TOP

Μέχρι και 33 χρόνια ζωής «κόβουν» οι κοινωνικές ανισότητες

O τόπος που ζούμε, η κοινότητα στην οποία υπαγόμαστε, το επίπεδο εκπαίδευσης, η εθνικότητα, η φυλή, το εισόδημα και το φύλο, αλλά και το ενδεχόμενο ύπαρξης κάποιας αναπηρίας, είναι οι παράγοντες που κάνουν τη διαφορά και οδηγούν τελικά στο πόσο θα ζήσει ο καθένας μας, ιδίως πόσα χρόνια θα ζούμε τη ζωή μας με υγεία.

Οι άνθρωποι που ζουν στις χώρες με το μέγιστο προσδόκιμο ζωής, ζουν κατά μέσο όρο 33 χρόνια παραπάνω από τους ανθρώπους που ζουν στις χώρες με το χαμηλότερο προσδόκιμο ζωής.

Υπάρχουν μεγάλες διαφορές στο προσδόκιμο επιβίωσης, ακόμη και σε χώρες με αντίστοιχα επίπεδα εισοδήματος. Τα στοιχεία δείχνουν ότι ανεξάρτητα από το επίπεδο του εισοδήματος, κάποιες χώρες κατάφεραν να μειώσουν τους πρόωρους θανάτους τα τελευταία 50 χρόνια, όταν σε άλλες παρέμειναν στα ίδια επίπεδα ή αυξήθηκαν.

Το προσδόκιμο επιβίωσης διαφέρει, ακόμη και μέσα στην ίδια χώρα, ανάλογα με το σημείο και την κοινωνική ομάδα στην οποία ζει κανείς.

Η διεύρυνση των ανισοτήτων αυξάνει τις πιθανότητες των χωρών να παγιδευτούν σε ένα φαύλο κύκλο διαμάχης και απώλειας της ανάπτυξης

Κοινωνικές παράμετροι που προσδιορίζουν το επιπεδο υγείας του πληθυσμού

Οι διαφοροποιήσεις στην υγεία οφείλονται σε σημαντικό βαθμό στις κοινωνικές παραμέτρους που καθορίζουν την ισότητα στην υγεία. Και παρά τη διαπίστωση ήδη από το 2008 ότι «η κοινωνική αδικία σκοτώνει» σε ευρεία κλίμακα, η πρόοδος στην αντιμετώπιση των ανισοτήτων αυτών ήταν ανεπαρκής. Μπορεί η ψαλίδα ανάμεσα σε ορισμένες χώρες να κλείνει, όσο προχωρεί η ανάπτυξη σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο, όμως σε κάποιες άλλες, ανοίγει περισσότερο ενισχύοντας τις υγειονομικές ανισότητες.

Όμως η διεύρυνση των ανισοτήτων αυτών, περιορίζει την εισαγωγή θεσμών καθοριστικών για την επίτευξη της ευημερίας και αυξάνει τις πιθανότητες οι χώρες αυτές να παγιδευτούν σε ένα φαύλο κύκλο διαμάχης και απώλειας της ανάπτυξης.

Τα παραπάνω επισημαίνονται σε έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τις κοινωνικές παραμέτρους που προσδιορίζουν την υγεία, με αφορμή τον στόχο του Οργανισμού για μείωση των διαφορών στην υγεία μεταξύ των χωρών σε μια γενιά, στόχος ο οποίος δεν φαίνεται να μπορεί να υλοποιηθεί με βάση την τρέχουσα κατάσταση.

Βελτιώσεις στην καθημερινότητα, που περιλαμβάνουν πρόσβαση σε ποιοτική εκπαίδευση, οικονομικές ευκαιρίες και απασχόληση, αλλά και πρόσβαση σε νερό, υγιεινή, ενέργεια, στέγαση και μεταφορές, συνέβαλαν σημαντικά στην υγεία των πληθυσμών, όμως η πρόοδος σταμάτησε εξαιτίας διεθνών κρίσεων που θα μπορούσαν να προληφθούν και να αποφευχθούν, όπως η οικονομική κρίση, η κλιματική, καθώς επίσης και οι πόλεμοι και οι πανδημίες.

Πρώτος στόχος η μείωση στο μισό των ανισοτήτων σε ότι αφορά το προσδόκιμο επιβίωσης ως το 2040, δεν θα μπορέσει να επιτευχθεί, αφού σε πολλές περιπτώσεις οι διαφορές επιτάθηκαν αντί να μειωθούν.

Ευτυχώς η παιδική θνησιμότητα κάτω των 5 ετών μειώθηκε στο μισό μεταξύ 2000-2023, όμως δεν επιτεύχθηκε η μείωση κατά 90% που είχε τεθεί ως στόχος ως το 2040. Μπορεί οι φτωχές χώρες να πέτυχαν δραστική μείωση της παιδικής θνησιμότητας, εντούτοις η διαφορά στα ποσοστά ήταν 13 φορές πάνω απ’ ότι στις πλούσιες χώρες.

Διαβάστε περισσότερα στο δημοσίευμα του www.in.gr πατώντας ΕΔΩ