ανακοινώσει εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο, σε ό,τι αφορά τις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ. Αυτό θα είχε συμβολική μόνο αξία, αφού οι Αμερικανοί εισάγουν πολύ μικρό ποσοστό του αργού πετρελαίου που χρειάζονται από τη Ρωσία.
Παράλληλα, όμως, αρχίζει να ανοίγει στις ΗΠΑ μια συζήτηση για την επιβολή γενικού εμπάργκο, όπως αυτό που επιβλήθηκε στο Ιράν, δηλαδή να τιμωρούνται με αμερικανικές κυρώσεις όσες εταιρείες σε όλο τον κόσμο προμηθεύονται αργό πετρέλαιο από τη Ρωσία. Αυτό θα είχε τελείως διαφορετικές επιπτώσεις, καθώς ήδη η παγκόσμια προσφορά υπολείπεται κατά πολύ της ζήτησης, κάτι που συνέβαινε πριν ακόμη και πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η αγορά θα βρισκόταν μπροστά σε μια πρωτοφανή διαταραχή, καθώς η Ρωσία ήταν ο δεύτερος παραγωγός πετρελαίου στον πλανήτη το 2021, παράγοντας περισσότερο περισσότερο πετρέλαιο από ό,τι ο Καναδάς και το Ιράκ μαζί. Σχεδόν οι μισές εξαγωγές ρωσικού αργού κατευθύνονται στην Ευρώπη, που έχει τη μεγαλύτερη εξάρτηση.
Οι μεγαλύτεροι παραγωγοί πετρελαίου (πηγή: CNN)
Η Ρωσία, όπως τονίζουν αναλυτές, είναι τόσο μεγάλος παίκτης στην παγκόσμια σκηνή που θα ήταν δύσκολο να αντικατασταθεί όλο αυτό το πετρέλαιο βραχυπρόθεσμα. Ακόμη και η συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν που βρίσκεται πολύ κοντά στην ολοκλήρωση, ώστε να αρθεί το εμπάργκο στην Τεχεράνη, δεν θα έλυνε το πρόβλημα, καθώς θα προσθέσει μόνο περίπου 1 εκατ. βαρέλια την ημέρα. Την ίδια στιγμή, ο ΟΠΕΚ+, στον οποίο ηγετικό ρόλο έχει η Σαουδική Αραβία αλλά συμμετέχει και η Ρωσία, αρνείται να αυξήσει την παραγωγή για να διορθωθεί η ανισορροπία. Οι αμερικανικές πετρελαϊκές εταιρείες παράγουν περισσότερο πετρέλαιο, αλλά αυξάνουν με μέτριο ρυθμό την παραγωγή τους, καθώς επικεντρώνονται στην αύξηση αποδόσεων για τους μετόχους και αντιμετωπίζουν τις δικές τους οικονομικές πιέσεις.
Σε αυτό το πλαίσιο, η JP Morgan υπολογίζει ότι είναι πιθανή μια εκτίναξη της τιμής του πετρελαίου στα 185 δολ. το βαρέλι. Άλλοι αναλυτές είναι ακόμη πιο απαισιόδοξη. Η αμερικανική επενδυτική τράπεζα Stifel υπολογίζει ότι η τιμή του αργού θα πρέπει να ξεπεράσει τα 200 δολ. το βαρέλι γιατί μόνο σε αυτά τα επίπεδα τιμών θα αρχίσει να καταστρέφεται ζήτηση, ώστε να αρχίσει η αποκλιμάκωση. Όπως εκτιμά, στην προηγούμενη μεγάλη άνοδο της τιμής, το καλοκαίρι του 2008, η τιμή χρειάσθηκε να εκτιναχθεί ως τα 140 δολ. το βαρέλι, επίπεδο από το οποίο άρχισε η καταστροφή ζήτησης και η πτώση. Με τον υπολογισμό του πληθωρισμού που έχει μεσολαβήσει, τα 200 δολ. αποτελούν το σημείο, πέραν του οποίου θα αρχίσει να καταστρέφεται ζήτηση, σύμφωνα με τη Stifel.