Η αποσωλήνωση της οικονομίας , η άρση μέτρων προστασίας σε συνδυασμό με τα νέα δεδομένα, που ισχύουν στην αγορά υποκρύπτουν μεγάλους κινδύνους για τις επιχειρήσεις εκείνες που δεν έχουν τη δυνατότητα να διεκδικήσουν πρόσβαση προτείνοντας βιώσιμες επενδύσεις στο τραπεζικό σύστημα και βέβαια στα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία της ΕΕ.
Η μετά την πανδημία περίοδος δημιουργεί νέες προκλήσεις που κρύβει μεγάλους κινδύνους για τις μικρές επιχειρήσεις και βέβαια πολλά νοικοκυριά που εξαρτώνται από αυτές. Αυτό το αναγνωρίζει με σαφήνεια το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, που την Παρασκευή στην έκθεση για τη χώρα στο πλαίσιο της διαβούλευσης του Άρθρου 4 έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για τις ανισότητες. Σύμφωνα με όσα επισημαίνει όπως και να τα φέρει η κυβέρνηση, θα πρέπει να επικεντρωθεί στο να αποτρέψει τις οικονομικές πληγές της πανδημίας και να υποβοηθήσει μια ανάκαμψη που θα τους περιλαμβάνει όλους, διοχετεύοντας σε επενδύσεις τα κοινοτικά κονδύλια. Βραχυπρόθεσμα θα πρέπει να επικεντρωθεί στη διασφάλιση ότι οι μεσοπρόθεσμοι στόχοι δημοσιονομικής βιωσιμότητας δεν θα επιτευχθούν με ζημιά στην ανάπτυξη, ιδίως εξετάζοντας τις επιπτώσεις της κρίσης στους νέους που υφίστανται μεγάλα ποσοστά ανεργίας.
Η μία όψης της παρατήρησης έχει να κάνει με τη δημοσιονομική βιωσιμότητα. Δηλαδή τη διαμόρφωση πλαισίου για διατήρηση των δημοσιονομικών στόχων, τη διασφάλιση της ικανότητας των πολιτών για αποπληρωμή υποχρεώσεων και τη θωράκιση της κουλτούρας πληρωμών, κι εν τέλει τη διαμόρφωση μιας δίκαιης κατανομής των φορολογικών βαρών . Η άλλη όψη της παρατήρησης έχει να κάνει με την αξιοποίηση των κοινοτικών κονδυλίων που τόσο από το Ταμείο Ανάκαμψης όσο και το ΕΣΠΑ ή άλλα κανάλια χρηματοδότησης και από μικρές επιχειρήσεις. Κι σε αυτές τις δυο περιπτώσεις είναι ιδιαίτερα μεγάλες οι προκλήσεις.
Καρφιά για τη ρύθμιση των 72 δόσεων
Χαρακτηριστικό το τι ανέφερε χτες με δήλωσή του ο πρόεδρος του Επαγγελματικού επιμελητήριου της Αθήνας Γιάννης Χατζηθεοδοσίου.
«Πρέπει να αναγνωρίσω ότι η απόφαση του οικονομικού επιτελείου να φέρει νέα ρύθμιση για την αποπληρωμή των οφειλών που «γεννήθηκαν» εν μέσω πανδημίας, είναι μία θετική εξέλιξη. Όμως υπάρχουν δύο σοβαρές ενστάσεις» αναφέρει και συμπληρώνει:
«Από τη στιγμή που η κυβέρνηση ουσιαστικά παραδέχεται ότι δεν φταίνε οι οφειλέτες για τη δημιουργία αυτών των χρεών καθώς δεν ήταν επιλογή τους να κλείσουν τις επιχειρήσεις τους, κανονικά δεν θα έπρεπε να τεθεί θέμα επιτοκίου. Λόγω της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί στην αγορά, είναι από δύσκολο έως απίθανο να μπορέσει ένας μικρομεσαίος να αποπληρώσει τις οφειλές του σε 36 άτοκες δόσεις. Μοιραία λοιπόν θα επιχειρήσει να το πράξει σε περισσότερες, όμως θα επιβαρυνθεί με επιτόκιο. Δε νομίζω ότι ήταν αυτό που περιμέναμε όταν μιλούσαμε όλοι οι φορείς για την ανάγκη μείωσης του ιδιωτικού χρέους.
Η δεύτερη ένσταση σχετίζεται με την οριστική επίλυση του προβλήματος και την ανάκαμψη που έχει ανάγκη η χώρα. Με επιχειρήσεις εγκλωβισμένες σε χρέη, δεν μπορεί να υπάρξει αναπτυξιακή προοπτική. Μόνο η διαγραφή μέρους των οφειλών αυτών μπορεί να δώσει «ανάσα» στον αγώνα βιωσιμότητας που δίνουν αυτό το δύσκολο διάστημα οι επιχειρήσεις.
Καλώ την κυβέρνηση να εξετάσει με περισσότερη θέρμη το θέμα και να αναζητήσει συμμαχίες εντός της Ε.Ε. καθώς το ίδιο πρόβλημα αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις σχεδόν όλων των κρατών-μελών. Η απάντηση στις δύσκολες καταστάσεις είναι η λήψη ριζικών αποφάσεων. Και η κατάσταση στην οποία βρίσκεται το επιχειρείν εξαιτίας των αρνητικών συνεπειών του κορονοϊού, είναι έκτακτης ανάγκης. Χωρίς τη λύση του «κουρέματος», πολλές επιχειρήσεις θα αναγκαστούν να βάλουν λουκέτο. Οι συνέπειες αυτής της εξέλιξης, θα είναι οδυνηρές. Και για την επιχειρηματικότητα αλλά και για την απασχόληση, την κοινωνία και τελικά για τη χώρα.»
Αποκλεισμός από τα χρηματοδοτικά εργαλεία
Ο πρόεδρος του ΕΕΑ θέτει εμφατικά όπως φαίνεται και το ζήτημα της αναπτυξιακής προοπτικής και βέβαια της αξιοποίησης των κοινοτικών πόρων, όπου βέβαια εκεί υπάρχει μεγάλη δυσκολία για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Εκεί βέβαια πολλές από αυτές δεν μπορούν να ενταχθούν, ειδικά στο Ταμείο Ανάκαμψης, καθώς το τελευταίο χρηματοδοτεί για επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις για την επιτάχυνση της μετατροπής της οικονομίας της Ε.Ε. σε μια οικονομία μηδενικών ρύπων και τη διασφάλιση της ψηφιακής μετάβασης.
Οι περισσότερες μικρομεσαίες επιχειρήσεις, όπως αναφέρει και στέλεχος του οικονομικού επιτελείου, επιδιώκουν να έχουν κεφάλαια κίνησης, που με βάση της σχεδίαση του «Ελλάδα 2.0» δεν προβλέπεται να γίνει. Επιπλέον, όπως αναφέρουν πολλοί από τους ασκούντες κριτική στο «Ελλάδα 2.0» σ ε σχέση με τους δυο προαναφερθέντες πυλώνες των προγραμμάτων του Ταμείου Ανάκαμψης, δεν προβλέπεται η συνεκτική ένταξη κλάδων και η ενίσχυση συμπράξεων μεταξύ των αλυσίδων αξίας. Έτσι μεμονωμένα οι μικρές επιχειρήσεις δεν έχουν τα απαιτούμενα μεγέθη για προτάσεις που θα περάσουν από το «μικροσκόπιο». Άλλωστε, όπως αναφέρουν, η επιλογή της κυβέρνησης είναι τα δάνεια προς τις επιχειρήσεις θα γίνεται αποκλειστικά με κριτήρια της αγοράς από τις τράπεζες και όχι π.χ. από την Αναπτυξιακή Τράπεζα, χωρίς παράλληλα ειδικά εργαλεία μείωσης του ρίσκου των τραπεζών για τον δανεισμό αυτών των επιχειρήσεων, ώστε να επωφεληθούν οι μη έχοντες πρόσβαση στις τράπεζες. Επίσης όπως αναφέρουν δεν υπάρχει ένα συνεκτικό σχέδιο αναμόρφωσης του παραγωγικού μοντέλου με έμφαση σε τομείς που θα πρέπει να αναμορφωθούν με συμπερίληψης και νεοφυών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων .
Τι αναφέρει η κυβέρνηση;
Στον αντίποδα η κυβέρνηση αντιτείνει ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν αποκλείονται από τις επιχορηγήσεις για επενδύσεις του Ταμείου ανάκαμψης. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει μια σειρά από επιδοτήσεις για επενδύσεις που φτάνουν συνολικά τα 1,5 δισ. ευρώ.
Με βάση όσα αναφέρει κορυφαίος στέλεχος του οικονομικού επιτελείου το ΥΠΟΙΚ επέλεξε να στηρίξει μόνο ιδιωτικές επενδύσεις (γιατί μόνο έτσι μπορούν να δοθούν τα χρήματα και όχι μέσω δημόσιων επενδύσεων καθώς έτσι θα επιβαρύνονταν το χρέος) ώστε τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης και το σύνολο του ρίσκου να μεταφερθεί στον υποψήφιο επενδυτή και όχι στο κράτος.
Ειδικότερα για τις ΜμΕ παραπέμπει σε δράσεις επενδύσεων όπως:
– Το πρόγραμμα για το ψηφιακό μετασχηματισμό των επιχειρήσεων ύψους 375 εκατ. ευρώ
– Το πρόγραμμα για την ανάπτυξη του αγροτοδιατροφικού τομέα με προϋπολογισμό 520 εκατ. ευρώ
– Το πρόγραμμα για την αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος ύψους 260 εκατ. ευρώ
– Ο εξηλεκτρισμός των μεταφορών στο κομμάτι που αφορά την τοποθέτηση φορτιστών σε όλη την Ελλάδα με προϋπολογισμό 240 εκατ. ευρώ
Παράλληλα υπάρχουν και προγράμματα για την ανάπτυξη νεοφυών επιχειρήσεων με συνολικό προϋπολογισμό πάνω από 500 εκατ. ευρώ.