Δευτέρα
18
Νοέμβριος
TOP

Ο εγγονός του Γιώργη Λαμπρινού είναι υποψήφιος για το φετινό Όσκαρ Μοντάζ – Η ιστορία της οικογένειάς του

Σε μια περίπτωση η υποψηφιότητα για το βραβείο καλύτερου μοντάζ δεν θα είχε ανταγωνιστή – θα ήταν το μοντάζ του …ντοκυμανταίρ του κινηματογραφιστή πατέρα του, με πρωταγωνιστή την ζωή της ίδιας της οικογένειας του και τραγικό ήρωα τον συνονόματο παππού του.

Ο εγγονός, Γιώργος Λαμπρινός, μόνιμος κάτοικος Παρισιού, είναι υποψήφιος για Όσκαρ Μοντάζ για την ταινία «The Father» του Φλόριαν Ζελέρ, έχοντας ήδη κερδίσει το βραβείο της Ένωσης Κριτικών του Λος Αντζελες και το βραβείο για το Καλύτερο Μοντάζ στα British Independent Film Awards (ΒIFAs). Ο ίδιος κέρδισε το Βραβείο Σεζάρ που κέρδισε από τη Γαλλική Ακαδημία Κινηματογράφου για το «Μετά το Χωρισμό» του Ξαβιέ Λεγκράν το 2019 και το Βραβείο Ίρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου για το «Xenia» του Πάνου Χ, Κούτρα το 2015.

Ο πατέρας, Φώτος Λαμπρινός, χαρακτηρίζει το αυτοβιογραφικό βιβλίο με τον τίτλο «Παλαμηδίου 10» (Εκδόσεις Καστανιώτη, 2019) ως ντοκυμανταίρ. Σε αυτό το «χάρτινο ντοκυμανταίρ» ο σκηνοθέτης πατέρας αφηγείται βήμα προς βήμα το χρονικό της διαδρομής του δικού του πατέρα στα δύσκολα χρόνια του Εμφυλίου Πολέμου, ανακαλύπτοντας μπροστά στα μάτια του αναγνώστη το τραγικό τέλος του Γιώργη Λαμπρινού.

Ο παππούς, Γιώργης Λαμπρινός ( συγγραφικό και δημοσιογραφικό ψευδώνυμο του Γιώργου Μπαστουνόπουλου) ήταν δημοσιογράφος και συγγραφέας μα πάνω απ΄όλα,  ένα ανώτερο στέλεχος του ΚΚΕ.

Ο Γιώργης Λαμπρινός αμέσως μετά την απελευθέρωση διαγράφεται από το Κόμμα στο οποίο όμως θα παραμείνει μέχρι τέλους πιστός. Στα τέλη του 1947 με την βοήθεια του διευθυντή του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών Οκτάβ Μερλιέ αποκτά διαβατήριο και αναχωρεί για το Παρίσι όπου ζει σήμερα ο εγγονός του. Αλλά, ο Γιώργης δεν είναι για να μένει στη γαλλική πρωτεύουσα. Με την βοήθεια του φίλου και συντρόφου του Μέμου Μακρή θα βρεθεί στη Πράγα και από εκεί στο Βελιγράδι με τελικό προορισμό τα ελληνικά βουνά.

Ο Ζαχαριάδης

Ο μικρός Φώτος τον αποχαιρετά στο αεροδρόμιο μαζί με την μητέρα του Ευγενία, που έχει γυρίσει από τα στρατόπεδα των Ναζί στη Γερμανία για να «περιοδεύσει» στα ελληνικά νησιά τα επόμενα χρόνια – στις φυλακές και τις εξορίες.

Τελικά, ο πατέρας Γιώργης θα βρεθεί στο Μπούλκες πριν φτάσει στο Γράμμο. Πολλά χρόνια μετά ο Φώτος – ο γιός του Γιώργη- θα μάθει από τον συγγραφέα Δήμητρη Χατζή ότι κάποια στιγμή το 1948 όταν ο ίδιος ήταν μαζί με τον πατέρα του μισοξαπλωμένοι κάτω από τα δένδρα και κουβέντιαζαν οι δύο τους πέρασε σκυφτός και κάπως βιαστικός ο Ζαχαριάδης και είπε: «Γιώργη, έλα στη σκηνή μου. Θέλω να σου πω κάτι».

Όταν επέστρεψε ο Λαμπρινός από τη συνάντηση του με τον Ζαχαριάδη είπε στον Χατζή ότι φεύγει για την Κεντρική Ελλάδα ως πολεμικός ανταποκριτής και πολιτικός καθοδηγητής με το Κλιμάκιο του Γενικού Αρχηγείου Νότιας  Ελλάδας (ΚΓΑΝΕ). Τι ειρωνεία… Ο Ζαχαριάδης κάνει αποδεκτό το αίτημα του Κώστα Καραγιώργη να πάρει μαζί του τον Λαμπρινό. Ο Καραγιώργης μετά το τέλος του Εμφυλίου με ευθύνη του Ζαχαριάδη βρίσκει φρικτό θάνατος ξεχασμένος από τους συντρόφους του σε μια φυλακή της Ρουμανίας.

Στα τέλη Ιανουαρίου του 1949 μετά την εγκατάλειψη του Καρπενησίου από τις δυνάμεις του ΔΣΕ αρχίζει ένα ατελείωτο κυνηγητό… Νέα για τον Λαμπρινό δεν υπάρχουν. Η τύχη του αγνοείται…

Πολλά χρόνια μετά, το 1964 ο Φώτος Λαμπρινός ως δημοσιογράφος και κριτικός κινηματογράφου της εφημερίδας «Δημοκρατική Αλλαγή» ( η απογευματινή εφημερίδα της ΕΔΑ) βρίσκεται στο Φεστιβάλ της Σόφιας. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του εκεί ζητά να τον συναντήσει ο τότε γενικός γραμματέας του ΚΚΕ Κώστας Καραγιώργης (υπεύθυνος το 1949 του ΚΓΑΝΕ). Από εκείνον ο Φώτος Λαμπρινός θα μάθει ένα μέρος της τραγικής ιστορίας. Ο Γιώργης ανεβαίνοντας προς τα Τζουμέρκα, πάνω από τα χωριά Άγναντα, Πράμαντα και Μελισουργοί, αδυνατεί να συνεχίσει την πορεία των συντρόφων του. Το Κλιμάκιο αποφασίζει να τον αφήσει σε κάποια «λούφα» (κρυψώνας). Από τότε χάνονται τα ίχνη του. Το Σεπτέμβριο του 1981 ο Φώτος Λαμπρινός θα μάθει και την υπόλοιπη ιστορία από αυτόπτες μάρτυρες. Ο Στρατός θα βρει τον Λαμπρινό στη «λούφα», θα τον συλλάβει, να μεταφερθεί σε στρατόπεδο ανάμεσα στα Άγναντα και τα Πράμαντα και παρά το σήμα του Γενικού Επιτελείου να μην τον πειράξουν θα εκτελεστεί!

Την εποχή που ο Φώτος Λαμπρινός μαθαίνει για το τραγικό τέλος του πατέρα του, ο Γιώργος Λαμπρινός βρίσκεται μαζί με την αδελφή του στη Κρήτη, από όπου κατάγεται η μητέρα του, η Κλαίρη Μιτσοτάκη. Στο βιογραφικό της σημείωμα που βρήκα διαθέσιμο στο site του εκδοτικού οίκου Ίκαρος διαβάζω: «Γεννήθηκε το 1949 στο Ηράκλειο Κρήτης. Στην Αθήνα από τα γυμνασιακά χρόνια, σπούδασε κλασική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και παρακολούθησε μαθήματα μεσαιωνικής ανθρωπολογίας στην Ecole des Ηautes Etudes στο Παρίσι. Συνεργάτης το περιοδικού «Σύγχρονος Κινηματογράφος», με σύντομη θητεία σε εφημερίδες και στην εκπαίδευση, άσκησε με μεγαλύτερη μονιμότητα το επάγγελμα του μεταφραστή και του υπεύθυνου εκδόσεων. Πεζογραφεί από το 1982. Το θέατρο και η σκηνή απασχολούν σταθερά ένα μέρος της δραστηριότητάς της». Οι δύο τους, που έζησαν από τις αρχές της δεκαετίας του ΄70,  παντρεύτηκαν στην Αθήνα την Πρωτομαγιά του 1974 και απέκτησαν δυο παιδιά, την Αστέρω και τον Γιώργη. Αργότερα το ζευγάρι χώρισε και τα πράγματα πήραν τον δικό τους δρόμο για το καθένα εξ αυτών.

Βαρύ βιογραφικό

Από το βιογραφικό του Φώτου Λαμπρινού που βρίσκεται διαθέσιμο στο site των Εκδόσεων Καστανιώτη διαβάζω: « Aριστούχος του Iνστιτούτου Kινηματογραφίας της Mόσχας (1965-1970) στο εργαστήρι του Mιχαήλ Pομμ. Εργάστηκε ως σκηνοθέτης στο ραδιόφωνο (ΕΙΡ, 1961-1963 και 1981-1984) και στο θέατρο (Ιονέσκο, Το μάθημα, Γαλλικό Ινστιτούτο, 1958· θίασος Δημήτρη Χορν, θέατρο «Κεντρικόν», 1962-1964), και ως κριτικός κινηματογράφου στις εφημερίδες Αυγή και Δημοκρατική Αλλαγή (1961-1964).

Ερεύνησε διεξοδικά (1970-1973), σε συνεργασία με τους Κώστα Γαβρά, Νίκο Σβορώνο και Δημήτρη Δεσποτίδη, τα διεθνή κινηματογραφικά αρχεία Επικαίρων (Newsreels) στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, γεγονός που βοήθησε στη μετέπειτα παραγωγή της σειράς Πανόραμα του αιώνα (1982-1987 – για λογαριασμό της ΕΡΤ). Συνέβαλε στην ίδρυση του κινηματογραφικού αρχείου του Υπoυργείου Εξωτερικών (1998-2000) και συνεργάστηκε ως τεκμηριωτής με το Εθνικό Οπτικοακουστικό Αρχείο (ΕΟΑ, 2008-2010).

Σκηνοθέτησε πολλά ντοκυμανταίρ, μεταξύ των οποίων: 100 ώρες του Μάη (1963-1964, σε συνεργασία με τον Δήμο Θέο, σχετικά με τη δολοφονία του βουλευτή της Αριστεράς Γρηγόρη Λαμπράκη)· Επισκεφτείτε την Ελλάδα (Μόσχα 1970)· Μουσικό οδοιπορικό με τη Δόμνα Σαμίου (1976-1977 – για λογαριασμό της ΕΡΤ)· Ο Πειραιάς του Γιάννη Τσαρούχη (1980)· Πανόραμα του αιώνα (1982-1987, σε συνεργασία με τον Λέοντα Λοΐσιο)· Σεργκέι Παρατζάνωφ (1989-1990)· Η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο (1992)· Αναζητώντας τη Βερενίκη (1997-1998)· Χούντα είναι. Θα περάσει; (2012-2013).

Σκηνοθέτησε επίσης τις μεγάλου μήκους ταινίες: Άρης Βελουχιώτης – το δίλημμα (1981), Δοξόμπους (1987), Γλέντι γενεθλίων ή Μια βουβή βαλκανική ιστορία (1995), Καπετάν Κεμάλ, ο σύντροφος (2007), The Great Utopia (2017).

Έχει διδάξει «Σχέσεις κινηματογράφου και ιστορίας» στα Πανεπιστήμια Κρήτης (Ρέθυμνο 1993-1996), Θεσσαλίας (Βόλος 2000-2002) και Πάντειο (Αθήνα 2003). Χρημάτισε υπεύθυνος του προγράμματος της ΕΡΤ για διεθνείς συμπαραγωγές ντοκυμανταίρ (History Doc) και έχει δημοσιεύσει κείμενα για το ελληνικό και βαλκανικό σινεμά σε εκδόσεις του εξωτερικού (Centre Georges Pompidou, 1995· La Biennale di Venezia, 2000) και του εσωτερικού (Ιστορία του νέου Ελληνισμού, τόμοι 6-10, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1993).

Έχει μεταφράσει Τσέχωφ (Εκδόσεις Καστανιώτη), Αντρέα Καμιλέρι (Εκδόσεις Πατάκη) και πρόσφατα Μαρίνα Τσβετάγιεβα (Ίκαρος).

Από τις Εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορούν τα βιβλία του: Ισχύς μου η αγάπη του φακού – Τα κινηματογραφικά Επίκαιρα ως τεκμήρια της ιστορίας (1895-1940) (2005)· Λευκά σοσόνια (2006)· Χούντα είναι. Θα περάσει; – Τα κινηματογραφικά Επίκαιρα στη διάρκεια της Δικτατορίας, 1967-1974 (2013)· Παλαμηδίου 10 (2019)».

ΠΗΓΗ