Παρασκευή
22
Νοέμβριος
TOP

Εξάρθρωση από την ΕΛ.ΑΣ. εγκληματικής οργάνωσης η οποία διέπραττε συστηματικά ηλεκτρονικές απάτες

Εξάρθρωση εγκληματικής οργάνωσης, η οποία διέπραττε συστηματικά ηλεκτρονικές απάτες και αποσπούσε μεγάλα χρηματικά ποσά από πολίτες σε διάφορες περιοχές της χώρας.

Δηλώσεις του Διευθυντή της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, Ταξίαρχου Δημητρίου Δάβαλου:

«Κυρίες και κύριοι καλημέρα σας.

Η υπόθεση, για την οποία σας καλέσαμε σήμερα εδώ, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα των σύγχρονων μεθόδων και των μέσων που χρησιμοποιούν διάφοροι επιτήδειοι για να εξαπατήσουν συμπολίτες μας.

Αναφέρομαι στις γνωστές σε όλους ηλεκτρονικές απάτες, οι οποίες έχουν εξελιχθεί σε μια σύγχρονη μάστιγα και απαιτείται ιδιαίτερα μεθοδική και εξονυχιστική έρευνα για την εξιχνίασή τους.  

Την υπόθεση που σας παρουσιάζουμε σήμερα χειρίστηκαν με ιδιαίτερη επιτυχία τα στελέχη του Τμήματος Ασφαλείας Μεγαρέων και της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Δυτικής Αττικής, της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής.

Συγκεκριμένα, καταφέραμε να εξαρθρώσουμε εγκληματική οργάνωση, τα μέλη της οποίας προέβαιναν συστηματικά στη διάπραξη ηλεκτρονικών απατών σε βάρος πολιτών σε διάφορες περιοχές της χώρας, καταφέρνοντας με αυτόν τον τρόπο να αποκομίσουν στις -262- περιπτώσεις που έχουν εξιχνιαστεί μέχρι στιγμής, παράνομο περιουσιακό όφελος δύο εκατομμυρίων (2.000.000) ευρώ.

Πρόκειται για μια εγκληματική οργάνωση με ιδιαίτερη επαγγελματική δομή και κατάρτιση στον συγκεκριμένο τομέα απατών.

Προς τον σκοπό αυτό, τα μέλη της μετέρχονταν τρεις διαφορετικές μεθοδολογίες ενώ είχαν εγκαταστήσει και λειτουργούσαν επιχειρησιακό τηλεφωνικό κέντρο, πραγματοποιώντας καθημερινά εκατοντάδες κλήσεις σε όλη τη χώρα.

Μάλιστα, είχαν τέτοιο βαθμό εξειδίκευσης που ανακάλυπταν συνεχώς νέα τεχνάσματα για να υποκλέπτουν τους προσωπικούς κωδικούς και λοιπά στοιχεία ηλεκτρονικής τραπεζικής από τα θύματά τους.

Σε κάθε περίπτωση η δράση τους χαρακτηρίζονταν από ευελιξία, επιμονή και υπομονή μέχρι να πετύχουν το σκοπό τους.

Οφείλω να συγχαρώ όλους τους αστυνομικούς που συμμετείχαν σε αυτήν την ευρεία και δύσκολη επιχείρηση. Το Τμήμα Ασφαλείας Μεγαρέων, την Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Δυτικής Αττικής, καθώς και το Τμήμα Ασφαλείας Κορίνθου, τις ομάδες Ο.Π.Κ.Ε. και τους αστυνομικούς από έτερες υπηρεσίες της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, που συνέδραμαν καθοριστικά στις έρευνες. Η συνεργασία τους ήταν υποδειγματική καθ’ όλη τη διάρκεια της επιχείρησης, επιδεικνύοντας αξιοσημείωτο ζήλο και επαγγελματισμό.

Προτού δώσω τον λόγο στην Εκπρόσωπο Τύπου της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία θα σας αναλύσει τις λεπτομέρειες της υπόθεσης, θα ήθελα με την ευκαιρία που  μου δίνεται να υπενθυμίσω στους συμπολίτες μας να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί κατά τις συναλλαγές τους. Να μην πείθονται εύκολα από άτομα που τους προσεγγίζουν με διάφορες προφάσεις ενώ σε καμία περίπτωση να μην κοινοποιούν σε άλλα άτομα τους προσωπικούς τους κωδικούς (ΡΙΝ) ή τους κωδικούς επαλήθευσης πιστωτικών καρτών και να μην καταχωρούν όνομα χρήστη και κωδικό πρόσβασης της ηλεκτρονικής τους τραπεζικής σε ιστοσελίδες ή φόρμες που ανοίγουν μέσω υπερσυνδέσμων, τα γνωστά σε όλους links.

Πρόκειται για τρεις συμβουλές που, αν ο καθένας από εμάς ακολουθήσει, περιορίζουν σε σημαντικό βαθμό το περιθώριο να εξαπατηθούμε από επιτήδειους.

Σας ευχαριστώ».

Δηλώσεις Εκπροσώπου Τύπου της Ελληνικής Αστυνομίας, Αστυνόμου Β’ Κωνσταντίας Δημογλίδου:

«Κυρίες και κύριοι καλημέρα σας,

Όπως προανέφερε ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, από την Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Δυτικής Αττικής και το Τμήμα Ασφαλείας Μεγαρέων, της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, έπειτα από πολύμηνη και εμπεριστατωμένη έρευνα διακριβώθηκε η δράση εγκληματικής οργάνωσης, τα μέλη της οποίας δραστηριοποιούνταν στη διάπραξη ηλεκτρονικών απατών.

Για την υπόθεση συνελήφθησαν πρωινές ώρες της 21-10-2022 στο Ζευγολατιό Κορινθίας και στο Ζεφύρι Αττικής, έξι (6) μέλη της οργάνωσης, ενώ παράλληλα ταυτοποιήθηκαν και αναζητούνται επιπλέον πέντε (5) μέλη.

Σε βάρος τους σχηματίστηκε δικογραφία -κατά περίπτωση- για τα αδικήματα της διεύθυνσης και ένταξης σε εγκληματική οργάνωση, της απάτης και απάτης με υπολογιστή κατά συναυτουργία και κατ΄εξακολούθηση, της πλαστογραφίας, της παράνομης πρόσβασης σε συστήματα πληροφοριών ή και σε δεδομένα, καθώς και παράβαση της νομοθεσίας σχετικά με την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.

Όπως προέκυψε από την έρευνα, τουλάχιστον από τις αρχές Νοεμβρίου του έτους 2021, τα μέλη της ενώθηκαν και εντάχθηκαν στην εγκληματική οργάνωση, χρησιμοποιώντας ως κέντρο δράσης οικήματα στην περιοχή του Ζευγολατιού Κορινθίας. Σε αυτούς τους χώρους είχαν εγκαταστήσει επιχειρησιακό-τηλεφωνικό κέντρο, μέσω του οποίου πραγματοποιούσαν σε καθημερινή βάση εκατοντάδες κλήσεις πανελλαδικά, επιδεικνύοντας ιδιαίτερη επιμονή έως ότου επιτύχουν τον εγκληματικό σκοπό τους.

Ως προς τον τρόπο δράσης τους, προέκυψε ότι, προσέλκυαν το ενδιαφέρον των υποψήφιων θυμάτων τους και τους προσέγγιζαν, υποδυόμενοι διάφορους ρόλους όπως πωλητή, αγοραστή ή πελάτη, με ειδικά διαμορφωμένα «σενάρια».

Εμφανίζονταν ως επιφανείς πολίτες, προσδίδοντας με αυτόν τον τρόπο υπόσταση στον χαρακτήρα που υποδύονταν, ενώ έπειθαν για την φερεγγυότητά τους, αποστέλλοντας φωτογραφίες πλαστών ταυτοτήτων, σφραγίδων, διαφημιστικών καρτών και τιμολογίων, που είχαν επεξεργαστεί προηγουμένως.

Ενδεικτικά σενάρια που χρησιμοποιούσαν ήταν να προσποιούνται:

  • τους πωλητές οχημάτων ή αντικειμένων, σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές, ώστε να δημιουργήσουν την ιδέα της συμφέρουσας αγοράς,
  • τους αγοραστές και αφού εντόπιζαν πρόσφατες αγγελίες κάθε είδους, με το πρόσχημα της άμεσης αγοράς και της άμεσης καταβολής χρημάτων, έπειθαν τα υποψήφια θύματά τους, και
  • τους πελάτες σε ξενοδοχειακές μονάδες ή άλλες επιχειρήσεις όπου χρησιμοποιούσαν το τέχνασμα της μεγάλης παραγγελίας ή της κράτησης μεγάλης διάρκειας, προφασιζόμενοι άμεσα προκαταβολή, ώστε να κεντρίσουν το ενδιαφέρον των θυμάτων τους.

Μετά την αρχική προσέγγιση, χρησιμοποιούσαν τρεις μεθοδολογίες για να αποσπάσουν χρήματα:

1ον) Στις περιπτώσεις αγοραπωλησίας οχημάτων, πείθουν τα θύματά τους να καταβάλουν προκαταβολή ως «καπάρο» και στη συνέχεια προφασιζόμενοι φορολογικούς και λογιστικούς λόγους ζητούν μεγαλύτερο ποσό, τάζοντας δήθεν καλύτερη τιμή λόγω της παρεξήγησης που δημιουργήθηκε.

Αν τα θύματα ήταν δύσπιστα, έθεταν ένα μελετημένο τέχνασμα σε εφαρμογή, με δήθεν μεταφορά χρημάτων από την πλευρά τους ως διευκόλυνση προς τον αγοραστή, ώστε στη συνέχεια να του αποσπάσουν τον τραπεζικό του λογαριασμό και να του αποστείλουν δήθεν απόκομμα – απόδειξη της μεταφοράς χρημάτων από άλλο τραπεζικό ίδρυμα. Έτσι ο αγοραστής θεωρώντας ότι η μεταφορά θα πραγματοποιούνταν μετά από κάποιες μέρες, προέβαινε από μέρους του στην καταβολή των χρημάτων που θεωρούσε ότι του είχαν πιστωθεί προηγουμένως.

2ον) Αποσπούσαν με διάφορα τεχνάσματα πληροφορίες ηλεκτρονικής τραπεζικής και αποκτούσαν πρόσβαση στους τραπεζικούς λογαριασμούς των θυμάτων τους, μέσω διαδικτύου. Λόγω του ότι αυτά τα τεχνάσματα δεν πετύχαιναν πάντα, ανακάλυψαν έναν άλλο τρόπο ώστε να αποσπούν από τα θύματά τους τα στοιχεία ηλεκτρονικής εφαρμογής συγκεκριμένης τράπεζας, μέσω της αυτοματοποιημένης διαδικασίας ανάκτησης κωδικού πρόσβασης και χρήσης κωδικού μιας χρήσης.  

3ον) Κατάρτιζαν και απέστελλαν στα υποψήφια θύματά τους κατάλληλα σχεδιασμένα γραπτά μηνύματα (SMS), τα οποία εμφαίνονταν ότι προέρχονταν από την τράπεζά τους και περιείχαν υπερσύνδεσμο – link, ο οποίος οδηγούσε σε κατάλληλα διαμορφωμένο περιβάλλον, που προσομοίαζε με την αρχική ιστοσελίδα τράπεζας, όπου τους ζητούνταν να κάνουν σύνδεση συμπληρώνοντας το όνομα χρήστη (username) και τον κωδικό πρόσβασης (password).

Συμπληρώνοντας τα στοιχεία τους για την είσοδο στο e-banking, τα μέλη της οργάνωσης αποκτούσαν άμεση πρόσβαση στους λογαριασμούς τους και προέβαιναν στην άμεση μεταφορά χρηματικών ποσών.

Περαιτέρω, για τη μεταφορά των χρημάτων που αποσπούσαν από τα θύματά τους, χρησιμοποιούσαν τραπεζικούς λογαριασμούς, τους οποίους προμηθεύονταν έναντι αμοιβής από άτομα, τα λεγόμενα money mules, που βρίσκονται σε οικονομική ανάγκη, με την αμοιβή τους να κυμαίνεται από 200 έως 500 ευρώ. Παράλληλα, φρόντιζαν μέσω των κατόχων των λογαριασμών να έχουν ενεργοποιηθεί τα μέγιστα όρια αναλήψεων που τους παρείχαν τα τραπεζικά ιδρύματα, έτσι ώστε ο κάθε λογαριασμός να είναι στο μέγιστο βαθμό αξιοποιήσιμος.

Επιπρόσθετα, μετά την ολοκλήρωση της πράξης, τα μέλη της οργάνωσης ενημέρωναν τους ανωτέρω δικαιούχους των λογαριασμών που χρησιμοποιήθηκαν, να δηλώσουν την απώλεια ή την κλοπή της τραπεζικής κάρτας που συνδέεται με τον λογαριασμό.

Επίσης, στις περιπτώσεις που είχαν αποκτήσει παρανόμως πρόσβαση σε λογαριασμό θύματος, ο οποίος δεν διέθετε χρήματα, τον καθιστούσαν ως «ενδιάμεσο σταθμό» μεταφοράς χρημάτων που προέρχονταν από άλλες ηλεκτρονικές απάτες.

Με την ολοκλήρωση της απόσπασης-αφαίρεσης των χρηματικών ποσών από τα υποψήφια θύματα τους, ενημέρωναν τα μέλη, τα οποία είχαν επιφορτιστεί με την ανάληψη των χρημάτων από Α.Τ.Μ. και πραγματοποιούσαν άμεσα τις αναλήψεις, λαμβάνοντας μέτρα προστασίας (μάσκες, κουκούλες κλπ).

Άλλα μέτρα προστασίας που χρησιμοποιούσαν, ήταν να διατηρούν την ανωνυμία τους μέσα από ψεύτικους λογαριασμούς σε διάφορα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και εφαρμογές του διαδικτύου, ενώ για τις επικοινωνίες με τα θύματά τους, καθώς και για τις μεταξύ τους επικοινωνίες χρησιμοποιούσαν αποκλειστικά «επιχειρησιακές» συνδέσεις (Ghostnumbers) που έχουν εκδοθεί σε τρίτα πρόσωπα ή αλλοδαπούς υπηκόους (αχυράνθρωπους), καθώς και διαδικτυακές εφαρμογές ανταλλαγής μηνυμάτων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στο πλαίσιο των μέτρων προστασίας που λάμβανε η οργάνωση για να μην αποκαλυφθεί η δράση της, συνεννοούνταν με κωδικοποιημένες λέξεις – φράσεις και χαρακτηριστική διάλεκτο ενώ όπως διαπιστώθηκε, χρησιμοποίησαν σαράντα οχτώ (48) συσκευές κινητής τηλεφωνίας και εκατόν πενήντα τρεις (153) τηλεφωνικές συνδέσεις. 

Στο πλαίσιο των ερευνών που πραγματοποιήθηκαν στην ευρύτερη περιοχή του Ζευγολατιού Κορινθίας και στο Ζεφύρι Αττικής, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:

 

  • πλήθος τραπεζικών καρτών και εγγράφων,
  • πλήθος τηλεφωνικών καρτών SIM,
  • πλήθος ηλεκτρονικών συσκευών,
  • -4- επιχειρησιακά αυτοκίνητα της οργάνωσης,
  • το χρηματικό ποσό των -4.500- ευρώ,
  • κάρτες μελών τυχερών παιγνίων,
  • πλήθος κοσμημάτων και
  • κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης.

 

Οι συλληφθέντες, οδηγήθηκαν στην αρμόδια εισαγγελική Αρχή, ενώ η έρευνα για την ταυτοποίηση και άλλων μελών ή περιπτώσεων απάτης, συνεχίζεται.»