Ορισμένες σκέψεις για την αποφυλάκιση Λιγνάδη και τις δικαστικές αποφάσεις
Μπορεί οι φωτιές να άλλαξαν την ατζέντα της επικαιρότητας, και δικαίως, όμως, η πληγή που αφήνει η υπόθεση Λιγνάδη, είναι ανεπούλωτη. Και θα μας απασχολεί πολύ καιρό, όχι γιατί κάποιοι με άθλιο τρόπο επιχειρούν να εκμεταλλευτούν πολιτικά την αποφυλάκισή του, αλλά γιατί οι πολίτες δείχνουν να χάνουν την εμπιστοσύνη τους στους θεσμούς.
Η Δικαιοσύνη είναι το τελευταίο αποκούμπι κάθε πολίτη, από τον πιο φτωχό, μέχρι τον πιο πλούσιο. Από το θύμα του βιασμού μέχρι και τον ίδιο τον βιαστή. Το επιτρέπει ο νομικός μας πολιτισμός, κι έτσι πρέπει να είναι.
Στις αίθουσες των δικαστηρίων ελπίζουν όλοι ότι μπορεί να βρουν το δίκιο τους, με βάση πάντα τους νόμους και το Σύνταγμα της χώρας.
Τις περισσότερες φορές οι δικαστές αποφασίζουν με βάση τους νόμους που ψηφίζει το κοινοβούλιο. Αν οι νόμοι είναι κακοί, έχουν «παραθυράκια», κρύβουν πολιτικές σκοπιμότητες ή ενέχουν πολιτική παρέμβαση, δυστυχώς για τους δικαστές.
Και πρέπει να αλλάξουμε τους νόμους, όχι τη Δικαιοσύνη. Οσοι, λίγοι κακοί δικαστές υπάρχουν κάποια στιγμή αποκαλύπτονται. Είτε γιατί «στήνουν» δικαστήρια, είτε γιατί χρηματίζονται, είτε γιατί δέχονται πολιτικές παρεμβάσεις για να βγάλουν συγκεκριμένες αποφάσεις.
Αυτά τα «μαύρα» πρόβατα, που υπάρχουν σε κάθε επαγγελματική κατηγορία, πρέπει να απομακρυνθούν, έτσι ώστε οι πολίτες να νιώθουν εμπιστοσύνη προς τον κορυφαίο θεσμό της Δικαιοσύνης.
Και κυρίως, να σέβονται τις δικαστικές αποφάσεις οι οποίες στηρίζονται σε ατράνταχτες αποδείξεις και δεν επηρεάζονται ούτε από το περί δικαίου αίσθημα, ούτε από την προσωπική πορεία, επιλογή ή κοσμοθεωρία του εκάστοτε δικαστή.
Η Δικαιοσύνη πρέπει να είναι τυφλή ώστε να δικάζει ανεξάρτητα από το αν κάποιος είναι ο βιαστής της διπλανής πόρτας ή ο βιαστής του Εθνικού Θεάτρου.
Στην περίπτωση του βιαστή, και με τη βούλα του δικαστηρίου, Δημήτρη Λιγνάδη, έχουμε, όμως, ορισμένα παράδοξα.
Γιατί είναι παράδοξο να τιμωρείται ένας βιασμός με μεγαλύτερη ποινή από έναν άλλο βιασμό. Δεν υπάρχει… ολίγον βιασμός σε καμιά περίπτωση και οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε τι ακριβώς σημαίνει ο βιασμός και ποιες είναι και οι επιπτώσεις στο θύμα.
Δεν είναι ένα απλό αδίκημα, ειδικά όταν αφορά σε ανήλικα ή νέα παιδιά. Και ειδικά όταν για τους βιασμούς χρησιμοποιείται η εξουσία που έχει και η δύναμη που νιώθει ο βιαστής.
Είναι, όμως, παράδοξο και το γεγονός της αποφυλάκισής του.
Σκεφτείτε το εξής απλό: Δικαστής και εισαγγελέας, όταν συνελήφθη ο Λιγνάδης, αποφάσισαν ομόφωνα την προφυλάκισή του επειδή θεωρήθηκε ύποπτος τέλεσης ανάλογων πράξεων. Εκριναν δηλαδή ότι δεν μπορεί να κυκλοφορεί ελεύθερος γιατί ενδεχομένως μπορεί να ξαναβιάσει ή να δραπετεύσει.
Και προσέξτε: Τότε ο σκηνοθέτης ήταν αθώος, δεν είχε καταδικαστεί. Ηταν αθώος μέχρι αποδείξεως του εναντίου, κι όμως κρίθηκε ύποπτος τέλεσης κι άλλων αξιόποινων πράξεων.
Μετά από 1,5 χρόνο εγκλεισμού στις σεξουαλικές φυλακές Τρίπολης, ο Λιγνάδης καταδικάζεται για δύο βιασμούς. Είναι πλέον εγκληματίας μέχρι ο επόμενος βαθμός της Δικαιοσύνης να κρίνει τελεσίδικα. Κι όμως, οι δικαστές αποφασίζουν ότι ο βιαστής πλέον, κι όχι απλά ο κατηγορούμενος, μπορεί να αφεθεί ελεύθερος γιατί δεν κινδυνεύει ο κόσμος από αυτόν.
Αυτό είναι νομικό παράδοξο, αυτό είναι μια απόφαση που μπορεί να μπει στην κρησάρα, όχι των αδαών, αλλά εκείνων που γνωρίζουν και μπορούν να κρίνουν.
Η δικαιολογία ότι ο Λιγνάδης είναι πασίγνωστος κι ότι θα τον παρακολουθούν όλοι, δεν μπορεί να σταθεί απλά και μόνο γιατί τότε αναιρείται η ισονομία μπροστά στη Δικαιοσύνη.
Γιατί δηλαδή ο ανώνυμος βιαστής να είναι πιο επικίνδυνος από τον επώνυμο αν κυκλοφορεί ελεύθερος;
Οσο για το ύφος του νικητή με το οποίο είδαμε τον Λιγνάδη έξω από τον Κορυδαλλό, όπου είπε ότι τώρα αυτός μιλάει, είναι δηλωτικό της αίσθησης του παντοδύναμου απέναντι σε μια Δικαιοσύνη που είναι σε βαθιά κρίση στην περίπτωση αυτή.
Στην περίπτωση του γνωστού σκηνοθέτη μία είναι κατά τη γνώμη μου η θεραπεία. Να γίνει άμεσα το Εφετείο και να δικαστεί ο Λιγνάδης το ταχύτερο δυνατό ώστε αν επιβεβαιωθεί η καταδίκη του να πάει εκεί που αξίζει.
Ισως και κάτι άλλο: Να αρχίσουν να μιλάνε και άλλα θύματα βιασμού. Μόνο έτσι θα μπει τέλος στα εγκλήματα κάθε άθλιου σ’ αυτή τη χώρα. Η σιωπή είναι το μεγαλύτερο λάθος για τους ανθρώπους που υπέστησαν κακοποιήσεις ή βιασμούς.