Πέμπτη
12
Δεκέμβριος
TOP

Long COVID: Η ασθένεια του μέλλοντος

Δύσπνοια, βήχας, εμμένουσα απώλεια γεύσης και όσφρησης, καταβολή, διαταραχές ύπνου και τριχόπτωση είναι μεταξύ των συχνότερων συμπτωμάτων του συνδρόμου Long COVID, το οποίο εμφανίζουν περίπου δύο στους δέκα ασθενείς που νόσησαν με COVID-19 και τουλάχιστον τρεις στους δέκα που νοσηλεύθηκαν σε ΜΕΘ λόγω της νόσου.

Οι γιατροί κάνουν λόγο για μία νέα κλινική οντότητα που θα απασχολεί πλέον το σύστημα υγείας και όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο αναπληρωτής καθηγητής Πνευμονολογίας, διευθυντής Πνευμονολογικής Κλινικής Πανεπιστημίου Πατρών, Αργύριος Τζουβελέκης, «δεδομένου ότι μέχρι σήμερα έχουν εξέλθει από τις ΜΕΘ περί τους 3.300 ασθενείς, αντιλαμβάνεται κανείς τον τεράστιο μελλοντικό αντίκτυπο του συνδρόμου στη δημόσια υγεία».

Με στόχο να βοηθήσει τους γιατρούς όλων των ειδικοτήτων στη διάγνωση αλλά και τη διαχείριση του συνδρόμου, η Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρεία συνέταξε συγκεκριμένες οδηγίες για την αξιολόγηση των συμπτωμάτων, την έγκαιρη αναγνώρισή του, αλλά και τη διαχείριση των ασθενών.

Οπως αναφέρει ο πρόεδρος της ΕΠΕ, καθηγητής Πνευμονολογίας του ΕΚΠΑ Στέλιος Λουκίδης, «κάθε ασθενής που νοσεί από COVID-19 θα πρέπει να ενημερώνεται για την πιθανότητα εμμενόντων συμπτωμάτων, που συνήθως υποχωρούν μέσα σε 12 εβδομάδες και εμφανίζονται ανάλογα με τη βαρύτητα της νόσου και την προηγούμενη κατάσταση της υγείας του. Σε περίπτωση μη βελτίωσης ή εμφάνισης νέων συμπτωμάτων, οι ασθενείς θα πρέπει να εξετάζονται από τον θεράποντα ιατρό τους».

Σύμφωνα με την ΕΠΕ, εκτός από τη φυσική εξέταση και τη λήψη αναλυτικού ιστορικού, μπορεί να είναι αναγκαία και η διενέργεια περαιτέρω εργαστηριακού ελέγχου. Δεν υπάρχει εργαστηριακή εξέταση που να διαχωρίζει τη Long COVID από άλλες αιτιολογίες ή νοσήματα. Ο εργαστηριακός έλεγχος θα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με την κρίση του θεράποντος ιατρού κατόπιν αξιολόγησης των συμπτωμάτων, των ευρημάτων της κλινικής εξέτασης, της βαρύτητας της νόσησης από COVID και των συν-νοσηροτήτων. Δεν χρειάζεται όλοι οι ασθενείς που νόσησαν από COVID-19 να υποβληθούν σε εργαστηριακό έλεγχο.

Η ΕΠΕ στις οδηγίες της περιλαμβάνει και αλγορίθμους για τη διαχείριση των ασθενών, με παρακολούθησή τους σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα, ανάλογα και με τη βαρύτητα της πρώτης νόσησης. Ενδεικτικά, για τους ασθενείς που νοσηλεύθηκαν με σοβαρή πνευμονία προτείνεται εντός 4 εβδομάδων μετά την έξοδό τους από το νοσοκομείο μία τηλεφωνική ή διά ζώσης εκτίμηση της κατάστασής τους και 12 εβδομάδες μετά μια κλινική εξέταση και ακτινογραφία θώρακος. Για τους ασθενείς με ήπια ή μέτρια πνευμονία, προτείνεται εκτίμηση της κατάστασής τους με κλινική εξέταση και ακτινογραφία 12 εβδομάδες μετά τη νόσηση ή νωρίτερα σε περίπτωση που τα συμπτώματα επιμένουν. «Περίπου δύο στους δέκα ασθενείς που νόσησαν με COVID-19 εμφανίζουν μακροχρόνια συμπτώματα που εμμένουν για μήνες μετά την αρχική λοίμωξη ή εμφανίζονται μετά την αρχική ανάρρωση από τη νόσο και περιγράφονται με τον όρο Long COVID Syndrome. Με την έγκαιρη αναγνώριση του συνδρόμου αυτού και την κατάλληλη αντιμετώπιση μπορούμε να βελτιώσουμε την ποιότητα ζωής των ασθενών μας και να μετριάσουμε τις επιπλοκές της νόσησης από COVID-19», επισημαίνει ο δρ Στυλιανός Κ. Βιττωράκης, πνευμονολόγος – φυματιολόγος υπεύθυνος ομάδας εργασίας ΠΦΥ της ΕΠΕ.

πηγη