Δευτέρα
25
Νοέμβριος
TOP

Καταγγελία σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου: Tι ισχύει και τι αλλαγές φέρνει το υπό διαβούλευση Εργασιακό νομοσχέδιο

Παρουσιάζουμε τι ισχύει και ποιες μεταβολές επέρχονται σε κάποια θέματα απολύσεων με έμφαση τους εργατοτεχνίτες.

  1. Λύση σύμβασης αορίστου χρόνου, όπως ισχύει σήμερα
    • Εισαγωγή

Η σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου λύεται οποτεδήποτε με καταγγελία

  • είτε από την πλευρά του εργοδότη (απόλυση)
  • είτε από την πλευρά του εργαζόμενου (παραίτηση/ οικειοθελής αποχώρηση).
    • Καταγγελία σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου από την πλευρά του εργοδότη

Η καταγγελία της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου από την πλευρά του εργοδότη διακρίνεται σε:

  1. Τακτική (με προειδοποίηση ή προμήνυση) η οποία:
  • επιφέρει τη λύση της σύμβασης μετά την πάροδο ορισμένης προθεσμίας, που κλιμακώνεται ανάλογα με την προϋπηρεσία του υπαλλήλου στον εργοδότη
  • η οφειλόμενη αποζημίωση απόλυσης μειώνεται στο ½ αυτής που θα οφειλόταν σε άτακτη καταγγελία σύμβασης και
  • εφαρμόζεται μόνο σε υπαλλήλους και
  1. Άτακτη (χωρίς προειδοποίηση) η οποία:
  • επιφέρει τη λύση της σύμβασης άμεσα, δηλαδή αφ΄ ης στιγμής το έγγραφο της καταγγελίας επιδοθεί στον εργαζόμενο,
  • η οφειλόμενη αποζημίωση δεν υπόκειται σε μείωση και
  • εφαρμόζεται τόσο σε υπαλλήλους όσο και σε εργατοτεχνίτες.
    • Προϋποθέσεις εγκυρότητας άσκησης δικαιώματος καταγγελίας σύμβασης εργασίας

Για την έγκυρη άσκηση του δικαιώματος καταγγελίας της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου απαιτείται:

  • η καταχώριση του εργαζομένου στο τηρούμενο μισθολόγιο του ασφαλιστικού φορέα ή η ασφάλιση του απολυόμενου.
  • η τήρηση έγγραφου τύπου. Δηλαδή απαραίτητος έγγραφος τύπος.
  • η καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης
    • Καταβολή αποζημίωσης
      • Χρόνος και τρόπος καταβολής της αποζημίωσης
  1. Η καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης πρέπει να γίνεται ταυτόχρονα με την καταγγελία της σύμβασης, εκτός της περίπτωσης της τακτικής καταγγελίας, όπου η καταβολή της γίνεται κατά τη λήξη του χρόνου προειδοποίησης, διαφορετικά η καταγγελία θεωρείται άκυρη.
  2. Η αποζημίωση πρέπει να καταβάλλεται ολόκληρη και δεν επιτρέπεται η μερική ή ελλιπής καταβολή της. Με την υπ’ αριθ. 26034/695/2019 Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΦΕΚ B’ 2362) θεσπίζεται η υποχρεωτική καταβολή από τους εργοδότες της αποζημίωσης απόλυσης των εργαζομένων σε λογαριασμούς πληρωμών των δικαιούχων μισθωτών.
  • Κατ’ εξαίρεση, στην περίπτωση των εργαζομένων που έχουν την ιδιότητα του υπαλλήλου και εφόσον η οφειλόμενη αποζημίωση απόλυσης είναι μεγαλύτερη των αποδοχών δύο μηνώντότε επιτρέπεται η τμηματική καταβολή της αποζημίωσης. Ειδικότερα, ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει κατά την απόλυση μέρος της αποζημίωσης που αντιστοιχεί στις αποδοχές δύο μηνών, ενώ το υπόλοιπο ποσό της αποζημίωσης καταβάλλεται σε διμηνιαίες δόσεις, κάθε μία εκ των οποίων δεν μπορεί να είναι κατώτερη των αποδοχών δύο μηνών.
    • Αποδοχές επί των οποίων υπολογίζεται η αποζημίωση

Η αποζημίωση απόλυσης υπολογίζεται με βάση:

  • την ιδιότητα του απολυόμενου ως εργατοτεχνίτη ή υπαλλήλου (ο χαρακτηρισμός σε υπάλληλο ή εργάτη εξαρτάται από το πνευματικό ή χειρωνακτικό είδος της παρεχόμενης εργασίας και όχι με τον τρόπο πληρωμής μηνιάτικο ή μεροκάματο)
  • το χρόνο υπηρεσίας του απολυόμενου στον συγκεκριμένο εργοδότη.
  • τις τακτικές αποδοχές που λαμβάνει ο εργαζόμενος υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης κατά τον τελευταίο μήνα πριν την καταγγελία

Τακτικές αποδοχές θεωρούνται ο μισθός και κάθε άλλη επιπλέον του νομίμου ή συμπεφωνημένου μισθού σταθερώς και μονίμως, ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχομένης εργασίας χορηγουμένη παροχή του τελευταίου μηνός υπό καθεστώς πλήρους απασχολήσεως. Στις αποδοχές αυτές συνυπολογίζεται, λόγω της τακτικότητας της παροχής τους (θεωρούμενων δηλαδή και αυτών ως τακτικών αποδοχών), και η ποσοστιαία μηνιαία αναλογία των επιδομάτων εορτών και αδείας που προβλέπονται από την αριθμ. 19040/1981 (Β΄ 742) Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και από την παρ. 16 του άρθρου 3 του Ν.4504/1966 (Α΄ 57) αντίστοιχα, η οποία (αναλογία) τις προσαυξάνει κατά το 1/6.

  • Αποσβεστικές προθεσμίες
    • Άσκηση της αξίωσης προς καταβολή της οφειλομένης αποζημίωσης

Με τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 εδαφ. α` του ν. 3198/1955 προβλέπεται εξάμηνη αποσβεστική προθεσμία για την άσκηση της αξίωσης προς καταβολή της οφειλομένης αποζημίωσης λόγω καταγγελίας της συμβάσεως παροχής εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου. Αφετηρία για την έναρξη της προθεσμίας αυτής αποτελεί η ημέρα κατά την οποία η αξίωση κατέστη απαιτητή.

  • Αξιώσεις του εργαζομένου που πηγάζουν από την άκυρη καταγγελία

Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 1 του ν.3198/1955, οι αξιώσεις του εργαζομένου που πηγάζουν από την άκυρη καταγγελία πρέπει να ασκούνται εντός τριμήνου από τη λύση της εργασιακής σύμβασης. Σε περίπτωση καταβολής της αποζημίωσης σε δόσεις η έναρξη της τρίμηνης προθεσμίας είναι από τότε που έγινε απαιτητή κάθε δόση. Η καθυστέρηση δόσης συνεπάγεται ακυρότητα της καταγγελίας, μη αρκούσης μεταγενέστερης καταβολής. Αν ο εργαζόμενος αρνείται να εισπράξει την αποζημίωση, ο εργοδότης υποχρεούται σε δημόσια κατάθεση εντός ευλόγου χρόνου.

  1. Μεταβολές στα θέματα απόλυσης με νομοσχέδιο
    • Εισαγωγή

Με το άρθρο 63 του νομοσχεδίου:

  • Καταργείται κάθε διάκριση μεταξύ υπαλλήλων και εργατοτεχνιτών αναφορικά με
  • την προθεσμία προμήνυσης και
  • την καταγγελία των συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας.
  • Ο ν. 2112/1920 (Α’ 67), ο ν. 3198/1955 (Α’ 98) και κάθε άλλη διάταξη που διέπει την καταγγελία της σύμβασης ή σχέσης εργασίας των υπαλλήλωνεφαρμόζονται και επί των εργατοτεχνιτών.
  • Για την εφαρμογή του παρόντος, ως μηνιαίος μισθός του εργατοτεχνίτη λογίζονται τα είκοσι δύο (22) ημερομίσθια.

Η πιο πάνω παρ. 1.2 διαμορφώνεται, μετά την δημοσίευση του νόμου ως εξής:

  • Καταγγελία σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου από την πλευρά του εργοδότη

Η καταγγελία της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου από την πλευρά του εργοδότη διακρίνεται σε:

  1. Τακτική (με προειδοποίηση ή προμήνυση) η οποία:
  • επιφέρει τη λύση της σύμβασης μετά την πάροδο ορισμένης προθεσμίας, που κλιμακώνεται ανάλογα με την προϋπηρεσία του υπαλλήλου στον εργοδότη
  • η οφειλόμενη αποζημίωση απόλυσης μειώνεται στο ½ αυτής που θα οφειλόταν σε άτακτη καταγγελία σύμβασης και
  • εφαρμόζεται τόσο σε υπαλλήλους όσο και σε εργατοτεχνίτες.
  1. Άτακτη (χωρίς προειδοποίηση) η οποία:
  • επιφέρει τη λύση της σύμβασης άμεσα, δηλαδή αφ΄ ης στιγμής το έγγραφο της καταγγελίας επιδοθεί στον εργαζόμενο,
  • η οφειλόμενη αποζημίωση δεν υπόκειται σε μείωση και
  • εφαρμόζεται τόσο σε υπαλλήλους όσο και σε εργατοτεχνίτες.

H περίπτωση iii. της παρ. 1.4.1. πιο πάνω από την ισχύ της διάταξης, προβλέπει τα παρακάτω:

Κατ’ εξαίρεση, στην περίπτωση των εργαζομένων που η οφειλόμενη αποζημίωση απόλυσης είναι μεγαλύτερη των αποδοχών δύο μηνώντότε επιτρέπεται η τμηματική καταβολή της αποζημίωσης.

Ειδικότερα, ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει κατά την απόλυση μέρος της αποζημίωσης που αντιστοιχεί στις αποδοχές δύο μηνών, ενώ το υπόλοιπο ποσό της αποζημίωσης καταβάλλεται σε διμηνιαίες δόσεις, κάθε μία εκ των οποίων δεν μπορεί να είναι κατώτερη των αποδοχών δύο μηνών.

  • Συγκριτικός πίνακας αποζημίωσης εργατοτεχίτη με 16 χρόνια προϋπηρεσίας σήμερα και μετά την ισχύ των νέων διατάξεων.

[

  • Δυνατότητα εργοδότη να μην δεχτεί τον εργαζόμενο στις εγκαταστάσεις του σε περίπτωση προειδοποίησης.

Με την κοινοποίηση της καταγγελίας σύμβασης εξαρτημένης εργασίας με προειδοποίηση ο εργοδότης:

  • δύναται να απαλλάξει τον εργαζόμενο από την υποχρέωση παροχής της εργασίας του, μερικώς ή πλήρως.
  • υποχρεούται να καταβάλει στον εργαζόμενο τις αποδοχές του πλήρως μέχρι την εκπνοή του χρόνου προειδοποίησης και δεν καθίσταται υπερήμερος ως προς την αποδοχή της εργασίας.
  1. Προστασία από τις απολύσεις

Παραμένουν οι υφιστάμενες περιπτώσεις ακυρότητας (π.χ. απόλυση που οφείλεται σε δυσμενή διάκριση λόγω φύλου, πεποιθήσεων, σεξουαλικού προσανατολισμού, αναπηρίας, συνδικαλιστικής δράσης, λόγω άρνησης πρότασης για διευθέτηση του χρόνου εργασίας, κ.ά.)

Διευρύνεται η λίστα των περιπτώσεων της άκυρης απόλυσης, η οποία οδηγεί σε επαναπασχόληση (επιστροφή του εργαζόμενου στην εργασία του) και καταβολή των μισθών υπερημερίας (για την περίοδο από την απόλυση μέχρι την επαναπασχόληση).

Συγκεκριμένα, προστίθενται στις άκυρες οι απολύσεις:

  • Όταν γίνονται επειδή ο εργαζόμενος άσκησε οποιοδήποτε νόμιμο δικαίωμά του (μέχρι σήμερα η επαναπρόσληψη ήταν στην κρίση του Δικαστηρίου).
  • Για άσκηση των δικαιωμάτων σε περίπτωση βίας και παρενόχλησης
  • Του πατέρα νεογεννηθέντος τέκνου
  • Εργαζομένων που έλαβαν ή ζήτησαν οποιαδήποτε άδεια
  • Εργαζομένων που δεν υπέκυψαν σε πίεση του εργοδότη να υποβάλουν αίτημα για διευθέτηση
  • Τηλεργαζομένων που άσκησαν το δικαίωμα αποσύνδεσης
  1. Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης

Θεσπίζεται και σε αυτή την περίπτωση αντιστροφή του βάρους της απόδειξης: «Αν, απολυθείς εργαζόμενος αποδείξει ενώπιον δικαστηρίου πραγματικά περιστατικά ικανά να στηρίξουν την πεποίθηση ότι η απόλυσή του είναι άκυρη, εναπόκειται στον εργοδότη να αποδείξει ότι η απόλυση είναι έγκυρη».

  1. Δυνατότητα του δικαστηρίου να επιδικάσει πρόσθετη αποζημίωση αντί επαναπρόσληψη

Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις το δικαστήριο, αντί οποιασδήποτε άλλης συνέπειας, μετά από αίτημα είτε του εργαζομένου είτε του εργοδότη, επιδικάζει υπέρ του εργαζομένου πρόσθετη αποζημίωση που δεν μπορεί να είναι μικρότερη από τις αποδοχές 3 μηνών, ούτε μεγαλύτερη από το διπλάσιο της νόμιμης αποζημίωσης. Αν δεν υποβληθεί αίτημα από καμία πλευρά τότε το δικαστήριο μπορεί να διατάξει επαναπρόσληψη και σε αυτές τις περιπτώσεις.

Παλαιολόγος Ι. Λιάζος

Οικονομολόγος – Εργασιακός Σύμβουλος

ot.gr