TOP

Τα αντιβιοτικά δεν είναι αποτελεσματικά σε ορισμένες λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος

Σε μεγάλη μελέτη ατόμων που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Journal of General Internal Medicine, ζητήθηκε θεραπεία στις ΗΠΑ για λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος και διαπιστώθηκε ότι τα αντιβιοτικά φάρμακα δεν είχαν μετρήσιμο αντίκτυπο σε ορισμένες λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος. Οι λοιμώξεις αυτές τείνουν να έχουν την πιθανότητα να είναι πιο επικίνδυνες, καθώς περίπου το 3% έως το 5% των ασθενών εμφανίζουν πνευμονία.

Επιπλέον, οι ασθενείς έχουν συνηθίσει να περιμένουν αντιβιοτικά για τον βήχα, ακόμη και αν δεν βοηθούν», επισημαίνει ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και καθηγητής Οικογενειακής Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Τζορτζτάουν, Νταν Μερενστάιν.

Για να προσδιοριστεί εάν υπήρχε πραγματικά βακτηριακή ή ιογενής λοίμωξη, οι ερευνητές επιβεβαίωσαν την παρουσία παθογόνων μικροοργανισμών με προηγμένες εργαστηριακές εξετάσεις για να αναζητήσουν μικροβιολογικά αποτελέσματα που ταξινομούνται ως μόνο βακτήρια, μόνο ιοί, ιός και βακτήρια ή καμία ανίχνευση.

«Γνωρίζουμε ότι ο βήχας μπορεί να αποτελεί ένδειξη σοβαρού προβλήματος. Είναι ο πιο κοινός λόγος επίσκεψης σε εξωτερικά ιατρεία που σχετίζονται με ασθένεια, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν 3 εκατομμύρια επισκέψεις σε εξωτερικά ιατρεία και περισσότερες από 4 εκατομμύρια επισκέψεις σε τμήματα επειγόντων περιστατικών ετησίως» επισημαίνει ο κ. Μερενστάιν και συμπληρώνει: «Τα σοβαρά συμπτώματα του βήχα και ο τρόπος σωστής αντιμετώπισής τους πρέπει να μελετηθούν περισσότερο, ίσως σε μια τυχαία κλινική δοκιμή, καθώς η μελέτη αυτή ήταν παρατηρησιακή και δεν έχουν γίνει τυχαίες δοκιμές που να εξετάζουν αυτό το θέμα από το 2012 περίπου».

Μια σημαντική ανησυχία για την υπερβολική χρήση αντιβιοτικών είναι η ανθεκτικότητα. Σε δήλωση που εξέδωσε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας στις 4 Απριλίου 2024 αναφέρει ότι «η ανεξέλεγκτη μικροβιακή αντοχή, λόγω της υπερβολικής χρήσης αντιβιοτικών, αναμένεται να μειώσει το προσδόκιμο ζωής και να οδηγήσει σε πρωτοφανείς δαπάνες υγείας και οικονομικές απώλειες».

Πηγή: www.newsit.gr