Τι ισχύει τελικά με το επίδομα γάμου; Έχει θεσμικό άρα δεσμευτικό χαρακτήρα ή πρόκειται για μισθολογικό όρο, ο οποίος δεν μπορεί να καθορίζεται από τις Εθνικές Γενικές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας; Δεσμεύονται όλοι οι εργοδότες για την καταβολή του ή μόνο όσοι συνυπογράφουν τις σχετικές συλλογικές συμβάσεις;
Στα παραπάνω ερωτήματα δίνει απαντήσεις ο δικηγόρος Εργατολόγος Γιάννης Καρούζος, εξηγώντας τα εξής:
Το επίδομα γάμου καθιερώθηκε με βάση το άρθρο 4 της από 26/1/1988 Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ), η οποία κυρώθηκε με τον Ν.1766/1988.
Τα πράγματα άρχισαν να περιπλέκονται το 2012, με τον νόμο 4093, ο οποίος μετέφερε την αρμοδιότητα καθορισμού του κατώτατου μισθού στο Υπουργικό Συμβούλιο. Τι ανέφερε η επίμαχη διάταξη; «Οι Εθνικές Γενικές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας καθορίζουν τους ελάχιστους μη μισθολογικούς όρους εργασίας, που ισχύουν για τους εργαζομένους όλης της χώρας. Βασικοί μισθοί, βασικά ημερομίσθια, κάθε είδος προσαυξήσεις αυτών και γενικά κάθε άλλος μισθολογικός όρος ισχύουν μόνο για τους εργαζομένους που απασχολούνται από εργοδότες των συμβαλλομένων εργοδοτικών οργανώσεων και δεν επιτρέπεται να υπολείπονται τού νόμιμου νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου».
Με απλά λόγια, σύμφωνα με την επίμαχη διάταξη, οτιδήποτε αφορά σε «μισθολογικό όρο» της παρεχόμενης εργασίας, δεν μπορεί να καλυφθεί από την ΕΓΣΕΕ με το στοιχείο της υποχρεωτικότητας, τουλάχιστον για εργοδότες και εργοδοτικές οργανώσεις που δεν υπογράφουν τη σχετική Σύμβαση.
Από το 2013, η νομική υπηρεσία ΓΣΕΕ με εγκύκλιο, είχε δώσει την ερμηνεία ότι το επίδομα γάμου έχει διπλή νομική φύση: αφενός αποτελεί όρο ΕΓΣΣΕ, αφετέρου έχει ισχύ τυπικού νόμου, από τη στιγμή που κυρώθηκε με τον νόμο 1766/1988). Έτσι, ακόμη και αν το επίδομα γάμου θεωρούνταν αμιγής μισθολογικός όρος της ΕΓΣΣΕ και ίσχυε ως προς αυτόν ο κανόνας της δέσμευσης μόνο των μελών των συμβαλλόμενων οργανώσεων θα παρέμενε ανέπαφη η νομική του φύση ως κανόνα δικαίου, με βάση τον κυρωτικό νόμο 1766/1988. Συνεπώς και στην περίπτωση αυτή το επίδομα γάμου θα δέσμευε, ως περιεχόμενο κανόνα δικαίου, το σύνολο των εργοδοτών της χώρας, ανεξάρτητα από το αν είναι ή όχι μέλη των συμβαλλόμενων στην ΕΓΣΣΕ οργανώσεων.