Παρασκευή
22
Νοέμβριος
TOP

Ήρθε η ώρα του «Κανένα»

του Λευτέρη Χαραλαμπόπουλου

από το www.in.gr

Από τη δημοσκόπηση της Metron Analysis για το Mega εγώ εστιάζω σε ένα συγκεκριμένο εύρημα.

Αυτό που αφορά ποιον θεωρούν οι ερωτώμενοι ως τον καταλληλότερο να είναι ο πρωθυπουργός της χώρας.

Το υψηλότερο ποσοστό έχει όπως ήταν αναμενόμενο ο ίδιος ο πρωθυπουργός, ο Κυριάκος Μητσοτάκης με 40%.

Και λέω αναμενόμενο γιατί αυτό το ποσοστό αντιστοιχεί χοντρικά στην πρόθεση ψήφου (και την εκτίμηση ψήφου), στη θετική εκτίμηση για την κυβέρνηση και στην τοποθέτηση ότι τα πράγματα πάνε προς τη θετική κατεύθυνση, πράγμα που δείχνει ότι υπάρχει ένα ισχυρό (αν και όχι πλειοψηφικό) τμήμα του εκλογικού σώματος που αποτελεί το στήριγμα της κυβέρνησης.

Και όντως είναι εντυπωσιακή η διαφορά που έχει η τοποθέτηση για την καταλληλότητα του νυν πρωθυπουργού σε σχέση με τους άλλους πολιτικούς αρχηγούς.

Μόλις 7% θεωρούν καταλληλότερο πρωθυπουργό τον Στέφανο Κασσελάκη και 6% τον Νίκο Ανδρουλάκη.

Οι υπόλοιποι ακόμη πιο χαμηλά.

Κανείς θα μπορούσε να σταματήσει την ανάγνωση των στοιχείων σε αυτό το επίπεδο.

Μόνο που λίγο πιο κάτω υπάρχει και ένα άλλο κρίσιμης σημασίας δεδομένο.

29% των ερωτώμενων κρίνουν ότι καταλληλότερος για πρωθυπουργός της χώρας είναι ο «Κανένας».

Εάν ο «Κανένας» ήταν κόμμα, θα λέγαμε ότι είναι η Αξιωματική Αντιπολίτευση και μάλιστα με δυναμική εκλογικής ανόδου.

Βεβαίως, ξέρουμε καλά ότι ο «Κανένας» δεν θα εμφανιστεί σε ψηφοδέλτιο, ούτε θα μπορούσε να εκλεγεί.

Αν και θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει ήδη καταφέρει να κερδίσει εκλογές.

Στις πρόσφατες αυτοδιοικητικές εκλογές, ιδίως σε περιπτώσεις όπως η Αθήνα, ο «Κανένας» ήταν ο αδιαμφισβήτητος θριαμβευτής, αλλά η αποχή ή το λευκό στις εκλογές δεν καταγράφεται σε αδειανά έδρανα στη Βουλή ή σε κενές θέσεις στα δημοτικά συμβούλια, και ακριβώς αυτό διχάζει για την αξία της επιλογής τους ως πολιτική στάση.

Σε κάθε περίπτωση όλα αυτά αναδεικνύουν ένα σοβαρότερο ζήτημα και ένα βαθύτερο πρόβλημα.

Ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στην πολιτική και έχει απομακρυνθεί από αυτή.

Όχι στον έναν ή τον άλλο πολιτικό· Στην πολιτική συνολικά.

Δεν πιστεύουν ότι το να ψηφίζεις και να μετέχεις ενεργά έχει κάποια αξία και δύναμη.

Ότι έτσι μπορούν να βελτιώσουν τα πράγματα.

Ότι αυτός είναι δρόμος για να αλλάξεις τα κακώς κείμενα και τη ζωή σου.

Πολλοί παράγοντες συνέβαλαν στο να καταλήξουμε σε αυτό το σημείο.

Το γεγονός ότι ψήφισαν για να σταματήσουν τα Μνημόνια, με αποκορύφωμα το Δημοψήφισμα, και τίποτε δεν άλλαξε σίγουρα συνέβαλε.

Η διάχυτη αίσθηση -που βεβαίως αρκετοί φρόντισαν και φροντίζουν να καλλιεργούν- ότι δεν υπάρχουν πραγματικές εναλλακτικές επίσης βοηθάει.

Η απουσία μιας σοβαρής αντιπολίτευσης απλώς κάνει τα πράγματα χειρότερα.

Η ποιότητα και το επίπεδο του πολιτικού προσωπικού της χώρας, τουλάχιστον αυτού που χαίρει αναγνωρισιμότητας και προβολής, ομολογουμένως δεν λειτουργούν ενθαρρυντικά και δεν εμπνέουν.

Όμως, η αιτιολόγηση της κατάστασης δεν κάνει το πρόβλημα λιγότερο επικίνδυνο.

Το να χάνει η κοινωνία – ή τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος της – την εμπιστοσύνη της στη δημοκρατική διαδικασία μόνο ανησυχία πρέπει να προκαλεί σε όλους.

Γιατί η απάθεια ενισχύει και σαφώς βολεύει την εκάστοτε εξουσία, αυξάνοντας τον κίνδυνο να γίνει ανεξέλεγκτη.

Η ασυδοσία όμως γεννά και κοινωνική οργή που δεν βρίσκει διέξοδο.

Η συσσώρευση αυτού του θυμού και της απογοήτευσης μπορεί να οδηγήσει σε κοινωνικές εκρήξεις – και αυτό είναι το καλό σενάριο…γιατί υπάρχει ελπίδα να γεννηθεί κάτι νέο απο την κοινωνία για την κοινωνία.

Μπορεί όμως να την καπηλευτεί η όποια παραλλαγή της ακροδεξιάς θα επαναλάβει το γνωστό τροπάρι για τους «προδότες πολιτικούς» σβήνοντας κάθε ελπίδα.