Με έκθεση – φωτιά προειδοποιεί το ΔΝΤ τους Ευρωαπάιους πως “ή θα ελαφφρύνετε το χρέος
ή θα συνεχίσετε να τους δανείζετε” με αφορμή το πρόγραμμα που ενέκρινε επί της αρχής για την Ελλάδα, χαρακτηρίζοντας την ανάκαμψη της οικονομίας εύθραυστη, τις προβλέψεις αισιόδοξες, βλέποντας παράλληλα τη μείωση του αφορολόγητου το 2019, τα αντίμετρα το 2023 και τις τράπεζες να χρειάζονται πρόσθετη κεφαλαιακή ενίσχυση πάνω από 10 δισ. ευρώ.
Επίσης, επισημαίνει ότι «ακόμη και αν όλες οι πολιτικές που έχουν συμφωνηθεί με την Ελλάδα εφαρμοστούν μαζί με τα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους, που έχουν αποφασιστεί από το Eurogroup, τώρα, η κατάσταση με το χρέος και τις ανάγκες χρηματοδότησής του γίνονται μακροχρόνια εκρηκτικές, καθώς η Ελλάδα δεν θα είναι δυνατό να αντικαταστήσει το χαμηλότοκο δανεισμό από τον επίσημο τομέα με δανεισμό από τις αγορές».
«Το ελληνικό χρέος χαρακτηρίζεται εξαιρετικά μη βιώσιμο στο βασικό σενάριο του ΔΝΤ», αναφέρεται στο κείμενο. Επισημαίνεται ότι το χρέος θα μειωθεί στο 160% του ΑΕΠ μέχρι το 2022. Οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης θα υπερβαίνουν το όριο του 15% του ΑΕΠ μέχρι το 2028 και το όριο 20% μέχρι το 2033 φτάνοντας μάλιστα στο 45% έως το 2060. Επίσης, το χρέος προβλέπεται να μειωθεί σταδιακά σε περίπου 150% έως το 2030, αλλά και ότι θα αυξάνεται στη συνέχεια, φθάνοντας το 195% περίπου του ΑΕΠ έως το 2060.
Παρ’ όλα αυτά, χαιρετίζει τις πρόσφατες δεσμεύσεις των Ευρωπαίων για παράταση των ωριμάνσεων των δανείων κατά 15 χρόνια, την απόδοση των κερδών από ANFA και SNP αλλά και τη ρύθμιση των επιτοκίων τα οποία θα προσγειωθούν στο 1,9% του ΑΕΠ.
Στο τεχνικό κομμάτι του προγράμματος που αφορά τα όρια στα οποία θα πρέπει να κινηθεί η Ελλάδα σε όλα τα μεγέθη επιβεβαιώνει τις πληροφορίες για το ταβάνι του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης στα 325 δισ. ευρώ, σφραγίζοντας έτσι και τον περιορισμό της Ελλάδας για έξοδο στις αγορές. Κάνει πάντως μια πρόβλεψη για έξοδο της Ελλάδας στις αγορές μετά το τέλος του προγράμματος με ένα επιτόκιο που θα είναι κοντά στο 6%.
Στην έκθεσή του, το ΔΝΤ προαναγγέλλει νέο γύρο αντιπαράθεσης με τους Ευρωπαίους δανειστές τονίζοντας ότι οι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα θα ξανασυζητηθούν κατά το διάλογο που θα γίνει για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Παραδέχεται, πάντως, ότι η Ελλάδα μπορεί να πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 1,8% του ΑΕΠ το 2017 αλλά μόνο 2,2 % του ΑΕΠ το 2018 έναντι του φιλόδοξου όπως επιμένει να χαρακτηρίζει τους στόχους για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5%.
Μεσοπρόθεσμα τονίζεται ότι ο στόχος για πρωτογενή πλεονάσματα πάνω από 2% του ΑΕΠ είναι δύσκολο να επιτευχθεί, χωρίς να περιορίσει το δημοσιονομικό περιθώριο που είναι απαραίτητο για να ανακάμψει η οικονομία και να βοηθηθούν οι οικονομικά ασθενέστεροι. Επιμένει λοιπόν σε ένα στόχο πρωτογενούς πλεονάσματος που θα μειωθεί στο 1,5% του ΑΕΠ.
Στην τηλεδιάσκεψη που ακολούθησε μετά τη συνεδρίαση του Δ.Σ. η κ. Ντέλια Βελκουλέσκου τόνισε ότι παρότι η πρόβλεψη για πρωτογενές πλεόνασμα του 2018 σύμφωνα με το Ταμείο είναι κατώτερη από το στόχο του προγράμματος, το Ταμείο δεν ζητά νέα μέτρα για τον επόμενο χρόνο.
Πάντως, το Ταμείο αποδέχεται την επιτυχία της επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος 4,2% του ΑΕΠ το 2016 αλλά τονίζει ότι το μεγάλο ποσοστό έκτακτων μέτρων που είχαν αυτό το αποτέλεσμα δεν καθιστά την επίτευξη τόσο υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων διατηρήσιμο.
Παρ’ όλα αυτά, το ΔΝΤ δεν δίνει συγκεκριμένη προθεσμία για τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους στους Ευρωπαίους. Η δικαιολογία είναι ότι και κατά το παρελθόν σε εγκρίσεις επί της αρχής προγραμμάτων για χώρες που χρηματοδοτούσε υπήρχαν συγκεκριμένες προθεσμίες στους πιστωτές για αναδιάρθρωση χρέους, οι οποίες πολλές φορές παραβιάζονταν. Στην περίπτωση της Ελλάδας, αν υπήρχε συγκεκριμένη προθεσμία η οποία θα παραβιαζόταν, θα είχε ως αποτέλεσμα την ανατροπή των προσδοκιών ανάκαμψης και την έναρξη μιας νέας συζήτησης για νέα μέτρα.
Παρ’ όλα αυτά διευκρινίζεται στο κείμενο του προγράμματος ότι είναι προς το συμφέρον όλων η διαδικασία και τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους να ολοκληρωθούν το συντομότερο δυνατό, καθώς κάθε καθυστέρηση μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ελληνική οικονομία.
Κίτρινη κάρτα για την αύξηση των συμβασιούχων και για το ρυθμό αποπληρωμής ληξιπρόθεσμων προς ιδιώτες
Η έκθεση του ΔΝΤ αναφέρεται στα μέτρα που έχει ήδη υιοθετήσει η ελληνική πλευρά και ζητά κάποιες μικρές αλλά κρίσιμες μετατροπές.
Στην περικοπή των συντάξεων που έχει ψηφιστεί για το 2019 τονίζεται ότι υπάρχει στόχος για τη μείωση της δαπάνης των συντάξεων κατά 1% του ΑΕΠ για το 2019 και το 2020. Με δεδομένες πια τις δικαστικές αποφάσεις που ανέστρεφαν την ισχύ παλαιότερων περικοπών, το ΔΝΤ ζήτησε και εξασφάλισε νομική γνώμη από το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής για τη συνταγματικότητα του μέτρου.
Στην περικοπή της έκπτωσης φόρου κατά 650 ευρώ τονίζεται ότι έχει μεν ψηφιστεί να εφαρμοστεί για το 2020, αλλά θυμίζει ότι αν το Ταμείο κρίνει ότι ο δημοσιονομικός στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ δεν εκπληρώνεται, τότε το μέτρο θα εφαρμοστεί και αυτό από το 2019. Με δεδομένο όμως ότι το ΔΝΤ προβλέπει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα για τον επόμενο χρόνο θα είναι 2,2% του ΑΕΠ, προβλέπει επίσης ότι και οι περικοπές σε συντάξεις και αφορολόγητο θα εφαρμοστούν μαζί το 2019.
Στο δημόσιο τομέα, το Ταμείο περιμένει νέα νομοθετική ρύθμιση που θα βάζει κόφτη στον αριθμό των συμβασιούχων ο οποίος αυξήθηκε σημαντικά, όπως τονίζεται, το 2016, ώστε το Ελληνικό Δημόσιο να παραμείνει εντός στόχων στο μισθολογικό κονδύλι για το 2017-2018.
Το Ελληνικό Δημόσιο θα πρέπει να αποπληρώσει 7 δισ. ευρώ σε ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τους ιδιώτες μέχρι και το τέλος του προγράμματος. Το Ταμείο τονίζει ότι για το 2016 η Ελλάδα δανείστηκε 3,5 δισ. ευρώ για την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων, ενώ το υπόλοιπο των οφειλών μειώθηκε σημαντικά λιγότερο λόγω των συσσωρευόμενων νέων οφειλών.
Το οικονομικό επιτελείο θα πρέπει να βάλει στον κοινό λογαριασμό διαχείρισης της ΤτΕ όλα τα τραπεζικά διαθέσιμα των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης μέχρι και τον Ιούνιο του 2018. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να δεσμεύσει και τα αποθεματικά των δήμων, των δημόσιων νοσοκομείων αλλά και των υπόλοιπων ασφαλιστικών ταμείων.
Θα πρέπει επίσης να ολοκληρωθεί ο επανυπολογισμός των συντάξεων με βάση το νόμο Κατρούγκαλου μέχρι και το τέλος του 2017.
Στον τομέα της κοινωνικής πρόνοιας χαιρετίζει τη λειτουργία του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης, αλλά τονίζει ότι η Ελλάδα πρέπει να αναθεωρήσει την πολιτική των επιδομάτων μέχρι και το τέλος του Ιουνίου του 2018, δίνοντας λιγότερα και πιο στοχευμένα επιδόματα σε αυτούς που πραγματικά τα χρειάζονται.
Στη φορολογία κεφαλαίου επαναλαμβάνει την υποχρέωση να προσαρμοστούν οι εμπορικές τιμές των ακινήτων με τις τιμές αγοράς.
Σε ό,τι αφορά στα αντίμετρα που έχουν ενταχθεί στο πρόγραμμα του ESM (1% του ΑΕΠ από κοινωνικές δαπάνες το 2019 και 1% από φοροαπαλλαγές το 2020) το Ταμείο βλέπει την εφαρμογή τους όχι νωρίτερα από το 2023. Τούτο με δεδομένο ότι ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα θα μειωθεί κοντά στο 2% του ΑΕΠ.
Οι τράπεζες θα χρειαστούν επιπλέον κεφάλαια 10 δισ. €
Στο κομμάτι του προγράμματος για τις τράπεζες, τονίζεται για άλλη μία φορά ότι το εξαιρετικά υψηλό ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων καθιστά τις εμπορικές τράπεζες ευάλωτες σε μελλοντικούς κλυδωνισμούς. Στην κατεύθυνση αυτή τονίζει ότι θα πρέπει να υπάρξει σύντομα ένα μαξιλάρι ρευστότητας που θα είναι πάνω από 10 δισ. ευρώ, ώστε οι ελληνικές τράπεζες να μπορούν να αντιμετωπίσουν όλες τις μελλοντικές προκλήσεις. Οπως τονίζεται, οι εποπτικές αρχές πρέπει να λάβουν πρόσθετα μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της αναθεώρησης της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού και της προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι τράπεζες κεφαλαιοποιούνται επαρκώς πριν από το τέλος του προγράμματος. Τονίζεται ότι με τη διασφάλιση της βιωσιμότητας των τραπεζών θα πρέπει οι ελληνικές αρχές να μείνουν προσηλωμένες στο σχέδιο που έχουν εκπονήσει για την πλήρη άρση των capital controls, την οποία το Ταμείο δεν βλέπει πριν από το τέλος του προγράμματος.
Στο κομμάτι της βελτίωσης της αγοράς προϊόντων και υπηρεσιών, οι παρατηρήσεις του ΔΝΤ αφορούν:
* Την εφαρμογή της νομοθεσίας για τις ομαδικές απολύσεις και την αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου για την κήρυξη απεργιών. Το Ταμείο ασκεί έντονη κριτική στην κυβέρνηση για την επιμονή της στην επαναφορά της μετενέργειας.
* Την εφαρμογή του ανοίγματος των καταστημάτων τις Κυριακές.
* Την άρση όλων των γραφειοκρατικών εμποδίων για την ίδρυση επιχείρησης και γενικότερα την αδειοδότηση μέχρι και το τέλος Ιουνίου του 2018.
* Το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων.
* Την υιοθέτηση των εργαλειοθηκών του ΟΟΣΑ.
Οπως τονίζεται, η μεταβολή του ΑΕΠ τα τελευταία τρία χρόνια ήταν επίπεδη. Η οικονομία σταθεροποιήθηκε έπειτα από μια κρίση εμπιστοσύνης το 2015, αλλά η οικονομική αβεβαιότητα, η περιορισμένη πρόσβαση στη χρηματοδότηση, τα μη καταγεγραμμένα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και οι υπόλοιποι κεφαλαιακοί έλεγχοι συγκρατούν τις επενδύσεις. Σύμφωνα με τις προβλέψεις, για την πλήρη εφαρμογή των παραπάνω μεταρρυθμίσεων, η παραγωγή αναμένεται να ανακάμψει έντονα μεσοπρόθεσμα. Προβλέπεται να αυξηθεί κατά 2,1% φέτος και 2,6% το επόμενο έτος. Μακροπρόθεσμα, η ανάπτυξη αναμένεται να συγκλίνει στο δυνητικό σταθερό ποσοστό του 1%. Σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο, το ΔΝΤ βλέπει ανάπτυξη 1,9% του ΑΕΠ για το 2019 το 2020 και το 2021
Στη δική του επιστολή ο εκπρόσωπος της Ελλάδας στο ΔΝΤ, κ. Ψαλιδόπουλος, επισημαίνει για το χρέος ότι «οι επικαιροποιημένες εκτιμήσεις βιωσιμότητας του ΔΝΤ παραμένουν συντηρητικές και πιο κοντά σε ένα αρνητικό σενάριο». «Οι ελληνικές αρχές πιστεύουν ότι η ανάλυση δεν λαμβάνει επαρκώς υπόψη τις επιπτώσεις των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, τα μελλοντικά επιτόκια της αγοράς και τα συμφωνημένα δημοσιονομικά πλεονάσματα». Προσθέτει ότι με βάση τη συμφωνία του Eurogroup της 15ης Ιουνίου 2017 οι ελληνικές αρχές προσβλέπουν σε ένα μηχανισμό που θα συνδέει την ελάφρυνση του χρέους με μέτρα για την ανάπτυξη, συνοδευόμενος από πρόσθετη ελάφρυνση του χρέους, την οποία θα λάβει η Ε.Ε. αν κριθεί αυτό αναγκαίο μετά από μια επικαιροποιημένη έκθεση βιωσιμότητας.
Πηγή: Ελεύθερος Τύπος