Κυριακή
22
Δεκέμβριος
TOP

Λαγκάρντ: Δεν αποκλείεται και νέα αύξηση επιτοκίων κατά 50 μ.β. τον Μάιο

Ανοιχτό άφησε η Κριστίν Λαγκάρντ το ενδεχόμενο μιας ακόμη αύξησης των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης τον Μάιο, πλέον εκείνης που θεωρείται βέβαιη στη συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας τον Μάρτιο, επαναλαμβάνοντας την προσήλωση των υπεύθυνων χάραξης νομισματικής πολιτικής στην επαναφορά του πληθωρισμού στο 2%.

Όπως είπε χαρακτηριστικά η σιδηρά κυρία της ΕΚΤ, σε συνέντευξή της στη φινλανδική εφημερίδα Helsingin Sanomat, «δεν ομφαλοσκοπώ, ούτε διαβάζω μια κρυστάλλινη μπάλα. Θέλω να δω τα νέα δεδομένα και θέλω να ακούσω τις απόψεις των συναδέλφων μου όταν βλέπουν τα ίδια δεδομένα. Σε αυτή τη βάση θα πάρουμε την απόφασή μας. Όμως ένα είναι σίγουρο: θέλουμε να επαναφέρουμε τον πληθωρισμό στο 2% έγκαιρα».

Δεν φαίνεται ύφεση φέτος

Η επικεφαλής της ΕΚΤ εμφανίστηκε βέβαιη ότι η ύφεση θα αποφευχθεί φέτος τόσο στην ευρωζώνη όσο και σε ολόκληρη την ΕΕ επικαλούμενη τις προβλέψεις του ΔΝΤ και της Κομισιόν. Πρόσθεσε όμως ότι υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα εξαιτίας αφενός του ουκρανικού που δεν μπορεί να προβλεφθεί η εξέλιξή του, αφετέρου του ανοίγματος της οικονομίας της Κίνας που δεν είναι σαφές πώς θα επηρεάσει την οικονομική της ανάκαμψη και την παγκόσμια οικονομία. Δεν παρέλειψε, δε, να σημειώσει για μια ακόμη φορά ότι «σημαντικό ρόλο θα παίξουν και οι μισθολογικές διαπραγματεύσεις και η δημοσιονομική στήριξη».

Παραμένει απαράδεκτα υψηλός ο πληθωρισμός

Στο μέτωπο του πληθωρισμού η Κριστίν Λαγκάρντ επεσήμανε ότι ο συνολικός πληθωρισμός εξακολουθεί να είναι απαράδεκτα υψηλός, αλλά είναι πιθανό να μειωθεί λόγω της μείωσης του ενεργειακού κόστους. Οι τιμές του αργού πετρελαίου και του φυσικού αερίου έχουν ήδη πέσει στα προ πανδημίας επίπεδα, είπε, ωστόσο τόνισε ότι ο δομικός πληθωρισμός στην ευρωζώνη, χωρίς τιμές ενέργειας και τροφίμων, παραμένει επί του παρόντος στο υψηλότερο επίπεδο που είχε ποτέ, στο 5,3% για τον Ιανουάριο.

Θα έπρεπε να έχουμε κινητοποιηθεί νωρίτερα

Αναφορικά με τις απόψεις που επικρίνουν την ΕΚΤ ότι άργησε να αρχίσει να αυξάνει τα επιτόκια, υπεραμύνθηκε των αποφάσεων των υπευθύνων χάραξης πολιτικής της τράπεζας λέγοντας ότι οι περισσότεροι οικονομολόγοι αρχικά περίμεναν ότι ο υψηλός πληθωρισμός θα ήταν παροδικός και ότι θα εξασθενούσε. Ωστόσο, ο πληθωρισμός εξαπλώθηκε σε ένα πολύ ευρύτερο φάσμα προϊόντων και υπηρεσιών. «Δεν είμαι σίγουρη εάν η έναρξη των αυξήσεων επιτοκίων τρεις μήνες νωρίτερα θα είχε κάνει σημαντική διαφορά. Αυτό που έχει σημασία τώρα είναι να παραμείνουμε σταθερά στην πορεία», έδωσε το στίγμα. Είπε, όπως, ακόμη, ότι «αν μη τι άλλο, θα έπρεπε ίσως να είχαμε εντοπίσει κάποιες κινήσεις του πληθωρισμού λίγο νωρίτερα και να μην υποθέσουμε ότι υπήρχαν πάρα πολλές μεταβατικές πτυχές σε αυτό».

Δεν πρέπει να εφησυχάζουμε

Η πρόεδρος της ΕΚΤ υπογράμμισε ότι «η οικονομία της ευρωζώνης βρίσκεται σε πολύ καλύτερη θέση τώρα από ό,τι ήταν πέρυσι», προειδοποιώντας, όμως, ότι «δεν πρέπει να εφησυχάζουμε, ούτε στο μέτωπο της ενέργειας ούτε στο μέτωπο του πληθωρισμού. Το σωστό μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής και νομισματικής πολιτικής πρέπει να είναι πολύ καλά ισορροπημένο. Αυτό που είναι σημαντικό αυτήν τη στιγμή είναι ότι η δημοσιονομική πολιτική δεν τροφοδοτεί τον πληθωρισμό που στη συνέχεια θα απαιτούσε αυστηρότερη νομισματική πολιτική».

Κρούοντας για άλλη μια φορά τον κώδωνα του κινδύνου σε περίπτωση που οι χώρες μέλη «ξεφύγουν» από τα δημοσιονομικά πλαίσια που απαιτούνται για τον έλεγχο του πληθωρισμού, υπογράμμισε ότι η δημοσιονομική στήριξη πρέπει να είναι στοχευμένη, προσαρμοσμένη και προσωρινή προσθέτοντας ότι «υπάρχει σαφώς ο κίνδυνος οι νομισματικές και δημοσιονομικές πολιτικές να λειτουργούν σε διασταυρούμενους σκοπούς».

Ερωτηθείσα εάν βλέπει πιθανό το 2024 να είναι η χρονιά της νομισματικής χαλάρωσης, εφόσον όλα πάνε όπως έχει προβλεφθεί, απάντησε λακωνικά ότι «δεν πρόκειται να προβλέψω ποιες θα είναι οι αποφάσεις νομισματικής πολιτικής», παραπέμποντας στα αναμενόμενα νέα οικονομικά δεδομένα που θα έχει μπροστά της η κεντρική τράπεζα. «Πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι ο πληθωρισμός επιστρέφει στο 2%. Και αυτό πρέπει να διατηρηθεί επαρκώς για να είμαστε σίγουροι ότι έχουμε πετύχει τον στόχο μας», τόνισε η κυρία Λαγκάρντ.

πηγη ot.gr