Παρασκευή
22
Νοέμβριος
TOP

Το βασικό «όπλο» της Ε.Ε. στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής

Η καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής είναι το καθοριστικό καθήκον της γενιάς μας. Οι φονικές πλημμύρες που κατέστρεψαν τμήματα της Ευρώπης τις τελευταίες εβδομάδες καθώς και οι δεκάδες πυρκαγιές που ξέσπασαν και στη χώρα μας προκαλώντας ανυπολόγιστη οικολογική καταστροφή, αποτελούν μία ακόμη σκληρή υπενθύμιση του τι μέλλει γενέσθαι αν δεν δράσουμε άμεσα και αποφασιστικά.

Για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής απαιτείται δράση σε παγκόσμιο επίπεδο. Μπορεί η Ε.Ε. να έχει τις υψηλότερες φιλοδοξίες για την προστασία του πλανήτη μας· αν όμως οι εταίροι μας δεν καταβάλουν προσπάθειες αντίστοιχου μεγέθους, το έργο θα είναι σισύφειο.

Η Ευρώπη βρίσκεται ήδη στην πρώτη γραμμή της μάχης κατά της κλιματικής αλλαγής, θέτοντας τον νομικά δεσμευτικό στόχο να καταστεί η πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρος έως το 2050, μειώνοντας τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στην Ε.Ε. και παγκοσμίως κατά τουλάχιστον 55% έως το 2030.

Στις 14 Ιουλίου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε δέσμη μέτρων για την υλοποίηση της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και τον μετασχηματισμό της οικονομίας προκειμένου να αντεπεξέλθει στις κλιματικές φιλοδοξίες. Τα προτεινόμενα μέτρα αποτελούν μια ολιστική και φιλόδοξη δέσμη πολιτικών για την κλιματική αλλαγή. Οι μεταρρυθμίσεις εκτείνονται από την εμπορία εκπομπών και την ενέργεια έως τη χρήση γης και τη φορολογία, ενώ κάθε πρόταση είναι συνεπής και συμπληρωματική προς τις άλλες.

Στο πλαίσιο αυτό παρουσιάστηκε και ο Μηχανισμός Συνοριακής Προσαρμογής Ανθρακα (CBAM). Στόχος του CBAM είναι: (α) να περιοριστεί ο κίνδυνος διαρροής άνθρακα (carbon leakage) για την ευρωπαϊκή βιομηχανία: 63 βιομηχανικοί κλάδοι έχουν αναγνωριστεί στην ευρωπαϊκή νομοθεσία σε κίνδυνο για διαρροή άνθρακα και (β) να μην αυξηθούν οι παγκόσμιες εκπομπές από την αντικατάσταση προϊόντων της Ε.Ε. με εισαγωγές μεγαλύτερης έντασης άνθρακα ή από τη μεταφορά της παραγωγής εταιρειών της Ε.Ε. στο εξωτερικό, εξαιτίας της αυστηροποίησης των ευρωπαϊκών απαιτήσεων στον τομέα των εκπομπών. Οι παραγωγοί τρίτων χωρών θα πρέπει να καταβάλλουν την ίδια τιμή ανθρακούχων εκπομπών με τις εταιρείες της Ε.Ε. και δεν θα τυγχάνουν λιγότερο ευνοϊκής μεταχείρισης από τους εγχώριους παραγωγούς.

Ο μηχανισμός θα παράσχει κίνητρα σε παραγωγούς τρίτων χωρών προκειμένου να υιοθετήσουν διεργασίες παραγωγής ουδέτερες ως προς τις ανθρακούχες εκπομπές με στόχο την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Η λειτουργία του θα βασίζεται στις πραγματικές εκπομπές του εκάστοτε παραγωγού. Η καταβαλλόμενη τιμή θα αντικατοπτρίζει τυχόν μείωση των ενσωματωμένων εκπομπών. H E.E. έχει μεριμνήσει ώστε ο σχεδιασμός του CBAM να συνάδει πλήρως με τους κανόνες του ΠΟΕ. Ο μηχανισμός θα εφαρμοστεί ισότιμα, χωρίς αυθαίρετες διακρίσεις εις βάρος παραγωγών τρίτων χωρών και χωρίς αδικαιολόγητους περιορισμούς στο εμπόριο.

Ο CBAM θα εφαρμοστεί αρχικά σε περιορισμένο αριθμό προϊόντων (τσιμέντο, σίδηρος, χάλυβας, αλουμίνιο, λιπάσματα και ηλεκτρική ενέργεια). Οι συγκεκριμένοι τομείς είναι υπεύθυνοι για το 45% των εκπομπών CO2 των κλάδων σε κίνδυνο για διαρροή άνθρακα στην Ε.Ε. Δεν θα τεθεί αμέσως σε ισχύ λόγω της πολυπλοκότητας της καταμέτρησης πραγματικών  ρύπων στα διάφορα προϊόντα από κάθε κατασκευαστή, αλλά θα υπάρξει μεταβατική περίοδος τριών ετών, από το 2023, κατά τη διάρκεια της οποίας οι εισαγωγείς θα υποχρεούνται μόνο να αναφέρουν τις ενσωματωμένες εκπομπές των αγαθών τους, χωρίς να καταβάλλουν οικονομική προσαρμογή. Θα γίνει αξιολόγηση το 2025 και το 2026 θα τεθεί σε ισχύ η καταβολή οικονομικού αντιτίμου από τους εισαγωγείς σταδιακά έως το 2035. Η μεταβατική φάση, σε συνδυασμό με τη σταδιακή εφαρμογή σε βάθος 10ετίας, παρέχει μια προβλέψιμη πορεία χωρίς εκπλήξεις, ώστε επιχειρήσεις και Αρχές να μπορέσουν να προετοιμαστούν και να προσαρμοστούν. Περισσότεροι κλάδοι θα ενσωματωθούν στον μηχανισμό μετά το 2030.

Οι σταθερά υψηλότερες τιμές ανθρακούχων εκπομπών αποτελούν πλέον πραγματικότητα που πρέπει να αποδεχτούμε. Είναι απαραίτητο η ευρωπαϊκή βιομηχανία να αγκαλιάσει τον κλιματικό στόχο του 55% και οι επιχειρήσεις να προσαρμοστούν σε αυτόν. Η αποστολή δεν είναι αδύνατη. Αντιθέτως, η Πράσινη Συμφωνία είναι μια τεράστια οικονομική ευκαιρία.

Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου της Ε.Ε. μειώθηκαν κατά 24% μεταξύ 1990 και 2019, ενώ η οικονομία αναπτύχθηκε κατά 60% την ίδια περίοδο. Ο βιομηχανικος τομέας μείωσε τις εκπομπές του ταχύτερα από ό,τι αναμενόταν τα τελευταία έτη, αποδεικνύοντας ότι έχει ήδη ξεκινήσει τη μετάβασή του.

Η ενίσχυση και η μεταρρύθμιση του συστήματος εμπορίας εκπομπών της Ε.Ε. (ΣΕΔΕ) σε συνδυασμό με τον CBAM είναι τα εργαλεία που θα συνδράμουν στην επίτευξη των νέων φιλόδοξων στόχων. Η δωρεάν κατανομή δικαιωμάτων θα μειωθεί σταδιακά για όλους τους κλάδους. Το ταμείο εκσυγχρονισμού θα προσφέρει χρηματοδότηση για νέες επενδύσεις της βιομηχανίας σε τεχνολογίες χαμηλών ρύπων. Επίσης, μέσω του ευρωπαϊκού μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, εξασφαλίζονται πρωτοφανείς πράσινες επενδύσεις σε όλα κράτη-μέλη.

Φυσικά, δεν διατρέχει μόνο η Ε.Ε. κίνδυνο διαρροής άνθρακα. Στην πρόσφατη συνάντηση των ηγετών του G7, ο κίνδυνος αυτός αναγνωρίστηκε ρητά και όλα τα μέρη δεσμεύτηκαν να συνεργαστούν για την αντιμετώπισή του. Λίγες εβδομάδες αργότερα, οι ηγέτες του G20 επισήμαναν τη χρησιμότητα της τιμολόγησης του άνθρακα ως εργαλείου για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Η Ε.Ε. θα συνεργαστεί στενά με τους διεθνείς εταίρους τόσο στο πλαίσιο του G20 όσο και στη διάσκεψη των μερών των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή (COP26) τον Νοέμβριο για την εξεύρεση αλληλοενισχυόμενων λύσεων, στηρίζοντας τις αναγκαία υψηλότερες παγκόσμιες κλιματικές φιλοδοξίες.

* Ο κ. Γεράσιμος Θωμάς είναι γενικός διευθυντής της Φορολογικής Επιτροπής της Ε.Ε. Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στην Καθημερινή της Κυριακής. 

πηγη