«Το παλιό αναπτυξιακό μοντέλο δεν δουλεύει – Χρειαζόμαστε μια νέα αρχή». Άρθρο του τομεάρχη Ανάπτυξης και Επενδύσεων της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ και βουλευτή Μεσσηνίας, Αλέξη Χαρίτση, στην ιστοσελίδα powergame.gr
Σε αυτή την τόσο κρίσιμη συγκυρία για την ελληνική οικονομία, θα έπρεπε να συζητάμε δύο πράγματα. Πώς θα ανατάξουμε και πώς θα μετασχηματίσουμε. Για το πρώτο, τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά: μία στις τέσσερις επιχειρήσεις με μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα, η Ελλάδα με την υψηλότερη τιμή χονδρεμπορικής ηλεκτρικού ρεύματος στην Ευρώπη για ολόκληρο τον μήνα Νοέμβριο, η ακρίβεια να ροκανίζει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών και ειδικά των πιο ευάλωτων στρωμάτων. Την ίδια ώρα, κλάδοι όπως το λιανεμπόριο και η εστίαση βρίσκονται σε καθεστώς ιδιότυπου lockdown, καθώς αναγκάζονται να λειτουργούν με περιοριστικά μέτρα χωρίς να λαμβάνουν την ανάλογη στήριξη από το Κράτος. Αυτή είναι η κατάσταση στην πραγματική οικονομία όσο και αν η κυβέρνηση προσπαθεί να την εξωραΐσει.
Και στο δεύτερο ζήτημα όμως, αυτό του μετασχηματισμού, τα πράγματα είναι εξαιρετικά ανησυχητικά. Παρά τις κοσμογονικές εξελίξεις του τελευταίου διαστήματος, η κυβέρνηση εμμένει στην αναπαραγωγή μιας στρεβλής αντίληψης γύρω από την έννοια της ανάπτυξης. Γιατί αν υπάρχει ένα συμπέρασμα από τη μακρά εμπειρία των διαδοχικών κρίσεων αυτό είναι ότι το δομικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας δεν είναι δημοσιονομικό. Είναι πρωτίστως παραγωγικό. Και είναι παραγωγικό γιατί εδώ και δεκαετίες το παλιό πολιτικό σύστημα και συγκεκριμένα τμήματα της οικονομικής τάξης της χώρας ενθάρρυναν και επέβαλαν την συγκεντροποίηση και συρρίκνωση της παραγωγικής βάσης και την επένδυση στο τρίπτυχο ναυτιλία-τουρισμός-κατασκευές. Αυτό ήταν το μοντέλο της «ισχυρής Ελλάδας» που ανατροφοδότησε τη συλλογική ψευδαίσθηση ότι τα μεγάλα έργα, η ιδιωτική κατανάλωση και οι μαζικές ιδιωτικοποιήσεις διασφαλίζουν τη διαρκή ροή διεθνών πόρων στην εγχώρια οικονομία και την εδραίωση της χώρας στον διεθνή καταμερισμό.
Και μετά ήρθε η οικονομική κρίση. Και μετά ήρθε η κρίση του 2008-2009. Γνωρίζουμε όλοι πόσο ακριβά πληρώσαμε αυτή την αντίληψη αυτή περί ανάπτυξης. Είναι εντυπωσιακό όμως ότι οι αναπτυξιακοί νόμοι, που δείχνουν την κατεύθυνση του συνόλου της οικονομίας, αντανακλούσαν πλήρως αυτό το αναποτελεσματικό και αδιέξοδο μοντέλο: το 95% των επενδυτικών σχεδίων ήταν χαμηλής και σχετικά χαμηλής τεχνολογίας, το 72% του προϋπολογισμού αφορούσε φωτοβολταϊκά και τουρισμό, το 95% των επενδυτικών σχεδίων ενισχύθηκαν με τη μορφή απευθείας χρηματικής επιδότησης. Αν προσθέσει κανείς στην εξίσωση αυτή και την δομική αναποτελεσματικότητα στην απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων και τα φαινόμενα κακοδιαχείρισης δεν είναι να απορεί κανείς που η χώρα το 2015 ήταν στο χείλος του γκρεμού.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε με τον σύγχρονο αναπτυξιακό νόμο (Ν.4399/2016) και την αναμόρφωση του πλαισίου για τις στρατηγικές επενδύσεις (Ν.4608/2019) που θεσμοθέτησε, να θέσει τους όρους για μια ριζική τομή στην κατεύθυνση της διαφάνειας, της αποτελεσματικότητας και κυρίως της στρατηγικής επιδίωξης ενός διαφορετικού παραγωγικού μοντέλου. Με προτεραιότητα σε επιχειρηματικά σχέδια έντασης γνώσης, με άνοιγμα σε κλάδους όπως η βιομηχανία και η μεταποίηση, με έμφαση σε λιγότερο ευνοημένες περιοχές της χώρας, με σαφή επιλογή παροχής ενισχύσεων με φοροαπαλλαγές για την ενίσχυση του αποτελέσματος και της απόδοσης της επένδυσης.
Η κυβέρνηση της ΝΔ όφειλε να χτίσει πάνω στη θετική αυτή παρακαταθήκη. Δυστυχώς, με το νομοσχέδιο που κατέθεσε στη Βουλή για τις στρατηγικές επενδύσεις μας γυρίζει αρκετά χρόνια πίσω. Αποσυνδέει τις στρατηγικές επενδύσεις από την εθνική αναπτυξιακή στρατηγική της χώρας, καταργεί ή μειώνει προϋποθέσεις και όρους οι οποίοι στόχευαν στη διασφάλιση συνολικότερου αναπτυξιακού αποτυπώματος στην ελληνική οικονομία, καταπατά περιβαλλοντικούς, χωροταξικούς και πολεοδομικούς κανόνες.
Δεν πρόκειται απλώς για λάθος επιλογές. Πρόκειται για εσφαλμένη στρατηγική. Το παράδειγμα της πράσινης μετάβασης είναι το πιο χαρακτηριστικό. Η κυβέρνηση όσο και αν μιλάει διακηρυκτικά για αυτήν, στην πράξη την ναρκοθετεί συστηματικά. Αντιμετωπίζει την περιβαλλοντική προστασία ως «πρόβλημα» και επιδιώκει να την υπερβεί καθιερώνοντας σωρεία παρεκκλίσεων και εξαιρέσεων. Το αποτέλεσμα θα είναι μία διπλή αποτυχία: οικολογική προφανώς, αλλά και αναπτυξιακή, καθώς κανένας σοβαρός επενδυτής δεν επενδύει σε ένα πλαίσιο δίχως κανόνες και δικλείδες ασφαλείας, δίχως ασφάλεια δικαίου.
Είναι η ώρα να σταματήσουμε να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Το παλιό μοντέλο δεν δουλεύει. Ο δυτικός κόσμος αναζητεί με ποικίλους τρόπους μία νέα συμφωνία, ένα νέο κοινωνικό και οικονομικό συμβόλαιο. Μετά την πολυεπίπεδη, δεκαετή κρίση, η Ελλάδα δεν μπορεί πλέον να μένει έξω από αυτήν την αναζήτηση και να επιστρέφει σε παρωχημένες και αποτυχημένες συνταγές. Χρειαζόμαστε μια οργανωμένη συζήτηση για βιώσιμες, παραγωγικές επενδύσεις και για μια αναπτυξιακή στρατηγική που στον πυρήνα της θα έχει την παραγωγή εγχώριας προστιθέμενης αξίας. Χρειαζόμαστε μια νέα αρχή.