Κατά περισσότερο από 16% θα έπρεπε να αυξήσει τις συνολικές δαπάνες του το φτωχότερο 10% των νοικοκυριών, προκειμένου να διατηρήσει σταθερή την κατανάλωση τροφίμων και ενέργειας μεταξύ 2019 και Φεβρουαρίου 2024. Το αντίστοιχο ποσοστό για το πλουσιότερο 10% είναι κάτω από 6%.
Όπως σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, ο υπολογισμός είναι αποτέλεσμα εμπειρικής εργασίας της καθηγήτριας του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ Γεωργίας Καπλάνογλου για τις αναδιανεμητικές συνέπειες της ακρίβειας στον προϋπολογισμό των νοικοκυριών. Επιβεβαιώνει, με στοιχεία, την αλήθεια που όλοι γνωρίζουμε: ότι, δηλαδή, ο πληθωρισμός επιβαρύνει πολύ περισσότερο τους φτωχότερους από τους πλουσιότερους, επιδεινώνοντας την ανισότητα.
Η πραγματικότητα αυτή, μάλιστα, αμβλύνεται, αλλά δεν αναιρείται, από την επιδοματική πολιτική των κουπονιών, όπως το food pass. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της κ. Καπλάνογλου, το food pass αντιστοιχούσε σε 52 ευρώ τον μήνα για τους έξι μήνες συνολικά που δόθηκε το 2023, ενώ μια οικογένεια με δύο παιδιά στο μέσο της εισοδηματικής κατανομής θα χρειαζόταν περίπου 1.500 ευρώ ετησίως (ή 125 ευρώ τον μήνα) για να διατηρήσει σταθερή την κατανάλωση τροφίμων. Η ίδια επικαλείται πρόσφατες μελέτες, σύμφωνα με τις οποίες οι καταναλωτές μειώνουν πλέον τις ποσότητες που αγοράζουν, στρέφονται σε τροφές χαμηλής διατροφικής αξίας και ψωνίζουν όλο και περισσότερο με κριτήριο την τιμή και όχι την ποιότητα.
«Ο υψηλός πληθωρισμός, πέρα από τις γενικότερες επιπτώσεις του στην οικονομία, έχει και σημαντική αναδιανεμητική διάσταση», σχολιάζει η καθηγήτρια, που παρουσίασε την εργασία της σε εκδήλωση του Insocial. Οπως εξηγεί, η μεταβολή του δείκτη τιμών καταναλωτή είναι ο σταθμικός μέσος όρος των μεταβολών των τιμών ομάδων αγαθών και υπηρεσιών και δεν δίνει επαρκείς πληροφορίες για το πόσο έχει αυξηθεί το κόστος ζωής για διαφορετικούς τύπους νοικοκυριών.
Στην εργασία εξετάζονται μόνο τα είδη διατροφής και η ενέργεια, 70 συνολικά υποκατηγορίες, για τις οποίες καταγράφονται οι σχετικές δαπάνες για 6.500 νοικοκυριά στην έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών που χρησιμοποιεί η ΕΛΣΤΑΤ για την κατάρτιση του δείκτη τιμών καταναλωτή. Το ερώτημα που απαντά η εργασία είναι το εξής: «Ποια είναι η ποσοστιαία αύξηση στις συνολικές καταναλωτικές δαπάνες που θα απαιτούνταν προκειμένου ένα νοικοκυριό σήμερα να μπορεί να διατηρήσει το επίπεδο και τη διάρθρωση της κατανάλωσης που είχε το 2019, αν λάβουμε υπόψη τις αυξήσεις στις τιμές μόνο των ειδών διατροφής και της ενέργειας;». Οπως προκύπτει από τα στοιχεία:
1. Η επίδραση επιδεινώνεται χρόνο με τον χρόνο. Ειδικά στο φτωχότερο 10% των νοικοκυριών η αύξηση της απαιτούμενης δαπάνης ξεκίνησε από άνω του 8% το 2021 και έφτασε σε πάνω από 16% το 2023. Στο πλουσιότερο 10% αυξήθηκε από άνω του 3% σε κάτω από 6%.
2. Η άνιση επιβάρυνση είναι εντονότερη στα τρόφιμα. Το φτωχότερο 10% χρειάζεται να αυξήσει σχεδόν 12% τις δαπάνες του μόνο και μόνο για να διατηρήσει σταθερή την κατανάλωση τροφίμων. Για το πλουσιότερο 10% αρκεί μια αύξηση 4% των δαπανών του. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα μετά το 2022, οπότε μεταφέρθηκε η πληθωριστική κρίση από την ενέργεια στα τρόφιμα.
3. Ανισότητες υπάρχουν και στην επιβάρυνση από τα καύσιμα, αλλά είναι λιγότερο έντονες. Το φτωχότερο 10% επιβαρύνθηκε για την οικιακή ενέργεια κατά πάνω από 6% τον Μάρτιο του 2022, με τιμή πετρελαίου θέρμανσης 1,6 ευρώ το λίτρο, ενώ τον Φεβρουάριο φέτος, με τιμή 1,3 ευρώ το λίτρο, η επιβάρυνση είχε περιοριστεί στο 4%. Το πλουσιότερο 10% είχε επιβαρυνθεί κατά κάτω από 2% τον Μάρτιο του 2022 και σχεδόν κατά 1% τον Φεβρουάριο του 2024. Η επιβάρυνση του οικογενειακού προϋπολογισμού από καύσιμα κίνησης είναι αναλογικά πολύ μικρότερη και είναι σχετικά μεγαλύτερη στα μεσαία προς πλούσια νοικοκυριά.
Μια επιπλέον παράπλευρη απώλεια του πληθωρισμού που αναδεικνύει η καθηγήτρια είναι το γεγονός ότι ο πληθωρισμός επιδεινώνει την αναλογία έμμεσων προς άμεσους φόρους, καθώς οι έμμεσοι φόροι τροφοδοτούνται από τις αυξημένες τιμές και υπεραποδίδουν, όπως φανερώνουν και τα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού. Γεγονός που καθιστά πιο άδικο το φορολογικό σύστημα, ιδίως καθώς η φορολογική κλίμακα δεν τιμαριθμοποιείται.
πηγη; moneyreview.gr