Τι συμβαίνει στην Τουρκία; Καταρρέει η οικονομία της; Ο Ερντογάν θα θελήσει να εξαγάγει την εσωτερική κρίση με επιθετικές κινήσεις έναντι της Ελλάδας; Ποια θα είναι η επόμενη ημέρα στη γείτονα αν αποχωρήσει ο Τούρκος πρόεδρος;
Τα ερωτήματα μοιάζουν αυτονόητα, οι απαντήσεις όχι και τόσο. Σε ένα πολύπλοκο διεθνές γεωπολιτικό σκηνικό, όπως διαμορφώνεται σήμερα, τα πράγματα δεν είναι πάντοτε όπως θέλουμε ή όπως ελπίζουν ενδεχομένως κάποιοι.
Το iefimerida.gr απευθύνθηκε στον κ. Κωνσταντίνο Φίλη, αναπληρωτή καθηγητή Διεθνών Σχέσεων στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδας και αναλυτή διεθνών θεμάτων του ANT1, προκειμένου να σχηματίσουμε μια εμπεριστατωμένη άποψη για το τι πραγματικά συμβαίνει στη γειτονική χώρα.
Ο Κ. Φίλης εξηγεί γιατί ο Ερντογάν κάνει εκ πρώτης όψεως αλλοπρόσαλλες κινήσεις, εμμένοντας στα χαμηλά επιτόκια, και αποκαλύπτει τον μύχιο στόχο του. Ταυτόχρονα, ωστόσο, διαμηνύει ότι η Τουρκία «είναι πολύ μεγάλη για να την αφήσουν να καταρρεύσει», καθώς το τραπεζικό της σύστημα έχει πωληθεί κατά το ήμισυ σε ξένους επενδυτές. Επισημαίνει ότι οι «ενέσεις» Αμερικανών, Καταριανών και άλλων δεν θα βοηθήσουν ουσιαστικά στην ανάκαμψη της τουρκικής οικονομίας, ενώ προβλέπει ότι ο Ερντογάν δεν θα εξαγάγει την κρίση στην Ελλάδα, αλλά προειδοποιεί για τον κίνδυνο που διατρέχει η Κύπρος. Τέλος, ξεδιπλώνει το κακό και το πολύ κακό σενάριο για τη χώρα μας, την επόμενη ημέρα της διαδοχής Ερντογάν.
Ακολουθεί η συνέντευξη με τον Κωνσταντίνο Φίλη:
Πού οφείλεται η οικονομική κρίση στην Τουρκία αυτή τη στιγμή; Βλέπουμε υψηλότατο πληθωρισμό, ουρές για ένα καρβέλι ψωμί…
Οφείλεται σε δύο λόγους, που συνδέονται μεταξύ τους. Κατ’ αρχάς, σε μια εμμονή του προέδρου Ερντογάν να επιβάλει την πολιτική των χαμηλών επιτοκίων σε μία οικονομία όπου ο πληθωρισμός καλπάζει. Μια εντελώς ανορθόδοξη οικονομική πολιτική, όμως ο Τούρκος πρόεδρος πιστεύει ότι θα αποδώσει καρπούς και ενδεχομένως στοχεύει με αυτή να μπει το όνομά του δίπλα στα ονόματα πολύ μεγάλων οικονομολόγων, που έχουν αφήσει ανεξίτηλη τη σφραγίδα τους στην Ιστορία.
Γιατί θέλει πολύ χαμηλά επιτόκια; Πρώτον, για τον φθηνό δανεισμό. Βέβαια, το ερώτημα εδώ είναι, όταν ο μέσος Τούρκος δεν έχει δυνατότητα να αγοράσει τα βασικά αγαθά, κατά πόσο ενδιαφέρεται για τα χαμηλά επιτόκια που προσφέρουν οι τράπεζες.
Το δεύτερο είναι για να προσελκύσει τουρίστες. Είναι πολύ λογικό αυτό και πράγματι η Τουρκία θα πετύχει σε αυτό, όχι όμως εν μέσω πανδημίας, που δημιουργεί εκ των πραγμάτων περιορισμούς.
Και το τρίτο για να αυξήσει τις εξαγωγές. Πράγματι, υπάρχει μια αύξηση στις εξαγωγές και θα υπάρξει και ακόμη μεγαλύτερη. Ωστόσο, το πρόβλημα είναι ότι η Τουρκία τα τελευταία πολλά χρόνια έχει πολύ περισσότερες εισαγωγές από εξαγωγές. Οπότε, δεδομένου ότι οι εισαγωγές γίνονται σε ξένο νόμισμα, ανεβαίνει ακόμη περισσότερο το κόστος.
Συνεπώς, και στα τρία αυτά ο Ερντογάν δεν νομίζω ότι θα πετύχει τους στόχους του, γιατί οι ίδιες οι εξελίξεις τον προλαβαίνουν.
Βέβαια, έχει και μια άλλη στόχευση: Θέλει να καταστήσει την Τουρκία μια οιονεί Κίνα της περιοχής, που θα προσφέρει τα εξής δύο πράγματα: Το είναι είναι φθηνά εργατικά χέρια με πολύ κακούς όρους για τους εργαζόμενους, με καταπατήσεις εργατικών νόμων κ.λπ. Το δεύτερο είναι ότι, αντιλαμβανόμενος ότι η Δύση θέλει να περιορίσει την εξάρτησή της από χώρες όπως η Κίνα και αναζητεί τρόπους να έχει αλυσίδες τροφοδοσίας που να είναι πιο ασφαλείς και αξιόπιστες, θέλει να παίξει τον ρόλο μιας μικρής Κίνας και σε αυτό το πεδίο. Δηλαδή, να προσελκύσει κυρίως δυτικές, ευρωπαϊκές επενδύσεις, για να μπορεί να παρέχει με μεγαλύτερη ασφάλεια, αξιοπιστία και μικρότερη απόσταση, προϊόντα στα οποία η Κίνα αυτή τη στιγμή έχει μεγάλη υπεροχή. Όπως ας πούμε συνέβη με την κρίση της πανδημίας και τα αντιβιοτικά και τα παράγωγά τους, όπου Αμερικανοί και Ευρωπαίοι διαπίστωσαν πόσο πολύ εξαρτημένοι είναι από την Κίνα. Όμως, για να συμβούν όλα αυτά, επειδή το δεύτερο σκέλος της επιθυμίας του Ερντογάν είναι μακροπρόθεσμο, θα πρέπει η οικονομία να ξαναγίνει κανονική. Και εξαιτίας της εμμονής Ερντογάν στα χαμηλά επιτόκια είναι πάρα πολύ δύσκολο να συμβεί κάτι τέτοιο.
Τονίζω, δε, ότι, υπό τις παρούσες συνθήκες, τα εξοπλιστικά προγράμματα της Τουρκίας, συμπεριλαμβανομένων όσων υπέγραψε με την Ισπανία, είναι στον αέρα.
Εδώ αξίζει να σημειώσουμε και κάτι ακόμη: Στις αρχές του χρόνου, η Αμερικανική Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να αυξήσει τα επιτόκια. Και αυτό θα είναι μια πάρα πολύ αρνητική εξέλιξη για το τουρκικό νόμισμα, που θα προστεθεί στην ήδη αρνητική πορεία που ακολουθεί. Όμως ο Ερντογάν επιμένει, και αυτός ο συνδυασμός είναι εκρηκτικός για την τουρκική οικονομία. Αλλά σπεύδω να σημειώσω ότι αυτό δεν σημαίνει ότι θα καταρρεύσει η τουρκική οικονομία.
Όπως τα εξηγείτε, υπάρχει μια λογική στις κινήσεις Ερντογάν -όσο ανορθόδοξες και αν είναι-, αποτυπώνεται μια στόχευση εν πάση περιπτώσει, έστω μακροπρόθεσμη. Από την άλλη, η τουρκική οικονομία έχει ανάπτυξη πολύ μεγάλη, 7,4% το τρίτο τρίμηνο. Αυτό όμως δεν έχει αντανάκλαση στον μέσο Τούρκο πολίτη. Γιατί εκτιμάτε ότι δεν θα καταρρεύσει η τουρκική οικονομία ή ο ίδιος ο Ερντογάν σε πολιτικό επίπεδο;
Κατ’ αρχάς, είναι εξαιρετικό το ερώτημα, γιατί βάζει τα θέματα στη σωστή τους διάσταση. Η ανάπτυξη αυτή έχει γίνει με κόστος. Και έχει επωφεληθεί η Τουρκία από την υποτίμηση της λίρας για να έχει αυτούς τους ρυθμούς ανάπτυξης. Το κόστος όμως στον μέσο πολίτη είναι πολύ υψηλό. Και αυτό αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις. Αυτοί που πλήττονται περισσότερο είναι οι ψηφοφόροι του Ερντογάν. Είναι αυτοί που ο Τούρκος πρόεδρος έβγαλε από το πολιτικό και κοινωνικό περιθώριο δεκαετιών, που τους είχαν τοποθετήσει οι κεμαλιστές, τους έβαλε στο παιχνίδι, δημιούργησε και διεύρυνε τη μεσαία τάξη, την οποία προσπαθεί αυτή τη στιγμή να μη χάσει.
Να πούμε εδώ ότι οι Τούρκοι είναι ένας πειθαρχημένος λαός, ο οποίος αντέχει και ανέχεται περισσότερα από όσα οι λαοί της Δύσης, ακόμη κι εμείς οι Ελληνες. Κι αυτό είναι κάτι το οποίο γνωρίζει ο Ερντογάν. Οι Τούρκοι οι οποίοι εξακολουθούν σήμερα να θεωρούν τον Ερντογάν ως ευεργέτη τους, τις δυσκολίες αυτές τις αποδίδουν ή τις χρεώνουν, αν προτιμάτε, εκεί που τους λέει ο Ερντογάν: Στο διεθνές καπιταλιστικό σύστημα, σε ξένες δυνάμεις, οι οποίες συμμαχούν με δυνάμεις στο εσωτερικό της Τουρκίας και πολεμούν τον Τούρκο πρόεδρο. Βλέπετε, ο Ερντογάν έχει πείσει μια μερίδα των Τούρκων ότι δίνει έναν δικό του πόλεμο της ανεξαρτησίας για χάρη της χώρας του. Λέει ο Τούρκος πρόεδρος ότι «εγώ δεν θέλω να είμαι εξαρτημένος από καμία τρίτη χώρα (ΗΠΑ), είτε θεσμό (ΕΕ) που να μου υποδεικνύει τι θα κάνω». Ταυτόχρονα, διακηρύσσει ότι θέλει οικονομική ανεξαρτησία στο εσωτερικό, ισχυριζόμενος ότι πηγαίνει κόντρα στα «γεράκια», στους μεγαλοτραπεζίτες και όλους αυτούς που νέμονται τον πλούτο των κρατών, δίνοντας την προσωπική του μάχη, «και ακριβώς επειδή δεν με θέλουν με πολεμούν και επειδή με πολεμούν είναι τέτοια η κατάσταση της οικονομίας». Δηλαδή, ο Ερντογάν υποστηρίζει ότι όλο αυτό είναι μία τεχνητή κατάσταση, που έχει προκύψει από τον πόλεμο τον οποίο υποτίθεται ότι δίνει ο ίδιος με το μεγάλο κεφάλαιο και όλους αυτούς τους διεθνείς οργανισμούς που δεν θέλουν τις χώρες ανεξάρτητες.
Δεν είναι στο στόχαστρο των αγορών η Τουρκία;
Είναι στο στόχαστρο, αλλά το θέμα είναι γιατί… Αν ο ίδιος έχει προκαλέσει αυτή την κρίση. Εδώ έχουμε ένα οξύμωρο: Ο Ερντογάν επικαλείται ότι η κρίση αυτή είναι τεχνητή, προερχόμενη από το εξωτερικό, αλλά στην πραγματικότητα ο ίδιος έχει προκαλέσει αυτή την κρίση. Υπάρχει και ένα επιπλέον στοιχείο: Αυτό που συμβαίνει σήμερα δίνει τη δυνατότητα σε ξένους επενδυτές -κυρίως από την Ανατολή και όχι από τη Δύση- να «αγοράζουν Τουρκία μπιρ παρά». Το ρίσκο είναι σχετικά μικρό, διότι όλοι αντιλαμβάνονται ότι η Τουρκία είναι πολύ μεγάλη για να την αφήσουν να καταρρεύσει.
Αυτή τη στιγμή το μισό και παραπάνω τραπεζικό σύστημα έχει πωληθεί σε ξένους, είτε σε Άραβες, είτε σε Ισπανούς και σε Ιταλούς. Οι Ισπανοί έχουν βαθμό έκθεσης άνω των 60 δισ. ευρώ σε τουρκικές τράπεζες. Με αυτόν τον τρόπο ο Ερντογάν, ναι μεν βάζει απέναντί του τις αγορές, ναι μεν δημιουργεί αναξιοπιστία στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό στερέωμα που του κοστίζει γιατί του αυξάνει τα spreads και γιατί έχει σοβαρό πρόβλημα δανεισμού η χώρα του, από την άλλη όμως δίνει τη δυνατότητα σε ορισμένους να μπουν στην Τουρκία και να αγοράσουν σε σχετικά χαμηλές τιμές και με μάλλον περιορισμένο ρίσκο. Αυτό έκαναν οι Αμερικανοί με τα 10 δισ., οι Καταριανοί με τα 15 δισ., οι Κινέζοι με το swap των μετοχών με τα 6 δισ., αυτό ενδεχομένως να κάνουν και οι Σαουδάραβες ή και κάποιοι άλλοι. Μόνο που όλα αυτά μαζί δεν μπορούν να ανατρέψουν την κατάσταση που επικρατεί αυτή τη στιγμή στην Τουρκία.
Σημειώστε ότι είναι πολύ υψηλό το ποσοστό ανεργίας και ειδικά στους νέους. Δεν είναι τυχαίο ότι το AKP, το κόμμα του Ερντογάν που βρίσκεται περίπου στο 30%, στους νέους ψηφοφόρους που πρόκειται να ψηφίσουν για πρώτη φορά είναι κάτω από 12%.
Αρα καταρρίπτεται το επιχείρημα του Ερντογάν περί πολέμου ανεξαρτησίας της χώρας του, όταν το μισό τραπεζικό του σύστημα βρίσκεται σε ξένα χέρια;
Ετσι ακριβώς. Αυτό που λέει ο Ερντογάν είναι ουσιαστικά ένας πόλεμος υποτιθέμενης ανεξαρτησίας, που καταλήγει να καθιστά την Τουρκία ακόμη περισσότερο εξαρτημένη και εξαρτώμενη από τρίτες δυνάμεις. Τα χαμηλά επιτόκια είναι ένα είδος οικονομικού εθνικισμού, ο οποίος του δίνει τη δυνατότητα να προβάλλει τα ίδια επιχειρήματα περί διπλωματικής και οικονομικής ανεξαρτησίας. Απλώς, όπως πολύ σωστά αναφέρατε, η οικονομική ανεξαρτησία πάει περίπατο. Ουσιαστικά, ο ίδιος την υπονομεύει με το να εξαρτάται η οικονομία και ο μοχλός ανάπτυξής της, που είναι το τραπεζικό σύστημα, από τρίτες δυνάμεις.
Πολλοί ανησυχούν ότι ο Ερντογάν θα επιχειρήσει να εξαγάγει την οικονομική κρίση με πρόκληση έντασης με την Ελλάδα. Συμμερίζεστε αυτή την άποψη;
Ο Ερντογάν, κ. Μόσχοβα, αυτή τη στιγμή θέλει να κάνει κινήσεις που θα του δίνουν αίγλη και κύρος στο εσωτερικό, θα ενισχύουν την εικόνα του άτεγκτου ηγέτη, ο οποίος υπερασπίζεται μέχρι τέλους τα συμφέροντα της χώρας, χωρίς όμως να λαμβάνει υψηλό ρίσκο. Ο βαθμός διακινδύνευσης, δηλαδή, δεν μπορεί να είναι υψηλός, γιατί η οικονομία δεν το επιτρέπει.
Ο Ερντογάν θα κάνει κινήσεις στο εξωτερικό και μάλιστα δυναμικές, όμως δεν πιστεύω ότι για την ώρα θα ξεφύγουν από τα όρια. Και, σίγουρα, στο πλάνο η Ελλάδα είναι μάλλον στις τελευταίες θέσεις των χωρών με τις οποίες θα ήθελε να μπει σε περιπέτειες μαζί τους. Η Συρία μαζί με την Κύπρο είναι σε πρώτο πλάνο. Στη Συρία βέβαια δεν είναι εύκολο, καθώς απαιτείται το «πράσινο φως» της Ρωσίας. Εδώ και ενάμιση μήνα έχει πει ότι θα κάνει επιχείρηση στη Συρία και ακόμη δεν έχει γίνει.
Σας θυμίζω ότι ο Ερντογάν έκανε επιχείρηση στη Συρία τον Ιούνιο του 2015, όταν μπήκαν οι Κούρδοι στο Κοινοβούλιο και του στέρησαν την αυτοδυναμία. Είναι λοιπόν σαφές ότι ο Τούρκος πρόεδρος έχει εσωτερικοποιήσει την εξωτερική του πολιτική και αυτό κρίνεται και από το γεγονός ότι ο λόγος του είναι πολύ πιο εθνικιστικός απ’ ό,τι τα περασμένα χρόνια.
Η Κύπρος είναι μια επικίνδυνη περίπτωση. Θεωρήστε δεδομένο ότι εφόσον η Exxon Mobil πάει στο Τεμάχιο 10, θα δούμε αντίδραση της Τουρκίας. Δεν θα πάει στο Τεμάχιο 10 σε καμία περίπτωση, θα πάει όμως στο Τεμάχιο 6Α της κυπριακής ΑΟΖ, που γειτνιάζει με το 10 και το οποίο ισχυρίζεται ότι είναι μέρος της τουρκικής υφαλοκρηπίδας. Θα πάει εκεί πιθανότατα με πλωτό γεωτρύπανο, για να δοκιμάσει και τα αντανακλαστικά των Γάλλων. Γιατί; Γιατί στο Τεμάχιο 6 υπάρχει η ιταλογαλλική κοινοπραξία ENI-TOTAL. Οπότε η Τουρκία είναι πολύ πιθανό να απαντήσει στους Αμερικανούς προκαλώντας τους Γάλλους, τους οποίους επίσης έχει στο στόχαστρο, λόγω των σχέσεων με την Ελλάδα και λόγω του ότι είναι ανταγωνιστικές δυνάμεις στη Μεσόγειο και στην Αφρική.
Ως προς την Ελλάδα, πιστεύω ότι πολύ δύσκολα θα δούμε τέτοια κίνηση που θα αύξανε την ένταση σε τέτοιο βαθμό ώστε να πούμε ότι βρισκόμαστε σε μια μεγάλη κρίση.
Δεδομένης της αλλαγής του γεωστρατηγικού χάρτη με τη μετατόπιση του παιχνιδιού προς τον Ινδικό και τον Ειρηνικό μετά την AUKUS, πιστεύετε ότι οι μεγαλοϊδεατικές κινήσεις Ερντογάν στη Μεσόγειο και αλλού οφείλονται στο ότι η Τουρκία βλέπει ότι χάνει μερίδιο στρατηγικής σημασίας;
Η Τουρκία αυτό που βλέπει είναι ότι τώρα είναι η ευκαιρία να προβάλει με πειστικό τρόπο τις επιδιώξεις της και να κερδίσει κάτι περισσότερο. Και τούτο γιατί είμαστε σε ένα διεθνές σύστημα που είναι υπό μετάβαση.
Ζούμε σε έναν κόσμο πολυκεντρικό και όχι μονοπολικό, παρότι ΗΠΑ παραμένουν μακράν παγκόσμια υπερδύναμη, με την Κίνα να ακολουθεί σε απόσταση. Όμως, επειδή υπάρχει υποχώρηση της δικαιοκρατικής τάξης, επειδή βλέπουμε περιφερειακές δυνάμεις να επιβάλλουν τις επιθυμίες τους με μεγαλύτερη ευκολία από ό,τι στο παρελθόν, θεωρώ ότι ο Ερντογάν πιστεύει ότι είναι τώρα η κατάλληλη στιγμή να εμπλακεί στο παιχνίδι, για να κερδίσει κάτι περισσότερο διπλωματικά. Το έκανε στη Συρία -όχι με μεγάλη επιτυχία, η αλήθεια είναι-, το έκανε στη Λιβύη -με σημαντική επιτυχία-, το έκανε στο Ναγκόρνο Καραμπάχ βοηθώντας τους Αζέρους με την ανοχή των Ρώσων, και προσπαθεί να αλλάξει de facto τις συνθήκες που επικρατούν στην Ανατολική Μεσόγειο -και αυτό χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία για την ώρα.
Όμως, νομίζω, είναι σημαντικό να αναφέρουμε το εξής: Βλέπουμε την Τουρκία, παράλληλα με τις επιθετικές κινήσεις που έκανε το περασμένο διάστημα, να κάνει και κινήσεις διόρθωσης των λαθών της προηγούμενης περιόδου. Και η συμφωνία με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα που γίνεται από θέση αδυναμίας για την Τουρκία και η προσπάθεια βελτίωσης των σχέσεων με το Ισραήλ και την Αίγυπτο, όπου ο Ερντογάν προτίθεται να στείλει πρεσβευτές πλέον, δείχνουν ότι θέλει να κλείσει μέτωπα. Θέλει να δημιουργήσει συνθήκες τέτοιες ώστε να θεωρείται σε κάποια επίπεδα και πάλι αξιόπιστη δύναμη (ή τουλάχιστον όχι τόσο αναξιόπιστη όσο στο παρελθόν). Και αυτό το κάνει για δύο λόγους κατά τη γνώμη μου:
Ο πρώτος είναι για να κερδίσει αξιοπιστία στο πεδίο της οικονομίας. Δηλαδή, την αξιοπιστία που χάνει με τη μείωση των επιτοκίων και τις αλλοπρόσαλλες επιλογές του, να την κερδίσει με την επανάκαμψή του στην περιοχή, αλλά αυτή τη φορά με ένα άλλο προφίλ, όχι του επιθετικού και αναξιόπιστου, αλλά της δύναμης που θέλει να συζητά με τις άλλες χώρες τις ευρύτερης περιοχής, να συμβιβάζεται και να βρίσκει κοινούς παρονομαστές. Το προβληματικό εδώ είναι ότι Ελλάδα και Κύπρος είναι έξω από το κάδρο αυτής της πολιτικής.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι εάν πετύχει σε κάποιο βαθμό να επαναφέρει τις σχέσεις με το Ισραήλ και την Αίγυπτο σε ένα κάπως πιο λειτουργικό επίπεδο, τότε θα προσπαθήσει να κάνει μια τελευταία, μεγάλη διαπραγμάτευση με τον Μπάιντεν. Και νομίζω ότι αυτό είναι που καίει, τελικά, τον Ερντογάν. Το γεγονός, δηλαδή, ότι δεν έχει καταφέρει να πάρει έστω και διαβεβαιώσεις από τον Αμερικανό πρόεδρο, όπως θα ήθελε, και βλέποντας ότι ο πολιτικός του χρόνος συρρικνώνεται, θεωρώ ότι ο Ερντογάν θέλει να κάνει μια τελευταία διαπραγμάτευση μαζί του, η οποία θα είναι και διαπραγμάτευση εξόδου για τον Τούρκο πρόεδρο, αν τα πράγματα εξακολουθούν να μην πηγαίνουν καλά στο εσωτερικό πεδίο. Τη διαπραγμάτευση εξόδου δεν εννοώ ότι θα την κάνει με τους Αμερικανούς -δεν τους εμπιστεύεται, ούτε εκείνοι τον ίδιο. Εννοώ ότι, αν καταφέρει να κερδίσει κάτι, να την πλασάρει στο εσωτερικό με τέτοιον τρόπο ώστε να είναι πιο ασφαλής η έξοδος για τον ίδιο.
Η επόμενη ημέρα στην Τουρκία χωρίς τον Ερντογάν θα είναι καλύτερη ή χειρότερη για την Ελλάδα; Πολλοί φοβούνται ότι οι διάδοχοί του θα είναι χειρότεροι, ιδίως δε αν συνυπολογίσει κανείς ότι τις προκλητικές -για τα εθνικά μας συμφέροντα- θέσεις του τις συμμερίζονται και οι περισσότεροι από την τουρκική αντιπολίτευση.
Κατ’ αρχάς έχετε δίκιο. Με εξαίρεση το φιλοκουρδικό/φιλεργατικό κόμμα, οι πολιτικές δυνάμεις της Τουρκίας υπερθεματίζουν σε εθνικισμό έναντι Ελλάδας και Κύπρου. Είναι πολλές φορές που το ρεπουμπλικανικό κόμμα των κεμαλιστών παρέσυρε -εντός ή εκτός εισαγωγικών- τον Ερντογάν στην υιοθέτηση πιο ακραίων θέσεων έναντι της Ελλάδας. Όπως επίσης είναι αλήθεια ότι το δόγμα της Γαλάζιας Πατρίδας έχει υιοθετηθεί από όλες τις πολιτικές δυνάμεις. Και αυτό είναι προβληματικό.
Ως προς την επόμενη ημέρα, θα εξαρτηθεί από το πώς θα πάμε εκεί… Αν γίνουν εκλογές με ομαλό τρόπο, με την τουρκική οικονομία όχι τόσο εξασθενημένη κ.λπ. Αν η μετάβαση γίνει με ομαλό τρόπο, ο μεγαλύτερος κίνδυνος για εμάς είναι να έχουμε μια ηγεσία που θα παραμένει ανυποχώρητη απέναντι στην Ελλάδα, αλλά θα έχει βελτιώσει το προφίλ της έναντι των ΗΠΑ και της Δύσης. Μη γελιόμαστε, οι δυτικοί έχουν πρόβλημα με τον Ερντογάν, όχι με την Τουρκία. Η Τουρκία εξακολουθεί να είναι ένα σημαντικό γεωπολιτικό οικόπεδο γι’ αυτούς.
Αρα, λοιπόν, αν έχουμε έναν ηγέτη με φιλοδυτικό προφίλ, που θα επιχειρήσει να επαναφέρει τη δημοκρατία στην Τουρκία, έναντι του υπερσυγκεντρωτικού συστήματος που δημιούργησε ο Ερντογάν, αυτό θα είναι μάλλον αρνητική εξέλιξη για εμάς. Γιατί από τη μια μπορεί να σταθεροποιήσει την Τουρκία, πράγμα το οποίο η Ελλάδα θα έπρεπε να επιθυμεί, αλλά από την άλλη θα της δώσει τη δυνατότητα να ξαναγίνει πολύ σημαντική και αξιόπιστη για τον δυτικό παράγοντα. Δεν είμαι βέβαιος ότι αυτά θα είναι καλά νέα για εμάς. Μπορεί να δούμε άδειασμα της Ελλάδας σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Αν η μετάβαση γίνει με τρόπο ανώμαλο, τότε τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα. Μπορεί να δούμε να αναδύονται είτε προσωπικότητες είτε παράκεντρα εξουσίας -και η Τουρκία έχει μεγάλη παράδοση στο βαθύ παρακράτος, το οποίο a propos αυτή τη στιγμή εκπροσωπεί ο Μπαχτσελί, αλλά όχι μόνο- και να δούμε περιπέτειες από κύκλους ή πρόσωπα που θα θελήσουν να δείξουν στον κόσμο ότι είναι βασιλικότεροι του βασιλέως. Και εκεί θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι ακόμη και για κάποιο κακό ή πολύ κακό σενάριο στις μεταξύ μας σχέσεις.
Πηγή: iefimerida.gr