Κυριακή
3
Νοέμβριος
TOP

Έρευνα: Τι γνωρίζουν και πόσο ενδιαφέρονται οι μαθητές για τα καιρικά φαινόμενα

Σε χαμηλά επίπεδα κινείται το ενδιαφέρον και η ενασχόληση των μαθητών/τριών σε όλη την Ελλάδα με τα καιρικά φαινόμενα και τους κινδύνους που ελλοχεύουν. Αυτό επισημαίνει μεταξύ άλλων πρόσφατη μελέτη ερευνητριών/ών της μονάδας Meteo του Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών με θέμα τον κλιματικό εγγραμματισμό των μαθητών για τα καιρικά φαινόμενα και τους συνδεόμενους κινδύνους.

Παρόλα αυτά οι μαθητές παίρνουν αρκετά «καλό βαθμό» στην κατανόηση των καιρικών φαινομένων αλλά και στις δεξιότητες για την αξιολόγηση και προσαρμογή στους κινδύνους που απορρέουν από αυτά. Η μελέτη που διεξήχθη με τη συμμετοχή 474 μαθητών ηλικίας 12–16 ετών σε περισσότερα από 30 δημόσια σχολεία, αναδεικνύει την επιτακτική ανάγκη για βελτίωση του κλιματικού εγγραμματισμού των μαθητών, ιδιαίτερα σε περιοχές με υψηλή ευπάθεια στην κλιματική αλλαγή, όπως η Ανατολική Μεσόγειος.

«Οι μαθητές αποκτούν σχετικές γνώσεις κυρίως μέσω δομημένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων»

Όπως επισημαίνει η ειδική λειτουργική επιστήμονας στο Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, Κατερίνα Παπαγιαννάκη, η έρευνα, η οποία εστιάζει στους μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα, αποκαλύπτει ότι, ενώ οι μαθητές διαθέτουν μια καλή κατανόηση των καιρικών φαινομένων, αλλά και δεξιότητες για την αξιολόγηση και προσαρμογή στους κινδύνους που απορρέουν από αυτά, η συνολική τους ενασχόληση και το ενδιαφέρον για μάθηση σε αυτά τα θέματα είναι αισθητά χαμηλά.

«Τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι οι μαθητές αποκτούν σχετικές γνώσεις κυρίως μέσω δομημένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων, αλλά τους λείπει το προσωπικό ενδιαφέρον, η υποστήριξη από γονείς ή δασκάλους και η αυτοπεποίθηση στις ικανότητές τους. Αυτό το κενό δείχνει την επείγουσα ανάγκη για πιο εμπνευσμένες και πρακτικές προσεγγίσεις στην εκπαίδευση, με την ενσωμάτωση πραγματικών σεναρίων που συνδέουν τους μαθητές με πιο ουσιαστικό τρόπο με την επιστήμη της μετεωρολογίας και παράλληλα με τη γνώση για την επικινδυνότητα των καιρικών και κλιματικών φαινομένων», αναφέρει χαρακτηριστικά η κ. Παπαγιαννάκη στο ΑΠΕ – ΜΠΕ.

Όπως υποστηρίζουν οι συγγραφείς, ο κλιματικός εγγραμματισμός είναι κρίσιμος για να ενδυναμώσει τη νέα γενιά να αντιμετωπίσει τις αυξανόμενες προκλήσεις που θέτουν τα ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως οι πλημμύρες, οι καύσωνες και οι πυρκαγιές, που έχουν σημαντικές κοινωνικές επιπτώσεις. Η μελέτη δείχνει ότι η βελτίωση του κλιματικού εγγραμματισμού δεν αφορά μόνο στην παρουσίαση δεδομένων – αφορά στην καλλιέργεια μιας βαθύτερης σύνδεσης και εμπιστοσύνης στην επιστήμη μέσω καινοτόμων εκπαιδευτικών στρατηγικών.

Τι προτείνουν οι συγγραφείς

Με βάση τα ευρήματα, οι συγγραφείς προτείνουν πολιτικές που υποστηρίζουν πιο ελκυστικές, βιωματικές εμπειρίες μάθησης, όπως η αξιοποίηση ελεύθερα προσβάσιμων δεδομένων (open data), εικονικών προσομοιώσεων και εκπαιδευτικών προγραμμάτων που επεκτείνουν τη μάθηση πέρα από την τάξη. Με την προώθηση αυτών των αλλαγών σε επίπεδο πολιτικής και εντός των σχολικών μονάδων, η εκπαίδευση μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση ενημερωμένων, ευαισθητοποιημένων και ενεργών πολιτών που είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τις κλιματικές προκλήσεις του μέλλοντος.

Σύμφωνα με την Κατερίνα Παπαγιαννάκη χρειάζονται καινοτόμα εργαλεία τόσο εικονικής πραγματικότητας όσο και επαυξημένης πραγματικότητας τα οποία θα βοηθήσουν την εκπαίδευση κάποιων ζητημάτων μέσα σε σχολεία. Μέσα σε αυτά, όπως εξηγεί, είναι και το κομμάτι του καιρικού κινδύνου. «Μπορούν να μπουν πιλοτικά στα σχολεία. Υπάρχουν σχολεία που έχουν κάνει συμφωνία μαζί μας να τα αξιοποιήσουν μόλις τελειώσουν. Αυτό που συνειδητοποιούμε είναι ότι πρέπει να ανοιχτούμε κάπως διαφορετικά σε αυτό το κομμάτι της εκπαίδευσης», σημειώνει.

Παράλληλα, ένα από τα συμπεράσματα της έρευνας είναι η υψηλή εμπιστοσύνη που δείχνουν οι μαθητές στην επιστήμη αναγνωρίζοντας τη σημασία και την αξία της επιστημονικής γνώσης. Όπως επισημαίνει η έρευνα αυτή η εμπιστοσύνη πιθανόν να οφείλεται και να προωθείται από το οικογενειακό ή το εκπαιδευτικό περιβάλλον.

Διαβάστε περισσότερα εδώ

ΠΗΓΗ  in.gr