Οταν «βαράει κανόνι» μια εταιρεία που φέρνει στη χώρα το 15% του τουρισμού ετησίως (περί τα 3 εκατομμύρια Βρετανούς) όπως η Thomas Cook, τότε η κυβέρνησή της απλά τρέχει.
Το έκανε λοιπόν ικανοποιητικά τις πρώτες ώρες, από το Μέγαρο Μαξίμου ως το υπουργείο Τουρισμού, αλλά θεωρώ ότι το παράδειγμα αυτό της κρίσης ενός κλάδου και της σοβαρής αντιμετώπισης του προβλήματος από μια κυβέρνηση θα πρέπει να επεκταθεί παντού. Ετσι «γίνεται η διαφορά» μεταξύ μιας κανονικής πολιτείας που επικοινωνεί με τις επιχειρήσεις και νοιάζεται για το αποτέλεσμα και δρα συντεταγμένα, σε αντίθεση με τους Φλαμπουράρηδες με το φραπέ ανά χείρας που κάνουν νταραβέρια.
Είναι υποχρέωση λοιπόν της κυβέρνησης όταν συμβαίνει κάτι αρνητικό σε έναν κλάδο να «πέφτουν πάνω» και να βοηθάνε τους επιχειρηματίες – ειδικά τους μεσαίους και μικρούς. Οπως είναι αναγκαίο να λειτουργούν έτσι και οι τραπεζίτες, που ως τώρα κάνουν ακριβώς το αντίθετο είτε λόγω του «φόβου του εισαγγελέα» που εφευρέθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ για την εξόντωση των πολιτικών του αντιπάλων και όχι για την απονομή δικαιοσύνης είτε λόγω της αδιαφορίας ή και της κακεντρέχειας των ξένων που ανακατεύονται σε αυτές. Φτάσαμε από το ένα άκρο στο άλλο στην Ελλάδα (ως συνήθως), είπαμε να μην ελέγχονται οι τράπεζες από τους διαπλεκόμενους επιχειρηματίες, αλλά εδώ πήγαμε στους ξένους τιμωρούς-μέλη των συμβουλίων στα πιστωτικά ιδρύματα που απλώς μισούν ό,τι ελληνικό πλην του παχυλού μισθού τους και του ήλιου της Ελλάδας.
Δεν μπορεί να τρώνε φέσι 230 εκατ. ευρώ από την Thomas Cook μερικές δεκάδες Ελληνες ξενοδόχοι ή ταξιδιωτικά γραφεία που συνεργάζονται και να τους αφήνει η τράπεζά τους χωρίς βοήθεια γιατί απλά όσοι εξ αυτών δεν αντέξουν θα μετακυλίσουν το φέσι στις ίδιες τις τράπεζες. Ετσι έγινε τα τελευταία δέκα χρόνια της κρίσης και τα… γκρίζα ή ροζ δάνεια χιλιάδων επιχειρήσεων έγιναν κατακόκκινα και έπεσαν στο κεφάλι των τραπεζών, οι οποίες στη συνέχεια με τις ανακεφαλαιοποιήσεις τα φόρτωσαν στον κόσμο.
Αυτό συνέβη γιατί οι δανειστές, σε συνδυασμό με την ασχετοσύνη της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ (του Βαρουφάκη που έκλεισε τις ελληνικές τράπεζες, αλλά είχε τα λεφτά του στην Ελβετία), ακολουθώντας τη λογική της Ιεράς Εξέτασης (στα τραπεζικά και χρηματοοικονομικά) στέρεψαν από κεφάλαια κίνησης την αγορά και απλά έριξαν σχεδόν το 40% των ελληνικών επιχειρήσεων.
Ολα αυτά πρέπει να αλλάξουν, και ασφαλώς μπορεί να γίνει αφού η χώρα δεν είναι σε μνημόνιο, αλλά κυρίως κυβερνάται πλέον από ανθρώπους που καταλαβαίνουν πώς μπορεί να αναπτυχθεί μια χώρα και όχι να καταστραφούν οι πολιτικοί τους αντίπαλοι για να κυβερνούν αυτοί.
Αν το καταφέρουν -έστω και εν μέρει-, θα έχουν κάνει καλό και στη χώρα και στον εαυτό τους, αλλά και στους πολιτικούς τους αντιπάλους, γιατί κι εκείνοι με τη σειρά τους θα αναγκαστούν να προσαρμοστούν. «Μπορεί η διακυβέρνηση Μητσοτάκη να “σπρώξει προς τα μπροστά” τον Τσίπρα και το κόμμα του;», θα αναρωτηθεί κάποιος.
Η απάντηση είναι ξεκάθαρα ναι αν επιτύχει στα ζητήματα της οικονομίας, δηλαδή της ανάπτυξης και της καθημερινότητας των πολιτών. Τι θα κάνει ο Τσίπρας άραγε αν η οικονομία παράγει καλύτερα και η κοινωνία το εισπράττει, θα «παράγει» Novartis με τη βοήθεια της «τρίτης συνιστώσας» της Ν.Δ.;