Όλοι τις περίμεναν σχεδόν με ανυπομονησία μετά τα Τέμπη. Και τώρα που ήρθαν, όλοι τις συζητούν ως το πρώτο εργαλείο κατανόησης της αναδιαμόρφωσης του πολιτικού σκηνικού μετά από μια τραγωδία που θα στιγματίσει την προεκλογική καμπάνια. Είτε κανείς τις αμφισβητεί είτε όχι, οι έρευνες που είδαν το φως της δημοσιότητας επιτρέπουν μερικά πρώτα συμπεράσματα:
1. Τα Τέμπη είναι σημείο καμπής
Υπάρχουν μερικές στιγμές που μοιάζουν από την αρχή καθοριστικές για την συνέχεια της δημόσιας ζωής -και η τραγωδία στα Τέμπη είναι μια από αυτές τις στιγμές. Οι πρώτες έρευνες μετά το δυστύχημα δείχνουν πως αυτή η αίσθηση παραμένει και μετά το αρχικό σοκ του δυστυχήματος: το πολιτικό σκηνικό είναι πολύ διαφορετικό από την 1η Μαρτίου και έπειτα.
Στην δημοσκόπηση της MRB, το 55,6% δηλώνει πως το θέμα των Τεμπών θα επηρεάσει την κρίση του στην κάλπη, ενώ στην Marc τα Τέμπη αποτελούν την μεγαλύτερη κοινωνική ανησυχία, σε ποσοστό 86%.
Από εδώ και πέρα, το διακύβευμα των εκλογών αλλάζει, όλοι οι μεγάλοι παίκτες κρίνονται διαφορετικά -τα πολιτικά απόνερα των Τεμπών, που περιλαμβάνουν την αποκάλυψη της κατάστασης του δημόσιου τομέα, δεν φαίνεται πως γιατρεύονται λόγω χρονικής απόστασης. Η αναβίωση των μεγάλων διαδηλώσεων είναι μόνο μια πλευρά τους.
2. Τα κυβερνητικά κόμματα τιμωρούνται (για την ώρα)
Η οργή είναι το βασικό συναίσθημα που καταγράφεται στις έρευνες που γίνονται -στο 37,5% την κατατάσσει η GPO, στο 63,4% η MRB. Η οργή, όμως, αποτυπώνεται και στα ποσοστά των τριών κομμάτων που θεωρούνται κυβερνητικά, καθώς βρέθηκαν σε θέσεις εξουσίας την τελευταία δεκαπενταετία.
Η ΝΔ περισσότερο, καθώς αυτή επωμίζεται το μεγαλύτερο βάρος των ευθυνών, αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, μπαίνουν σε ένα κάδρο διαχρονικής νοοτροπίας και τιμωρούνται από τους πολίτες, χάνοντας περισσότερες ή λιγότερες δυνάμεις στις μετρήσεις.
Τουλάχιστον για την ώρα, μιας και καθόλου βέβαιο δεν είναι ποιες από αυτές τις απώλειες θα διατηρηθούν και για πόσο -ακόμα και στο απόγειο της απογοήτευσης των μνημονιακών ετών, τον Μάιο του 2012, που σήμανε και την αρχή ενός νέου δικομματικού σκηνικού, τελικά μόνο ο ένας εκ των παλιών δύο πόλων επωμίστηκε το βάρος της (κατά τους πολίτες) κακής διαχείρισης.
Μεγαλύτερη εστία προβληματισμού είναι τα νούμερα που συγκεντρώνουν όχι οι «αντισυστημικές» κοινοβουλευτικές λύσεις, αλλά η άνοδος των ακροδεξιών ποσοστών, παρά την δεδομένη γνώση πως, με βάση την ψηφισμένη τροπολογία, είναι πολύ πιθανό το κόμμα του Κασιδιάρη να μην συμμετάσχει στις επόμενες κάλπες.
3. ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ χρειάζονται αφήγημα «αλλαγής»
Με δεδομένο ότι οι έρευνες που έχουν δημοσιευτεί δεν δείχνουν αλλαγή στην «κατάταξη», κρατώντας τη ΝΔ στην πρώτη και τον ΣΥΡΙΖΑ στην δεύτερη θέση, τόσο η μια πλευρά όσο και η άλλη χρειάζονται να διαμορφώσουν με κάποιον τρόπο το προεκλογικό τους αφήγημα.
Το μεγαλύτερο «χαρτί» της κυβέρνησης ήταν το επιτελικό κράτος, το οποίο υπέστη το μεγαλύτερό του πλήγμα (αλλά όχι το μοναδικό) όταν αποκαλύφθηκε η κατάσταση στην οποία λειτουργούσαν οι σιδηρόδρομοι -δεν είναι τυχαίο που εδώ και μια εβδομάδα στην κυβέρνηση υπόσχονται πως θα τα «αλλάξουν όλα», χτίζοντας από την αρχή την εικόνα της υπευθυνότητας για την οποία η ΝΔ κυρίως εξελέγη το 2019.
Και για τον ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο, διαφαίνεται η ανάγκη αλλαγής, ώστε να προσελκύσει ψηφοφόρους που είναι μεν απογοητευμένοι από τη ΝΔ, όμως δεν θεωρούν την σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση σοβαρή κυβερνητική εναλλακτική. Στην «αλλαγή» του ΣΥΡΙΖΑ συμπεριλαμβάνεται και η ωρίμανσή του, την οποία προσπάθησε να αποτυπώσει στην συνέντευξή του στο Mega ο Αλέξης Τσίπρας.
4. Ευνοούνται οι κυβερνήσεις συνεργασίας
Στην ερώτηση της Metron Analysis για τις συνεργασίες, αυτές πλέον προηγούνται των αυτοδύναμων κυβερνήσεων με 51% έναντι του 46%. Ενδεχομένως σ’ αυτήν την συγκυρία να φαίνονται ως μια επιπλέον δικλείδα ασφαλείας, ως μέτρο ελέγχου, σε σχέση με τις μονοκομματικές κυβερνήσεις οι οποίες συχνά υποκύπτουν στην ασυδοσία.
Αυτό σημαίνει στην πράξη πως η προσοχή πέφτει πια στις προγραμματικές θέσεις των εν δυνάμεις εταίρων, οι οποίοι, αν η τάση συνεχιστεί, θα κριθούν και ως τέτοιοι. Το αν, βέβαια, είναι ακόμα μεγάλο, γιατί η πικρή πείρα από τις συνεργασίες του πρόσφατου παρελθόντος μπορεί να λειτουργήσει αποτρεπτικά, όχι μόνο για τον στενό πυρήνα των κομμάτων, αλλά και για το ευρύτερο κοινό που θα προτιμήσει την μεγαλύτερη σταθερότητα μιας αυτοδύναμης κυβέρνησης.
5. Ο «Κανένας» και ο «κάποιος άλλος»
Ενδεχομένως πρόκειται για το πιο ενδιαφέρον εύρημα των ερευνών. Στην Pulse, o «Κανένας» ακουμπά στον δείκτη καταλληλότητας τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ενώ στην Metron Analysis τόσο ο πρωθυπουργός όσο και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης αξιολογούνται, σε συντριπτικό βαθμό, αρνητικά από τους ερωτώμενους.
Στην Pulse, στην ερώτηση για την προτίμηση της επόμενης κυβέρνησης, υπάρχει ένα 15% που δηλώνει «κάποιον άλλο», ποσοστό που ανέβηκε 6 μονάδες από την προηγούμενη δημοσκόπηση της ίδιας εταιρείας.
Παρότι η άνοδος του «Κανένα» ξυπνάει μνήμες πιο δύσκολων εποχών, η επιλογή «κάποιος άλλος» δείχνει πως στο πολιτικό σύστημα οι ερωτώμενοι διακρίνουν μια «τρύπα» -η οποία όσες φορές στο παρελθόν επιχειρήθηκε να «γεμίσει» με κάτι εντελώς καινούριο, το εγχείρημα απέτυχε. Αν ο δείκτης επιμείνει, ενδεχομένως αποτυπώνει μια απαίτηση αλλαγής συνθηκών, η οποία ή θα βρει ευήκοα αυτιά στις σημερινές πολιτικές δυνάμεις ή θα μείνει αναπάντητο, με τον κίνδυνο να «σκάσει».
πηγή: www.in.gr