Η Χούντα των Συνταγματαρχών και οι προκλήσεις της σημερινής εποχής για το δημοκρατικό πολίτευμα
21η Απριλίου 1967, πενήντα πέντε χρόνια από την ημέρα που η πατρίδα μας, η… κοιτίδα της Δημοκρατίας, μπήκε στο «γύψο» για επτά χρόνια.
Πενήντα πέντε χρόνια μετά από την πιο μαύρη σελίδα της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας του τόπου. Αραγε θυμόμαστε ή μάθαμε ποτέ τις αιτίες που επέτρεψαν σε μια δράκα ανόητων αξιωματικών να καταλάβουν την εξουσία και να επιβάλουν τη Χούντα;
Κι αν γνωρίζουμε πλέον τα τεράστια λάθη του πολιτικού συστήματος που έφεραν τους Χουντικούς, είμαστε σε θέση να αποτρέψουμε στο μέλλον πράξεις που φαλκιδεύουν το δημοκρατικό πολίτευμα;
Η περίοδος της Μεταπολίτευσης, με τα κακά της, με τις αστοχίες, τα λάθη και τις παραλείψεις, ήταν αν μη τι άλλο…. «πλέρια» δημοκρατία, έστω και στην αστική της έκφανση.
Και ήταν και μια περίοδος όπου επικράτησε η ηρεμία στο πολιτικό πεδίο, τις περισσότερες φορές και στην κοινωνία.
Όμως, η κηλίδα της Χούντας υπάρχει εδώ και δεν ξεπλένεται εύκολα.
Όπως δεν ξεπλένεται η αποτυχία του πολιτικού συστήματος τη δεκαετία του ’60 που έφερε το πραξικόπημα.
Όπως δεν ξεπλένεται και η στάση μεγάλης μερίδας της ελληνικής κοινωνίας εκείνα τα 7 μαύρα χρόνια.
Και πολύ φοβάμαι ότι, με διαφορετικούς τρόπους, ο κίνδυνος για τη Δημοκρατία μας είναι υπαρκτός.
Μπορεί να έχει άλλο όνομα, μπορεί να λέγεται «λαϊκισμός», μπορεί να ονομάζεται «άκρα», «αυταρχισμός».
Μπορεί να είναι ακόμη και οι «ψεκασμένοι» του κοροναϊού που απειλούν τις ζωές όλων μας με τις παράλογες απόψεις τους.
Ενδεχομένως, να είναι οι «παντογνώστες» των social media που σπέρνουν το μίσος και τον διχασμό κρυμμένοι πίσω από την ανωνυμία τους.
Είναι αν θέλετε και το εμφυλιοπολεμικό κλίμα, με ευθύνη των κομμάτων. Αν είναι δυνατόν, 70 χρόνια μετά τον εθνικό διχασμό να επιτρέπουμε λόγους (ενίοτε και πράξεις) που γυρίζουμε σ’ αυτές τις σκοτεινές εποχές.
Κίνδυνος για τη Δημοκρατία είναι ο ζωντανός, δυστυχώς, χρυσαυγιτισμός που κρύβεται στην ελληνική κοινωνία.
Είναι τα ακροδεξιά κόμματα που φοράνε… γραβάτα, μοιάζουν «κανονικά» και διεκδικούν μερίδιο στην πολιτική πραγματικότητα.
Κίνδυνος για τη Δημοκρατία είναι και οι «αυτόκλητοι σωτήρες» της κοινωνίας που το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να πάρουν πολιτική, κι όχι μόνο ρεβάνς.
Οι ακραίοι λαϊκιστές που υπάρχουν και δεξιά και αριστερά του πολιτικού φάσματος. Δυστυχώς θα περιμέναμε κάτι καλύτερο από τις προοδευτικές δυνάμεις του τόπου που, όμως, έχουν εγκολπωθεί δομικά συστήματα του ακραίου λαϊκισμού.
Ανθρώπους «μορφωμένους»… ημιμαθείς, ακόμη και βουλευτές τζάμπα μάγκες που προσβάλλουν τη νοημοσύνη μας, τον πολιτικό πολιτισμό, τα κοινωνικά ήθη.
Φοβάμαι για όλους εκείνους που δεν βλέπουν τους κινδύνους που υπάρχουν ή που πιστεύουν ότι δεν πρέπει να ασχοληθούν.
Η Δημοκρατία θέλει καθημερινό αγώνα. Για να γίνει καλύτερη, για να λειτουργεί υπέρ του κοινωνικού συνόλου, υπέρ της προόδου, υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Κι όλα αυτά θα πρέπει να τα δούμε ειδικά αυτή την εποχή. Με δύο χρόνια πανδημίας, όπου βασικές δημοκρατικές αξίες υποχώρησαν, έστω και στο όνομα της δημόσιας υγείας. Όμως, υποχώρησαν….
Αλλά και την εποχή ενός πολέμου που δυστυχώς μπορεί να πάρει χαρακτηριστικά παγκόσμιας αναταραχής και να θέσει σε κίνδυνο βασικές κατακτήσεις του ανθρώπου και του πολιτισμού.
Όλα αυτά πρέπει να τα δούμε σήμερα που οι αδύναμοι συμπολίτες μας χρειάζονται μεγαλύτερη προστασία. Που οι δημοκρατικοί θεσμοί και η Δικαιοσύνη οφείλουν να γίνουν ασπίδα προστασίας γι’ αυτούς.
Και πρέπει να τα δούμε για να μην φοβόμαστε ούτε για απολυταρχικά καθεστώτα, ούτε για το πώς μια ολόκληρη κοινωνία θα «κοιμηθεί».
Τα περιέγραψε με τον πλέον συγκλονιστικό τρόπο ο Μανώλης Αναγνωστάκης στο ποίημά του «Φοβάμαι». Και είναι τόσο επίκαιρο όσο ποτέ…
Φοβάμαι
τους ανθρώπους που εφτά χρόνια
έκαναν πως δεν είχαν πάρει χαμπάρι
και μια ωραία πρωία –μεσούντος κάποιου Ιουλίου–
βγήκαν στις πλατείες με σημαιάκια κραυγάζοντας
«Δώστε τη χούντα στο λαό».
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που με καταλερωμένη τη φωλιά
πασχίζουν τώρα να βρουν λεκέδες στη δική σου.
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που σου ‘κλειναν την πόρτα
μην τυχόν και τους δώσεις κουπόνια
και τώρα τους βλέπεις στο Πολυτεχνείο
να καταθέτουν γαρίφαλα και να δακρύζουν.
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που γέμιζαν τις ταβέρνες
και τα ‘σπαζαν στα μπουζούκια
κάθε βράδυ
και τώρα τα ξανασπάζουν
όταν τους πιάνει το μεράκι της Φαραντούρη
και έχουν και «απόψεις».
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που άλλαζαν πεζοδρόμιο όταν σε συναντούσαν
και τώρα σε λοιδορούν
γιατί, λέει, δεν βαδίζεις στον ίσιο δρόμο.
Φοβάμαι, φοβάμαι πολλούς ανθρώπους.
Φέτος φοβήθηκα ακόμα περισσότερο.
Πηγη: in.gr