Παρά τη δύσκολη περσινή χρονιά και τους τριγμούς που έχει προκαλέσει παγκοσμίως η πανδημία του κορονοϊού, η φετινή λίστα του Forbes με τις μεγαλύτερες εισηγμένες εταιρείες του πλανήτη δεν στερείται ελληνικής παρουσίας. Στη λίστα “Global 2000” για το 2021, η Ελλάδα έχει πέντε συμμετοχές, όλες τους από τον τραπεζικό κλάδο.
Την υψηλότερη θέση μεταξύ των ελληνικών συμμετοχών καταλαμβάνει η Εθνική Τράπεζα, που “φιγουράρει” στη θέση 1.706 της κατάταξης, ενώ ακολουθεί η Τράπεζα Πειραιώς στο Νο. 1.730. Με μικρή διαφορά έπεται η Alpha Bank (1.735η θέση) και λίγο πιο πίσω η Eurobank (1.749η), ενώ την ελληνική πεντάδα συμπληρώνει η Τράπεζα της Ελλάδος που βρίσκεται στο No. 1.933 της λίστας.
Η VW “εκθρόνισε” τη Shell και έγινε η μεγαλύτερη εισηγμένη της Ευρώπης
Εν τω μεταξύ, καθώς ο πλανήτης παλεύει να ανακάμψει από την πανδημία του κορονοϊού, που για περισσότερο από έναν χρόνο ταλανίζει οικονομίες και επιχειρηματικούς κλάδους, η αυτοκινητοβιομηχανία Volkswagen αναρριχήθηκε στην πρώτη θέση της Ευρώπης στην φετινή λίστα του Forbes Global 2000, με τις μεγαλύτερες και πιο επιτυχημένες εισηγμένες στον κόσμο.
Η Volkswagen, η οποία διαδέχθηκε τη Royal Dutch Shell στην πρώτη θέση των ευρωπαϊκών εταιρειών, είναι η αυτοκινητοβιομηχανία της ηπείρου, έχοντας στο χαρτοφυλάκιό της μάρκες σπορ αυτοκινήτων όπως οι Audi, Bentley και Lamborghini, την ομώνυμη μάρκα δημοφιλών αυτοκινήτων, αλλά και μάρκες επαγγελματικών οχημάτων, όπως οι Scania και MAN. Η αξίας άνω των 145 δισ. δολαρίων αυτοκινητοβιομηχανία, μπήκε δυναμικά στο 2021: οι πωλήσεις της τους πρώτους τρεις μήνες του έτους σημείωσαν άνοδο 13% σε σχέση με τον αντίστοιχο περσινό διάστημα, φτάνοντας σχεδόν τα 79 δισ. δολάρια (62,4 δισ. ευρώ).
Τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία ακολουθεί η γαλλική τράπεζα BNP Paribas, ο γίγαντας τροφίμων και ποτών Nestlé, η βρετανική HSBC Holdings και η επίσης γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία Daimler.
Η Nestlé, που πέρυσι κατέλαβε την 6η θέση στην Ευρώπη, σκαρφάλωσε φέτος τρεις θέσεις υψηλότερα μεταξύ των ευρωπαϊκών εταιρειών και αξίζει περισσότερα από 330 δισ. δολάρια. H ελβετική εταιρεία των ζαχαρωδών KitKat και του καφέ Nescafé αντιμετώπισε τη “φουρτούνα” της πανδημία σχετικά καλά χάρη στις κατηγορίες υψηλής ανάπτυξης που βοήθησαν στην αντιστάθμιση της μείωσης των πωλήσεων σε εστιατόρια και καφετέριες. Τον Φεβρουάριο, η εταιρεία ανακοίνωσε τον υψηλότερο ρυθμό αύξησης πωλήσεων σε διάστημα πέντε ετών, χάρη στην εκρηκτική άνοδο των πωλήσεων βιταμινών και προϊόντων φροντίδας κατοικίδιων λόγω πανδημίας.
Η Volkswagen, όμως, δεν είναι η μόνη αυτοκινητοβιομηχανία της Γερμανίας που επωφελήθηκε από την αύξηση των πωλήσεων αυτοκινήτων. Η Daimler, μητρική εταιρεία της Mercedes Benz, κατέλαβε την 5η θέση μεταξύ των μεγαλύτερων εισηγμένων εταιρειών της Ευρώπης, ανεβαίνοντας φέτος στη 41η θέση της παγκόσμιας λίστας, από το νούμερο 326 που βρισκόταν πέρυσι. Οι ταξινομήσεις νέων αυτοκινήτων στην Ευρώπη σημείωσαν τον Μάρτιο αύξηση 87,3% σε ετήσια βάση, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης Κατασκευαστών Αυτοκινήτων.
Οι φαρμακευτικές εταιρείες επίσης σκαρφάλωσαν υψηλότερα στη φετινή λίστα. Η γαλλική Sanofi ανέβηκε 45 σκαλοπάτια και βρέθηκε στην 72η θέση παγκοσμίως, ενώ η ελβετική πολυεθνική Roche αναρριχήθηκε από το No. 74 στην 60ή θέση της παγκόσμιας κατάταξης.
Ο μεγαλύτερος όμιλος πολυτελών ειδών στον κόσμο, η γαλλική LVMH, που εμφανίστηκε στη λίστα Global 2000 για πρώτη φορά πέρυσι, σκαρφάλωσε επίσης στο Νο. 64 στον κόσμο. Τον Απρίλιο, η εταιρεία ανακοίνωσε αύξηση εσόδων κατά 32% για το πρώτο τρίμηνο του 2021, στα 16,7 δισ. δολάρια (14 δισ. ευρώ), ξεπερνώντας τα μεγέθη του 2019.
Όπως και ο υπόλοιπος πλανήτης, η Ευρώπη χτυπήθηκε σκληρά από τον κορονοϊό, ενώ κατέστη το επίκεντρο της πανδημίας κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους. Ο οικονομικός αντίκτυπος είναι επίσης τρομακτικός: Το 2020, το ΑΕΠ της ευρωζώνης συρρικνώθηκε κατά 6,6% και της Ευρωπαϊκή Ένωσης κατά 6,2%, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Παρά το αργό ξεκίνημα της ηπείρου όσον αφορά τις διανομές εμβολίων, τα lockdowns σε ορισμένες χώρες χαλαρώνουν πλέον, ενώ την τρέχουσα εβδομάδα οι μεγαλύτερες ευρωπαϊκές χώρες υπέβαλαν τα σχέδιά τους για την αξιοποίηση των πόρων που τους αναλογούν από το πενταετές πακέτο χρηματοδότησης της ΕΕ, ύψους περίπου 973 δισ. δολαρίων (800 δισ. ευρώ), που έχει στόχο να βοηθήσει την ήπειρο να ανακάμψει από την υγειονομική κρίση.
Στη πρώτη δεκάδα των μεγαλύτερων εισηγμένων εταιρειών της Ευρώπης περιλαμβάνονται επίσης η Deutsche Telekom στο No. 44 της παγκόσμιας κατάταξης, η ασφαλιστική εταιρεία AXA στην 54η θέση και η αυτοκινητοβιομηχανία Bayerische Motoren Werke στη θέση 61.
Καλές επιδόσεις εμφάνισαν, επίσης, οι μεγάλες τράπεζες της Ευρώπης, λόγω των ισχυρών λειτουργικών μεγεθών εν μέσω της γενικότερης αναταραχής και των αυξανόμενων εκτιμήσεων για τον πληθωρισμό που έχει προκαλέσει η επανεκκίνηση της οικονομικής δραστηριότητας παγκοσμίως. Η γαλλική BNP Paribas (Νο. 30), η βρετανική HSBC (Νο. 40), η ελβετική UBS (Νο. 79) και η ισπανική Intesa Sanpaolo (Νο. 82) σκαρφάλωσαν στη φετινή κατάταξη και εισήλθαν στις κορυφαίες 100 εισηγμένες εταιρείες του πλανήτη.
“Βουτιά” για τις εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου
Αντίθετα, “ελεύθερη πτώση” στη φετινή λίστα σημείωσαν οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου, λόγω της κατακόρυφης πτώσης που σημείωσαν οι τιμές των καυσίμων, εξέλιξη που έπληξε τις τιμές των μετοχών τους στο ταμπλό και οδήγησε σε σημαντικές απώλειες κερδών.
Η Royal Dutch Shell κατρακύλησε την 21η θέση πέρυσι, στο Νο. 324 στη φετινή παγκόσμια κατάταξη, καθώς η πανδημία του κορονοϊού εκμηδένισε την κατανάλωση βενζίνης, με εκατομμύρια ανθρώπους να μένουν κλεισμένοι στα σπίτια τους και να σταματούν τα ταξίδια. Τον Σεπτέμβριο, η Shell ανακοίνωσε ότι θα προβεί σε 9.000 απολύσεις μέχρι το 2022. Ο γαλλικός ενεργειακός κολοσσός Total κατρακύλησε επίσης από το Νο. 29 στην 344η θέση της συνολικής κατάταξης, ενώ η ρωσική Gazprom έπεσε από την 32η θέση στο Νο. 367 και η “ομόσταβλή” της LukOil OAO από την 99η θέση στο Νο. 467.
Η πανδημία επηρέασε, όμως, και σχεδόν όλους τους υπόλοιπους επιχειρηματικούς τομείς, από την κατανάλωση μπύρας έως τη βιομηχανία χημικών. Ο εταιρεία Anheuser-Busch InBev, ιδιοκτήτριας της μπύρας Budweiser, έπεσε από το No. 56 στη θέση 377 της φετινής λίστας, ενώ ο γερμανικός κολοσσός φαρμάκων και χημικών Bayer από την 102η θέση υποχώρησε στο No. 492, ενώ η επίσης γερμανική βιομηχανία χημικών BASF κατρακύλησε στην 421η θέση από την 107η που βρισκόταν πέρυσι.
Για την κατάρτιση της λίστας Global 2000 το Forbes χρησιμοποίησε στοιχεία της FactSet Research για να κατατάξει τις μεγαλύτερες εισηγμένες εταιρείες του πλανήτη με βάση τέσσερα κριτήρια: τις πωλήσεις τους, τα κέρδη τους, τα περιουσιακά στοιχεία και την κεφαλαιοποίησή τους. Ο υπολογισμός της χρηματιστηριακής αξίας των εταιρειών έγινε με βάση τις τιμές κλεισίματος των μετοχών της στις 16 Απριλίου 2021. Όλα τα μεγέθη είναι εκπεφρασμένα σε δολάρια ΗΠΑ.