Τετάρτη
13
Νοέμβριος
TOP

Περισσότερες λοιμώξεις και πιο ανθεκτικά μικρόβια στην Ελλάδα

Πρωτιά στην κατανάλωση αντιβιοτικών σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες του ΟΟΣΑ διατηρεί η Ελλάδα, με αποτέλεσμα να έχουμε 3,5-4% περισσότερες λοιμώξεις από τις άλλες χώρες.

Το 2015 πέθαναν 33.000 άνθρωποι από ανθεκτικά βακτήρια στην Ευρώπη, όταν στην Ελλάδα χάθηκαν κατ΄ αναλογία σχεδόν 2,5 φορές περισσότεροι, καθώς οι θάνατοι που καταγράφηκαν από ανθεκτικές λοιμώξεις έφτασαν τα 1.600 άτομα.

Η χώρα αντιμετωπίζει δυσκολίες από την εισβολή πολυανθεκτικών μικροβίων και γι΄ αυτό χρειάζεται να συνεργαστεί με τις χώρες της ανατολικής Μεσογείου και τους συναρμόδιους φορείς, καθώς γενικά στις χώρες της Μεσογείου γίνεται αυξημένη χρήση αντιβιοτικών, όμως στη χώρα μας τα ποσοστά είναι και εδώ υψηλότερα και μάλιστα σε εξειδικευμένα αντιβιοτικά.

Χαρακτηριστικά, το 10% των εισαγωγών στην Ελλάδα αφορούν ανθεκτικές λοιμώξεις όταν το αντίστοιχο ποσοστό στην Ε.Ε. φτάνει το 6.5%. 

Αυτό σημαίνει περίπου 400 έτη ποιότητας ζωής χαμένα κάθε χρόνο, δεδομένο υψηλότερο από τον μέσο όρο της Ευρώπης. Και οφείλεται στην κατανάλωση αντιβιοτικών πάνω από 34 ημερήσιες δόσεις ανά 1000 κατοίκους, όταν στην Ε.Ε. η αντίστοιχη κατανάλωση δεν ξεπερνά τις 18 δόσεις. Στα νοσοκομεία, η αναλογία είναι καλύτερη από την αντίστοιχη της Ε.Ε. (1,68 δόσεις την ημέρα ανά 1000 κατοίκους έναντι 1,77 δόσεων), όμως χρησιμοποιούμε πολύ πιο προωθημένα αντιβιοτικά.

Τα στοιχεία αυτά παρουσιάστηκαν σε ημερίδα που διοργάνωσε το υπουργείο Υγείας σε συνεργασία με το γραφείο του ΠΟΥ στην Αθήνα, με στόχο την αντιμετώπιση της μικροβιακής αντοχής, η οποία λόγω της μη ορθολογικής χρήσης αντιβιοτικών, έχει λάβει διαστάσεις επιδημίας.

Το σχέδιο Προκρούστης

Σύμφωνα με στοιχεία του ΕΟΔΥ που παρουσίασε η ειδική λοιμωξιολόγος Σοφία Χατζηαναστασίου, με αφορμή το πρόβλημα, ήδη από το 2010 εφαρμόζεται στη χώρα το σχέδιο Προκρούστης, που προβλέπει την υποχρεωτική δήλωση των νοσοκομειακών λοιμώξεων, την παρακολούθηση των πολυανθεκτικών λοιμώξεων στα νοσοκομεία, και την εφαρμογή μέτρων ελέγχου των λοιμώξεων με τον διαχωρισμό ασθενών, αλλά και την επικοινωνία μεταξύ νοσοκομείων και αρχών δημόσιας υγείας.

Σύμφωνα με την πρόεδρο του ΟΔΙΠΥ Δάφνη Καϊτελίδου στη Νοσηλευτική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, έχει προχωρήσει εκπαιδευτικό εξ΄ αποστάσεως πρόγραμμα σε νοσηλευτές για την πιστοποίησή τους στο πεδίο των λοιμώξεων.

Ο πρώτος κύκλος έχει δώσει ήδη 70 πιστοποιημένους νοσηλευτές, οι οποίοι απασχολούνται στα νοσοκομεία της χώρας πάνω στο αντικείμενο αυτό. 

Δείκτες ελέγχου της ποιότητας

Ταυτόχρονα, ο ΟΔΙΠΥ έχει εισάγει σειρά δεικτών ελέγχου της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών, με προτεραιότητα στην ασφάλεια των ασθενών.

Οι δείκτες αποτελούν εργαλεία αξιολόγησης, ενώ περιλαμβάνουν και προγράμματα επιμελητείας για την τεκμηριωμένη χρήση των αντιβιοτικών ανά περίπτωση.

Πρώτος στόχος του οργανισμού είναι αποτύπωση και αξιολόγηση της κατάστασης.

Στο μεταξύ από τις αρχές του 2020, απαιτείται για τη χορήγηση αντιβιοτικών από τα φαρμακεία, η προσκόμιση ιατρικής συνταγής, με αποτέλεσμα να έχει μειωθεί η κατανάλωση κατά 18% σύμφωνα με τον πρόεδρο του Ιατρικού Συλλόγου Ηρακλείου Χάρη Βαβουρανάκη, ο οποίος επεσήμανε την ανάγκη για προσεκτική χορήγηση των αντιβιοτικών στις χειρουργικές ειδικότητες, ενώ τόνισε και το όφελος στην οικονομία από την μειωμένη χορήγηση αντιβιοτικών.

Από την πλευρά του ο αντιπρόεδρος του ΕΟΔΥ Γ. Παναγιωτακόπουλος, υπογράμμισε ότι οι βαθμοί ελευθερίας στη χορήγηση αντιβιοτικών παραμένουν πάνω από τα στάνταρντ του ανεπτυγμένου κόσμου και τόνισε ότι δεν είναι δυνατόν να χορηγούνται αντιβιοτικά 3ης γραμμής αντί για 1ης, ούτε είναι δυνατόν για χειρουργικές επεμβάσεις η χημειοπροφύλαξη να διαρκεί μια εβδομάδα, όταν χρειάζονται μία ή δύο δόσεις.

Σημαντική πάντως παράμετρος για την μείωση των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων αποτελεί η δυνατότητα απομόνωσης των ασθενών με τα ανθεκτικά μικρόβια, κάτι που δεν μπορεί να συμβεί σε δομές που λειτουργούν με πληρότητα πάνω από το 100%, οπότε αναγκάζονται να χρησιμοποιούν ράντζα για την νοσηλεία των ασθενών.

Ταυτόχρονα, η χώρα φαίνεται ότι διαθέτει αρκετές κλίνες, ίσως και περισσότερες από την Σουηδία, όμως υπάρχει έλλειψη κλινών χρόνιας φροντίδας ή τελικής νοσηλείας, διαθέτουμε εξαιρετικά εξειδικευμένους γιατρούς και έχουμε έλλειμμα γενικών γιατρών επιβαρύνοντας έτσι τις νοσοκομειακές δομές, ενώ οι παρεχόμενες υπηρεσίες απέχουν από τις ζητούμενες υπηρεσίες ή τις υπηρεσίες που θα έπρεπε να παρέχονται.

πηγη