Yποχώρηση κατά 0,69% σημείωσε το κατά κεφαλήν διαθέσιμο εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών το γ΄ τρίμηνο του 2023, σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο, σύμφωνα με χθεσινά στοιχεία του ΟΟΣΑ, έναντι υποχώρησης κατά 0,2% κατά μέσον όρο στις χώρες του οργανισμού.
Την ίδια ώρα, όπως σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σημείωνε ελαφρά αύξηση κατά 0,14% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο, έναντι αύξησης 0,3% στις χώρες του ΟΟΣΑ.
Σε κάθε περίπτωση, τα στοιχεία του ΟΟΣΑ δείχνουν ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Ελλάδα βρίσκεται μόλις στο 83,12% του επιπέδου όπου βρισκόταν το α΄ τρίμηνο του 2007, αν και ακολουθεί σταθερά ανοδική πορεία από το β΄ τρίμηνο του 2020. Σημειώνεται ότι ο δείκτης είναι προσαρμοσμένος με βάση τον πληθωρισμό.
Αντίστοιχα, το κατά κεφαλήν διαθέσιμο εισόδημα βρίσκεται στο 79,07% του επιπέδου στο οποίο βρισκόταν το α΄ τρίμηνο του 2007, έναντι 121,78% του μέσου όρου των χωρών του ΟΟΣΑ. Ο συγκεκριμένος δείκτης είναι επίσης προσαρμοσμένος με βάση τον πληθωρισμό.
Σύμφωνα με τη χθεσινή ανακοίνωση του ΟΟΣΑ, παρά τη μείωση που σημείωσε ο δείκτης του πραγματικού κατά κεφαλήν διαθέσιμου εισοδήματος το γ΄ τρίμηνο, 11 χώρες-μέλη του (από τις 21 για τις οποίες υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία) κατέγραψαν αυξήσεις.
Η μεγαλύτερη ήταν στην Ουγγαρία, 5,5%, λόγω σημαντικών αυξήσεων μισθών των υπαλλήλων. Αλλες 10 χώρες είδαν μειώσεις του πραγματικού κατά κεφαλήν διαθέσιμου εισοδήματός τους, με τη μεγαλύτερη να καταγράφεται στην Ισπανία, 2,1%, λόγω αύξησης των φόρων εισοδήματος και πλούτου.
Οι αυξήσεις στους μισθούς των υπαλλήλων και το εισόδημα των αυτοαπασχολουμένων οδήγησαν σε αύξηση και του ιταλικού κατά κεφαλήν πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος κατά 1,4%, συνεχίζει η ανακοίνωση του ΟΟΣΑ.
Στις ΗΠΑ, παρά την αύξηση του πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατά 1% και των μισθών των υπαλλήλων και αμοιβών των αυτοαπασχολουμένων, το πραγματικό κατά κεφαλήν διαθέσιμο εισόδημα υποχώρησε ελαφρώς λόγω των μειώσεων στις πληρωμές κοινωνικών επιδομάτων, περιλαμβανομένου του Medicaid και των αυξήσεων των πληρωμών φόρων και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης. Από τα άλλα στοιχεία του ΟΟΣΑ για τα νοικοκυριά, προκύπτει επίσης ότι η Ελλάδα είχε, πάντα κατά το γ΄ τρίμηνο του 2023, αρνητικό ποσοστό αποταμίευσης, -3,87%.
Ο δείκτης κινείται σε αρνητικό έδαφος σταθερά από το γ΄ τρίμηνο του 2021. Αποτυπώνει τι ποσοστό αποταμιεύουν τα νοικοκυριά από το τρέχον εισόδημά τους και υπό αυτή την έννοια φανερώνει ότι τα ελληνικά νοικοκυριά καταναλώνουν από τα έτοιμα τα τελευταία χρόνια. Αλλά οι αποταμιεύσεις έχουν σημασία και για το σύνολο της οικονομίας, καθώς αποτελούν, όπως επισημαίνει ο ΟΟΣΑ, τη βασική εγχώρια πηγή χρηματοδότησης των επενδύσεων. Στη Γερμανία, κατ’ εξοχήν χώρα της αποταμίευσης, το σχετικό ποσοστό είναι 20,58%, στην Ιταλία είναι 8,75% και στην Πορτογαλία 7,07%.
Σε ό,τι αφορά την καθαρή κατά κεφαλήν κατανάλωση, τα στοιχεία δείχνουν ότι μειώθηκε το γ΄ τρίμηνο κατά 0,56%, όσο ακριβώς είχε αυξηθεί το β΄ τρίμηνο, ενώ ελαφρά μείωση κατά 0,14% είχε σημειώσει και το α΄ τρίμηνο. Το γ΄ τρίμηνο του 2023 η καθαρή κατά κεφαλήν κατανάλωση των νοικοκυριών βρισκόταν στο 87,58% του επιπέδου του α΄ τριμήνου 2007.
πηγή: www.moneyreview.gr