
Ήταν πρόσφυγας, αυτοδίδακτος, και δεν σπούδασε ποτέ. Κι όμως, ο Σκαρλάτος Βυζάντιος έγραψε τα πρώτα ελληνικά λεξικά. Από τα έργα του ξεκίνησε η Ελλάδα να βρίσκει τη φωνή της.
Το 1821 δεν βρήκε όλους τους Έλληνες με σπαθί στο χέρι. Ο Σκαρλάτος Βυζάντιος ήταν ακόμη παιδί, στο Ιάσιο της Μολδαβίας, όταν ξέσπασαν οι σφαγές των Τούρκων κατά των Ελλήνων. Η οικογένειά του αναγκάστηκε να φύγει. Έτρεξαν μέσα σε φωτιές, πείνα και καταδιώξεις, για να σωθούν. Έκαναν εννιά χρόνια να φτάσουν στην Ελλάδα. Όταν τελικά τα κατάφεραν, δεν είχαν παρά μόνο την ανάμνηση του τι σημαίνει να είσαι Έλληνας.
Ο Σκαρλάτος δεν πέρασε ποτέ από σχολείο όπως τα ξέρουμε. Δεν πήγε πανεπιστήμιο, δεν είχε δασκάλους με πτυχία. Κι όμως, ήταν εκείνος που έβαλε πρώτος τις ελληνικές λέξεις σε τάξη. Όχι μεταφορικά – κυριολεκτικά. Το πρώτο λεξικό που εκδόθηκε ποτέ στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος φέρει την υπογραφή του. Ήταν αυτοδίδακτος. Και όμως, τα λεξικά του έγιναν εργαλεία με τα οποία οι Έλληνες έμαθαν να γράφουν, να διαβάζουν, να μιλούν.
Από τη θέση του στο νεογέννητο κράτος, υπηρέτησε τη γραμματεία, την εκπαίδευση και την εκκλησία. Όταν ο Άρμανσπεργκ προσπάθησε να περιορίσει τα προνόμια της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο Βυζάντιος παραιτήθηκε. Δεν είχε ούτε δύναμη, ούτε στρατό, ούτε κόμμα. Είχε μόνο τη συνείδησή του και τις λέξεις. Και τις υπηρέτησε όπως λίγοι στην ελληνική ιστορία.
Όταν ξαναγύρισε στο Δημόσιο, ανέλαβε τη δημοτική εκπαίδευση και την έκανε αγνώριστη. Διπλασίασε τα σχολεία, τακτοποίησε τους μισθούς των δασκάλων, κατάργησε τη βιβλιοκαπηλία. Δεν ήταν υπουργός, δεν ήταν ήρωας πολέμου. Ήταν ένας λόγιος πρόσφυγας, που πίστευε πως ο ελληνισμός δεν θα σωθεί με όπλα, αλλά με λέξεις.
Τα λεξικά του δεν ήταν απλά βιβλία. Ήταν ένας τρόπος να μην χαθεί η γλώσσα. Το πρώτο του έργο, το «Λεξικόν της καθομιλουμένης» το 1835, ήταν η πρώτη προσπάθεια να καταγραφεί η ζωντανή ελληνική γλώσσα. Ακολούθησαν το ελληνικό-γαλλικό λεξικό το 1846 και το κορυφαίο έργο του, το λεξικό της αρχαίας ελληνικής το 1852. Σε μια εποχή που οι λέξεις ήταν όπλα εθνικής ταυτότητας, ο Σκαρλάτος τις χάρισε στην Ελλάδα με τάξη, σεβασμό και ακρίβεια.
Δεν είχε τύχη, δεν είχε δασκάλους, δεν είχε σταθερό τόπο. Ό,τι είχε ήταν φλόγα. Και η φλόγα αυτή έγινε το φως μέσα στο οποίο χτίστηκε μια εθνική γλώσσα. Στο τέλος της ζωής του, δεν ήταν διάσημος, δεν είχε αξιώματα. Αλλά από τα λεξικά του ξεκίνησαν γενιές να μιλούν, να γράφουν, να σκέφτονται στα ελληνικά. Και ίσως αυτό να είναι η πιο μεγάλη νίκη.
ΠΗΓΗ www.sportime.gr