H κυβέρνηση έχει αποφασίσει ότι το 2025 δεν θα ανοίξει καμία συζήτηση για αναθεώρηση των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων. Κάτι που σημαίνει ότι το υπουργείο Οικονομικών δεν θα προχωρήσει στον σχετικό προγραμματισμό ώστε να ανατεθεί στους ορκωτούς εκτιμητές η εκτίμηση της κατάστασης σε καθεμιά από τις πολλές χιλιάδες γεωγραφικές ζώνες στις οποίες είναι χωρισμένη η χώρα για τις ανάγκες υπολογισμού όλων των φόρων που επιβάλλονται στα ακίνητα.
Και δεν είναι μόνο η εκτίμηση των τρεχουσών τιμών ακινήτων, μια διαδικασία η οποία είναι δεδομένου ότι θα βγάλει εντυπωσιακές διαφορές σε πολλές περιοχές της χώρας (κυρίως στο λεκανοπέδιο και στις τουριστικές περιοχές) λόγω των ανατιμήσεων της τελευταίας 4ετίας. Είναι ότι μετά, θα πρέπει να τρέξουν εκατοντάδες προσομοιώσεις προκειμένου να καταγραφούν οι επιπτώσεις στους φόρους (ειδικά στον ΕΝΦΙΑ) και να επιλεγεί η συνταγή εκείνη που θα οδηγήσει στον μετριασμό των επιπτώσεων.
Κακά τα ψέματα: το ότι ανεβαίνει λογιστικά η αξία ενός ακινήτου, δεν σημαίνει αυτόματα και ότι ο ιδιοκτήτης του αποκτά μεγαλύτερο εισόδημα άρα και μεγαλύτερη φοροδοτική ικανότητα. Άρα, ένας τρόπος υπάρχει για να αποφευχθεί η υπερφορολόγηση από τη μία αλλά και η απώλεια φορολογικών εσόδων από την άλλη: να σχεδιαστεί εξ’ αρχής ο ΕΝΦΙΑ, ότι δηλαδή έγινε και το 2022.
Αυτές οι προετοιμασίες απαιτούν πολλούς μήνες, πάνω από δύο χρόνια σύμφωνα με στελέχη που πρωταγωνίστησαν στις αλλαγές του 2021. Κάτι που σημαίνει ότι αν η «εντολή» για αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών δοθεί κάποια στιγμή μέσα στο 2026, το πιθανότερο είναι ότι το νομοσχέδιο με τους νέους συντελεστές υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ και τις όποιες άλλες παρεμβάσεις αποφασιστούν δεδομένου ότι βρισκόμαστε και σε περίοδο στεγαστικής κρίσης, θα της λάβει η κυβέρνηση που θα αναδειχθεί από την κάλπη του καλοκαιριού του 2027.
ΠΗΓΗ moneyreview.gr