Η Δυτική Ευρώπη έχει αφήσει πλέον πίσω της την ενεργειακή κρίση των προηγουμένων ετών, καθώς οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος έχουν επανέλθει στα προηγούμενα επίπεδα.
Εντούτοις, το ίδιο δεν ισχύει για την Ελλάδα και τις χώρες του ανατολικού μπλοκ, όπου οι τιμές ηλεκτρικού ρεύματος είναι σαφώς υψηλότερες.
Σε γενικές γραμμές είναι σαν να υπάρχει μια διαχωριστική γραμμή ανατολής-δύσης που δεν συνάδει με την ιδέα της ενιαίας αγοράς που επιδιώκει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Υπάρχουν αρκετοί διαχρονικοί λόγοι που παρατηρείται αυτή η έντονη διαφορά.
Ένας πολύ βασικός παράγοντας είναι ο ρόλος της Γαλλίας ως η «μπαταρία» της Ευρώπης. Η χώρα αυτή διαθέτει το μεγαλύτερο πυρηνικό στόλο που παράγει φθηνό ρεύμα.
Σε συνδυασμό με τις εκτενείς διασυνδέσεις που διαθέτει με τις γειτονικές χώρες, η Γαλλία είναι σε θέση να εξάγει το πλεόνασμα ισχύος της και να ρίχνει τις τιμές στη Γερμανία και σε άλλες αγορές. Το πρόβλημα είναι ότι οι διασυνδέσεις λιγοστεύουν όσο κινούμαστε προς τα ανατολικά, με αποτέλεσμα το ευνοϊκό αυτό φαινόμενο να μην φτάνει μέχρι τα μέρη μας.
Το ίδιο ισχύει και για τη φθηνή υδροηλεκτρική παραγωγή της Σκανδιναβίας που μετακυλίεται στις αγορές της βόρειας Ευρώπης και ευνοεί τη διαμόρφωση χαμηλών τιμών.
Ένας δεύτερος μεγάλος παράγοντας έχει να κάνει με τις ίδιες τις πυρηνικές μονάδες. Πρόκειται για μεγάλες επενδύσεις ηλικίας αρκετών δεκαετιών που έχουν αποπληρώσει προ πολλού το κόστος κατασκευής τους και προσφέρουν σταθερά φθηνό ρεύμα.
Χώρες όπως η Ισπανία μπόρεσαν μέσω των πυρηνικών σταθμών να εκτοπίσουν το φυσικό αέριο από το ενεργειακό τους μείγμα, με αποτέλεσμα να μην επιβαρύνονται από την ακριβή τιμή αυτού του καυσίμου, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα.
Οι Ισπανοί έχουν ένα μείγμα ηλεκτροπαραγωγής με αντίστοιχες ΑΠΕ όπως οι δικές μας, όμως στη δική τους περίπτωση έχουν πυρηνικά και μονάδες αποθήκευσης για να τις συμπληρώνουν, ενώ εμείς έχουμε αέριο και λιγνίτη. Το αποτέλεσμα είναι ότι στην Ιβηρική χερσόνησο οι τιμές του ρεύματος είναι από τις φθηνότερες της ηπείρου, ενώ στην Ελλάδα από τις ακριβότερες.
Τέλος, υπάρχει ένας ακόμη παράγοντας που έχει να κάνει με το πως είναι δομημένη η κάθε αγορά. Στην περίπτωση της Ελλάδας η διαμόρφωση της χονδρικής τιμής γίνεται σε συντριπτικό βαθμό μέσα από το Χρηματιστήριο Ενέργειας, ενώ σε χώρες όπως η Γερμανία υπάρχουν πολλαπλοί τρόποι. Για παράδειγμα, οι εκεί εταιρείες «παίζουν» δυναμικά στην προθεσμιακή αγορά εξασφαλίζοντας ποσότητες έναντι σταθερών τιμών, κάτι που δεν συμβαίνει εδώ.
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω παραγόντων, ενδεικτικό είναι ότι φέτος η μέση τιμή στην Ισπανία είναι μόλις 48 ευρώ/MWh, στη Νορβηγία 43 ευρώ, στη Γαλλία 47 ευρώ και στην Ελλάδα 90 ευρώ, δηλαδή περίπου η διπλάσια.
Πηγή: newsit.gr