Η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες, όπου είναι λιγότερο πιθανή μία πτώση των τιμών των κατοικιών, σύμφωνα με ανάλυση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που περιλαμβάνεται στην εαρινή έκθεσή του για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας.
- οι τιμές είχαν αυξηθεί περισσότερο κατά τη διάρκεια της πανδημίας,
- το επίπεδο χρέους των νοικοκυριών σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα είναι υψηλό
- μεγάλο ποσοστό των στεγαστικών δανείων έχουν κυμαινόμενο επιτόκιο και συνεπώς αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες δόσεις και υπάρχει αυξημένος κίνδυνος να «κοκκινίσουν»
- είναι μεγαλύτερο το ποσοστό των νοικοκυριών που έχει αποκτήσει σπίτι με δάνειο και
- είναι μεγαλύτερη η σωρευτική αύξηση των επιτοκίων από το α’ τρίμηνο του 2022
Χαμηλός κίνδυνος για την Ελλάδα
Με βάση τα πέντε αυτά κριτήρια, το Ταμείο κατήρτισε έναν πίνακα με βαθμολογία 27 χωρών για τον κίνδυνο που διατρέχουν να μειωθούν οι τιμές των κατοικιών. Οπως φαίνεται από αυτόν, η Ελλάδα είναι 23η στην κατάταξη του κινδύνου ή πέμπτη από το τέλος.
Καθώς οι κεντρικές τράπεζες αύξαναν τα επιτόκια, οι πραγματικές τιμές των ακινήτων, μετά δηλαδή τον πληθωρισμό, μειώθηκαν σε αναπτυγμένες και αναδυόμενες οικονομίες και αν τα επιτόκια συνεχίσουν να αυξάνονται η ζήτηση δανείων θα μειωθεί, πιέζοντας περαιτέρω τις τιμές.
Στο β’ τρίμηνο του 2022, η μείωση των πραγματικών τιμών αφορούσε στα δύο τρίτα των οικονομιών, ενώ στις υπόλοιπες μειώθηκε ο ρυθμός αύξησής τους.
«Οι οικονομίες με υψηλές τιμές κατοικιών και υψηλά επίπεδα χρέους των νοικοκυριών που αφορά σε δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου είναι ιδιαίτερα ευάλωτες σε κάθε επικείμενο στρες του χρηματοπιστωτικού τομέα», αναφέρει η έκθεση.
Στις αναπτυγμένες οικονομίες, η επιδείνωση της στεγαστικής αγοράς ήταν εντονότερη σε αυτές που σημειώθηκαν υπερβολικά υψηλές τιμές πριν και κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Στο 6,8% το μέσο επιτόκιο στεγαστικών δανείων
Με τις κεντρικές τράπεζες να αυξάνουν συνέχεια το κόστος δανεισμού, τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων σκαρφάλωσαν στο 6,8% κατά μέσο όρο στις αναπτυγμένες οικονομίες από 2,8% τον Ιανουάριο του 2022.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, στις περισσότερες περιπτώσεις είναι απίθανο ότι η συνεχιζόμενη μείωση των τιμών των κατοικιών θα οδηγήσει σε χρηματοπιστωτική κρίση, «αλλά μία απότομη πτώση των τιμών θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τις προοπτικές της οικονομίας» και χρειάζεται στενή παρακολούθηση.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι τράπεζες είναι καλύτερα κεφαλαιοποιημένες σε σχέση με την περίοδο πριν από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση. Ωστόσο, το μέσο ποσοστό χρέους των νοικοκυριών σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα ήταν το 2022 στα ίδια επίπεδα με το 2007, κυρίως λόγω των νοικοκυριών σε οικονομίες που ξέφυγαν από τις επιπτώσεις της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης.
πηγη imerisia.gr