Οι «λήξεις λειτουργίας επιχειρήσεων» (δηλαδή τα «λουκέτα» όπως έχουμε μάθει να λέμε) μέσα στο 2020, μειώθηκαν κατά 22,7% συγκριτικά με το 2019 και περιορίστηκαν στα 37.345 έναντι 48.290 που ήτα το 2019. Ένα στατιστικό εύρημα που αποτυπώνει το «παράδοξο» της πανδημίας: Σε μια χρονιά με την οικονομία είτε να υπολειτουργεί είτε να είναι κλειστή επί ένα 10μηνο και την ύφεση να «πιάνει» το 10%, τα λουκέτα αντί να πολλαπλασιαστούν μειώθηκαν.
Την ίδια στιγμή μάλιστα, οι ιδρύσεις νέων επιχειρήσεων έμειναν στα ίδια επίπεδα και ήταν μάλιστα υπερδιπλάσιες των λουκέτων: 84.122 το 2020 από 84.164 το 2019. Ακόμη μάλιστα και ο δύσπιστος αναζητήσει κάποια «στατιστική ιδιαιτερότητα» στα αναλυτικά στοιχεία, δεν θα την βρεί. Τα «λουκέτα» ήταν μειωμένα σε όλους τους τομείς επιχειρηματικής δραστηριότητας: και στην γεωργία (κατά 25,8%) και στο εμπόριο (κατά 18,9%) ακόμη και στα ξενοδοχεία και στην εστίαση όπου θα περίμενε κανείς να έχει γίνει «σφαγή». (σ.σ τα λουκέτα σε υπηρεσίες παροχής καταλύματος και στις υπηρεσίες εστίασης, μειώθηκαν κατά 21,2 και περιορίστηκαν στα 4969 από 6309 το 2019 ενώ οι ιδρύσεις νέων εταιρειών ήταν 7552 το 2020 από 9242 το 2019).
Κι όμως το «παράδοξο» έχει την εξήγησή του η οποία είναι διπλή:
- Από τον Μάρτιο και μετά, έχει υλοποιηθεί το μεγαλύτερο πακέτο μέτρων στήριξης της επιχειρηματικής δραστηριότητας που έχει εφαρμοστεί ποτέ στα ελληνικά χρονικά. Ουσιαστικά ακόμη και η τελευταία επαγγελματική δραστηριότητα μπήκε υπό την προστασία του κρατικού προϋπολογισμού με το κράτος να πληρώνει το προσωπικό (μέσα από το πρόγραμμα αναστολών συμβάσεων εργασίας) σημαντικό μέρος του ενοικίου (μέσα από το πρόγραμμα υποχρεωτικού κουρέματος του ενοικίου με ταυτόχρονη αποζημίωση των ιδιοκτητών) αλλά ακόμη και τα έξοδα συντήρησης της επιχείρησης μέσα από τις 5 φάσεις της επιστρεπτέας προκαταβολής που έτρεξαν μέσα στο 2020. Αυτά τα μέτρα ήταν σε γενικές γραμμές οριζόντια (εξ’ ου και οι αιτήσεις στις επιστρεπτέες φτάνουν στις 700 χιλιάδες) αλλά είχαν ως μοναδική προϋπόθεση οι επιχειρήσεις να παραμένουν σε λειτουργία. Ιδού λοιπόν η πρώτη σημαντική εξήγηση.
- Από τις αρχές του 2020, έπαψε να υπάρχει ο «βραχνάς» τη σύνδεσης των ασφαλιστικών εισφορών με τα δηλωθέντα κέρδη. Από 1/1/2020 δόθηκε η δυνατότητα στους επαγγελματίες να επιλέγουν το ποσό των ασφαλιστικών εισφορών που θα πληρώνουν με μοναδικό κριτήριο το ύψος της σύνταξης που θέλουν να πάρουν. Το γεγονός ότι μέχρι και το 2019 οι ασφαλιστικές εισφορές έφταναν να «ροκανίζουν» πάνω από το 20% των επιχειρηματικών κερδών, ήταν ένα σοβαρό κίνητρο για να κλείσει κάποιος την επαγγελματική του δραστηριότητα. Επίσης, από το 2020 και μετά, θεσπίστηκαν χαμηλότεροι φορολογικοί συντελεστές όχι μόνο για τα νομικά πρόσωπα (σ.σ είχαμε τη μείωση του συντελεστή από το 29% στο 24%) αλλά και για τις ατομικές επιχειρήσεις με τη θέσπιση ευνοϊκότερης φορολογικής κλίμακας.
Το ότι αποφύγαμε τα λουκέτα το 2020 δεν σημαίνει πάντως ότι έχουμε διαφύγει τον κίνδυνο. Εκτιμάται ότι το 2021, η εικόνα θα είναι εντελώς διαφορετική. Όσο θα βγαίνουμε από την πανδημία, τόσο θα αποσύρονται τα μέτρα στήριξης. Και όσο θα αποσύρονται τα μέτρα στήριξης, τόσο θα αυξάνουν και τα βάρη που θα πρέπει να σηκώνουν οι επαγγελματίες από μόνοι τους. Αρκετές χιλιάδες, εκτιμάται ότι δεν αντέξουν αυτά τα βάρη.
moneyreview.gr