Σε σχέση με τον αντίκτυπο από τη μετάλλαξη ‘’Ο’’ είναι γεγονός ότι έχει επιβραδύνει τους ρυθμούς ανόδου των κρατήσεων, ιδιαίτερα για τη χειμερινή περίοδο στους ευρωπαϊκούς χειμερινούς προορισμούς
Την αισιοδοξία για τη σεζόν του 2022 που μπορεί να επιστρέψει σε επίπεδα προ πανδημίας εξέφρασε η διοίκηση τoυ ομίλου της TUI από το Ανόβερο με αφορμή την ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων του ομίλου για το οικονομικό έτος του 2021 (1η Οκτωβρίου 2020 με 30 Σεπτεμβρίου 2021) με το τελευταίο τρίμηνο μάλιστα της οικονομικής χρήσης έως το τέλος Σεπτεμβρίου να είναι το πρώτο κερδοφόρο για τον όμιλο από το ξέσπασμα της πανδημίας.
Σύμφωνα με τον CEO του μεγαλύτερου τουριστικού οργανισμού της Ευρώπης κ. Friedrich Joussen «αναμένουμε το καλοκαίρι του 2022 και στο peak της καλοκαιρινής σεζόν να επιστρέψουμε σε επίπεδα κρατήσεων αντίστοιχα με τα αυτά προ πανδημίας το 2019, έστω κι αν είναι αυτή την στιγμή πρόωρο να μιλήσουμε για ασφαλείς εκτιμήσεις την επόμενη χρονιά».
Ο όμιλος έχει στο πλάνο να διαθέσει ‘’πακέτα’’ στην αγορά για το χειμώνα 2021/2022 μεταξύ 60%- 80% των επιπέδων που διέθετε προ κορωνοϊού και το αν τελικά θα είναι πιο κοντά στο 60% ή το 80% θα εξαρτηθεί από την πορεία της πανδημίας και της διασποράς της μετάλλαξης ‘’Ο’’, δεδομένου ότι εν μέσω πανδημίας οι σχεδιασμοί αναθεωρούνται συνεχώς.
Μέχρι στιγμής πάντως ο όμιλος στις αγορές όπου δραστηριοποιείται έχει δεχθεί 4,1 εκατ. κρατήσεις για τη χειμερινή και την καλοκαιρινή σεζόν του 2022 (σε όλο το οικονομικό έτος του 2021 5,4 εκατ. επισκέπτες ταξίδεψαν με την TUI), και από αυτές υπολογίζεται ότι από τις 3 Οκτωβρίου μέχρι σήμερα πραγματοποιήθηκαν 1,4 εκατ. κρατήσεις.
Οι μέσες τιμές για τον χειμώνα είναι υψηλότερες κατά 15% σε σχέση με την προ κορωνοϊού περίοδο ενώ για το καλοκαίρι μπορεί να είναι ακόμη και μέχρι 23%.
Συνολικά τα έσοδα του ομίλου το οικονομικό έτος 2021 (1η Οκτωβρίου 2020 με 30 Σεπτεμβρίου 2021) ήταν στα 4,72 δισ. ευρώ, από 7,94 δις. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του οικονομικού έτους 2019/2020, ενώ ο όμιλος περιόρισε σημαντικά τα λειτουργικά του κόστη με αποτέλεσμα και τον περιορισμό των ζημιών του ομίλου στα 2,48 δις. ευρώ από 3,14 δισ. ευρώ.