Ήταν ξεκάθαρα ένα φιλικό που είχε προγραμματιστεί με το βλέμμα… τρεις μέρες αργότερα. Στο παιχνίδι απέναντι στη Γεωργία. Η Ονδούρα είναι ομάδα χαμηλής δυναμικότητας και ο Φαν Σιπ ήθελε στη μετάβαση από την Ισπανία στη Γεωργία ένα ματς στα μέτρα της Εθνικής ομάδας. Μια πρόβα τζενεράλε που να θυμίζει… Γεωργία. Μια πρόβα τζενεράλε που είχε δύο όψεις.
Η Εθνική κέρδισε με 2-1 την Ονδούρα σε ένα ματς που θα μπορούσε να πετύχει πολλά περισσότερα τέρματα. Από το πρώτο κιόλας μέρος θα μπορούσε να είχε καθαρίσει το ματς. Αλλά αντί για 3 ή 4-0; Το σκορ στην ανάπαυλα ήταν 1-1, με την Εθνική να παρουσιάζει πολλά προβλήματα στη μετάβαση από την επίθεση στην άμυνα και να δίνει το δικαίωμα στους φιλοξενούμενους να απειλούν στην κόντρα. Ανησυχητικό αν σκεφτούμε πως οι Γεωργιανοί έδειξαν και στη Σουηδία πως μπορούν να κάνουν ζημιές στην αντεπίθεση. Και έως ένα σημείο λογικό, αν σκεφτούμε πως η τετράδα Μαυρίας, Σβάρνας, Μαυροπάνος, Κυριακόπουλος μάλλον δε θα εμφανιστεί μαζί σε επίσημο παιχνίδι.
Η Ελλάδα ήταν καταιγιστική από το κέντρο και μετά για τουλάχιστον 60-65 λεπτά, ο Παυλίδης επέστρεψε στην ενδεκάδα με δύο γκολ και βάζει υποψηφιότητα για τη βασική ενδεκάδα της Τετάρτης, το σχήμα ήταν πιο επιθετικό, οι παίκτες που ξεκουράστηκαν πολλοί: 10 αλλαγές από τον Φαν Σιπ σε σχέση με το βράδυ της Πέμπτης στη Γρανάδα. Πλέον το φιλικό – που παρακολούθησε από κοντά ο νέος πρόεδρος της ΕΠΟ, Θοδωρής Ζαγοράκης – μπαίνει στην άκρη και το μυαλό πέφτει στο πολύ κρίσιμο παιχνίδι της ερχόμενης Τετάρτης. Εκεί που η νίκη αποτελεί μονόδρομο.
Δείτε εδώ το live του αγώνα από to10.gr
Υπέροχη αλλά… άστοχη στην επίθεση, προβλήματα στην άμυνα
Απέναντι σε μια ομάδα πολύ χαμηλότερου βεληνεκούς απ’ ότι η Ισπανία, που η Εθνική αντιμετώπισε την Πέμπτη, ο Τζον Φαν Σιπ αποφάσισε να αλλάξει το σχήμα και τον τρόπο παιχνιδιού της Ελλάδας. Λογικό, από τη στιγμή μάλιστα που ακολουθεί την ερχόμενη Τετάρτη η Γεωργία. Και εκεί η Εθνική πρέπει να παίξει ποδόσφαιρο και όχι να περιμένει όπως στη Γρανάδα.
Ο Ολλανδός έπαιξε με ένα 4-4-2, έχοντας τους Μαυρία, Σβάρνα, Μαυροπάνο, Κυριακόπουλο μπροστά από τον Διούδη στην άμυνα, τον Σιώπη αμυντικό μέσο με τον Μάνταλο κοντά του, τους Τζόλη – Φορτούνη στα δύο άκρα και τον Παυλίδη κοντά στον προωθημένο Γιακουμάκη.
Της ταίριαξε της Εθνικής αυτό το σχήμα. Δεδομένου του αντιπάλου που είχαμε και της χαμηλής δυναμικότητας αυτού, η Ελλάδα είχε τον τρόπο να απειλήσει, να βρει τους τρόπους να πατήσει στη μεγάλη περιοχή, να δημιουργήσει ένα τσουβάλι ευκαιρίες. Φορτούνης, Τζόλης, Παυλίδης και Γιακουμάκης αποτέλεσαν μια τετράδα… φωτιά, έβγαλαν αυτοματισμούς, συνδυάστηκαν άψογα και αποτέλεσαν μόνιμη πηγή κινδύνων για την εστία του Μεχίβα. Όλα αυτά έφεραν και γρήγορο γκολ, με τη συνεργασία δύο εξ αυτών των παικτών. Ο Φορτούνης στο 14′ έφυγε στην πλάτη της άμυνας από δεξιά, μπήκε στην περιοχή, γύρισε την μπάλα και ο Παυλίδης ήρθε με αριστερό πλασέ από το ύψος του πέναλτι να ανοίξει το σκορ.
Από εκείνο το σημείο που άνοιξε το σκορ, μέχρι και το 35′-40′ η Εθνική ήταν καταπληκτική από τη μέση και μπροστά. Και θα μπορούσε να είχε καθαρίσει το παιχνίδι στις πολλές και μεγάλες χαμένες ευκαιρίες που είχε, με τους διεθνείς όμως να είναι άστοχοι στην τελική προσπάθεια. Ο Μάνταλος είχε δοκάρι με σουτ έξω από την περιοχή, ο Γιακουμάκης έστειλε την μπάλα έξω από τη μικρή περιοχή έπειτα από γύρισμα του Τζόλη, ο οποίος είχε τις δύο μεγαλύτερες ευκαιρίες της Εθνικής. Ένα τετ α τετ που έστειλε άουτ και ένα πλασέ από τη μικρή περιοχή, με την μπάλα να φεύγει ψηλά.
Μοναδικό ψεγάδι της Εθνικής στο πρώτο μέρος; Οι μεγάλες αποστάσεις της άμυνας με τη μεσαία γραμμή και το πόσο ευάλωτη έδειχνε την κόντρα επίθεση. Από μία τέτοια στο 35′ ο Μπένγκστον έχασε μεγάλη ευκαιρία για την ισοφάριση, από μία τέτοια προήλθε και η ισοφάριση, όταν ο ίδιος παίκτης κέρδισε φάουλ από τον Σβάρνα. Ο Φιγκερόα εκτέλεσε, η μπάλα βρήκε στο τοίχος, στρώθηκε στον Ροντρίγκες που με σουτ από το ύψος της μεγάλης περιοχής ισοφάρισε σε 1-1, σκορ με το οποίο πήγαν οι δύο ομάδες στα αποδυτήρια.