Η χώρα βιώνει τη δυσκολότερη οικονομική συγκυρία των τελευταίων δεκαετιών. Δυσκολότερη ακόμα και από αυτήν της εποχής των μνημονίων. Δεν είναι κάτι που υποστηρίζουν επιμελητήρια και επιχειρήσεις, αλλά παραδέχεται και η κυβέρνηση.
Το εκρηκτικό κοκτέιλ «ενεργειακό κόστος και επιπτώσεις της πανδημίας», έχει φέρει στα όρια τους νοικοκυριά και επιχειρήσεις ενώ δεν φαίνεται να υπάρχει κάποιο φως στην άκρη του τούνελ. Ειδικά όταν διαπιστώνουμε ότι το μεγαλύτερο κομμάτι της ενεργειακής κρίσης αποδίδεται στις συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία.
Σε πρόσφατη συζήτηση που είχαμε με τον υπουργό Οικονομικών, κ. Χρήστο Σταϊκούρα, κατά τη διάρκεια τηλεδιάσκεψης του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, ο υπουργός εμμέσως πλην σαφώς ξεκαθάρισε ότι υπάρχουν ελάχιστα περιθώρια στήριξης των επιχειρήσεων επικαλούμενος τον πόλεμο και το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας στο οποίο συνεχίζει να βρίσκεται η χώρα.
Δεν θα διαφωνήσουμε με την κυβέρνηση στο ότι η κρίση στην Ουκρανία έβαλε νέα δεδομένα στο τραπέζι, αλλά δεν μπορούμε και να κρύψουμε την ανησυχία μας για το σήμερα και το αύριο της κοινωνίας και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Οι ανατιμήσεις στην ενέργεια είχαν ξεκινήσει πριν από τη ρωσική εισβολή και τους τελευταίους μήνες οι καταναλωτές βλέπουν συνεχώς να αυξάνονται οι τιμές προϊόντων και υπηρεσιών, κυρίως λόγω της ραγδαίας ανόδου του ενεργειακού κόστους. Δεν είναι σημερινό λοιπόν το φαινόμενο. Και το χειρότερο είναι ότι θα συνεχιστεί για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Στο πότε ακριβώς θα δούμε μία υποχώρηση του φαινομένου σίγουρα θα καθοριστεί και από τη διάρκεια και τις επιπτώσεις του πολέμου. Επαναλαμβάνω όμως ότι οι ανατιμήσεις είχαν ξεκινήσει από το φθινόπωρο και τα όποια κυβερνητικά μέτρα έχουν ληφθεί μέχρι σήμερα, όπως οι επιδοτήσεις στην ενέργεια, καλύπτουν μόνο ένα πολύ μικρό μέρος των αυξήσεων.
Αυτό που πρέπει να γίνει ξεκάθαρο στην κυβέρνηση είναι ότι οι επιχειρήσεις της χώρας κινδυνεύουν όχι από ένα στιγμιαίο γεγονός αλλά από το άθροισμα των συνεπειών της εφαρμογής των μνημονίων, των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας, των ανατιμήσεων και πλέον και του πολέμου στην Ουκρανία.
Όταν τα επιμελητήρια και οι επιχειρήσεις τονίζουμε την ανάγκη λήψης περισσότερων μέτρων στήριξης, δεν το κάνουμε χωρίς να έχουμε γνώση της πραγματικότητας αλλά γιατί βλέπουμε μπροστά μας τον ορατό κίνδυνο των «λουκέτων» και της εκτίναξης της ανεργίας. Εμείς είμαστε που επικροτήσαμε τις κυβερνητικές πολιτικές που μείωναν φόρους και ασφαλιστικές εισφορές. Δεν σημαίνει όμως ότι θα περιμένουμε σχεδόν απαθείς την εξαφάνιση των μικρομεσαίων. Γιατί επί της ουσίας εκεί οδηγούμαστε. Γι αυτό και επιμένουμε στην εκπόνηση ενός έκτακτου σχεδίου αντιμετώπισης της υφιστάμενης κατάστασης, ακριβώς εξαιτίας των δυσμενών συνθηκών που επικρατούν στην πραγματική οικονομία.
Από όσα μας είπε ο υπουργός, μετά τον Ιούνιο δεν αποκλείεται να δούμε αύξηση του ΦΠΑ σε κρίσιμους κλάδους της οικονομίας, όπως στην εστίαση και τις μεταφορές, καθώς ο προϋπολογισμός μέχρι τότε προβλέπει τον μειωμένο φόρο. Ο πληθωρισμός εκτιμούμε ότι θα συνεχίσει να αυξάνεται όπως και το ενεργειακό κόστος. Μας ξεκαθάρισε επίσης ότι για το οποιοδήποτε ευνοϊκό μέτρο θα πρέπει να δημιουργηθεί ο κατάλληλος δημοσιονομικός χώρος. Αυτό που δεν μας είπε όμως είναι το πως ακριβώς θα επιβιώσουν οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Ανακοίνωσε ότι τις προσεχείς ημέρες αναμένεται ένα πρόσθετο πρόγραμμα στήριξης της κοινωνίας, ειδικά απέναντι στις αυξήσεις της ενέργειας, όμως έκανε λόγο για «ανακούφιση». Άρα δεν πρέπει να έχουμε μεγάλες προσδοκίες, ειδικά για το χώρο του επιχειρείν.
Από την στιγμή λοιπόν που δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια στήριξης, περιμένουμε από τη κυβέρνηση να μας εξηγήσει τι ακριβώς θα κάνει με όσους μικρομεσαίους κλείσουν τις επιχειρήσεις τους και βγουν στην ανεργία μαζί με το προσωπικό τους.
Τα επιμελητήρια, ως σύμβουλοι της Πολιτείας, έχουν υποχρέωση να εργάζονται για την εξεύρεση λύσεων απέναντι στα προβλήματα που ταλανίζουν την επιχειρηματικότητα. Χωρίς κομματικές παρωπίδες και μικροπολιτικές επιδιώξεις. Για την ώρα λοιπόν το μόνο που μπορούμε να παρατηρήσουμε είναι ότι προδιαγράφεται ένα ζοφερό μέλλον για τους πιο ευάλωτους. Αυτό προσπαθούμε να αλλάξουμε και αυτό θα συνεχίσουμε να κάνουμε.
O Πρόεδρος
Γιάννης Χατζηθεοδοσίου”