Διαρκώς επιδεινούμενη, η κλιματική αλλαγή έχει αρχίσει να έχει τόσο μεγάλο αντίκτυπο, που μπορούμε πια κυριολεκτικά να τη γευτούμε.
Επηρεάζει πια όχι μόνο την παραγωγή και τις τιμές των τροφίμων, μειώνοντας τη μεν και εκτοξεύοντας τις δε, αλλά αλλάζει ακόμη και την εμπειρία στους γευστικούς μας κάλυκες.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, δε, λειτουργεί σε βάρος και της θρεπτικής αξίας.
Έχουν γίνει πολλές σχετικές μελέτες εδώ και χρόνια.
Μια από αυτές προειδοποιούσε από το 2015 ότι «η ζέστη και η ξηρασία είναι πιθανό να μειώσουν την ποιότητα των σιτηρών, των σταφυλιών, των λαχανικών, των φρούτων και άλλων καλλιεργειών».
Σχεδόν εννέα χρόνια μετά, βρισκόμαστε πια σε αυτό το σημείο.
Οι γεύσεις ή ακόμη και η υφή των τροφίμων, όπως τις ξέραμε, έχουν αρχίσει να αλλοιώνονται λόγω της κλιματικής κρίσης.
Καθώς οι θερμοκρασίες αλλάζουν και οι εποχές διαταράσσονται, το ίδιο συμβαίνει και με τις διαδικασίες ανάπτυξης και ωρίμανσης των προϊόντων.
Πολλές καλλιέργειες έχουν ήδη μειωμένες αποδόσεις, εξαιτίας αυξανόμενων ασθενειών, όλο και πιο ακραίων καιρικών φαινομένων ή μειωμένης ανθοφορίας, καθώς ο καιρός δείχνει πολλές φορές να έχει τρελαθεί.
Σε αρκετές περιοχές επηρεάζει σημαντικά την παραγωγή λεμονιών, παντζαριών, πατατών, φακών και ρεβιθιών.
Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι τα καρότα χάνουν μέρος της υφής και της γεύσης τους. Το λάχανο μπορεί να γίνει πιο πικρό.
Οι μελιτζάνες ίσως παραμορφωθούν.
Ούτε το κρέας και τα θαλασσινά μένουν αλώβητα.
Το θερμικό στρες τα επηρεάζει επίσης.
Μπορεί να είναι εξαιρετικά επικίνδυνο για χοίρους και κοτόπουλα.
Οι υψηλότερες θερμοκρασίες στους ωκεανούς απειλούν εν τω μεταξύ με μείωση ορισμένα είδη κεφαλόποδων, όπως είναι τα χταπόδια, ή ακόμη και με εξαφάνιση άλλων ειδών.
Διαβάστε την συνέχεια στο in.gr